Κύριε διευθυντά
Πριν από χρόνια βρέθηκαν στον Οξύρρυγχο, τον σημερινό Μπενεζά της Αιγύπτου, στο γύρισμα του 19ου προς τον 20ό αιώνα, πάνω από 400.000 πάπυροι. Κάποιοι από αυτούς περιείχαν αποσπάσματα επιστολών του Μενένιου Απιου, Ρωμαίου Συγκλητικού, που απευθύνονται στον Ανθύπατο Αττίλιο Νάβιο, ο οποίος καλείται να διοικήσει περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς, όπου παλαιότερα είχε υπηρετήσει ο Μενένιος Απιος και όπου του αναλύει το πολιτικό ήθος και τον χαρακτήρα των Ελλήνων.
Επιλέγω αποσπάσματα:
«Ο Ελληνας», γράφει, «είναι πιο εγωιστής από μας και συνεπώς και από όλα τα έθνη του κόσμου… Ζητεί από τον νόμο δικαιοσύνη για τη δική του προσωπική περίπτωση. Αν τύχει και ο νόμος, δίκαιος στην ολότητά του, δεν ταιριάζει σε λίγες περιπτώσεις όπως η δική του, δεν μπορεί να το παραδεχθεί…».
«Μα το πιο σπουδαίο για να καταλάβεις τον Ελληνα, είναι να σπουδάσεις τον τρόπο που εφηύρε για να γκρεμίζει καλύτερα. Είναι ένας τρόπος πιο κομψός από τον δικό μας, γέννημα σοφιστικής ευστροφίας και διανοητικής δεξιοτεχνίας… Γιατί τη συκοφαντία, αγαπητέ μου, την έχουν αναγάγει σε τέχνη, αυτοί οι θαυμάσιοι, οι φιλότεχνοι Ελληνες, οι πρώτοι δημιουργοί του καλού και του κακού λόγου.
Το να επινοήσεις ένα ψέμα για κάποιον και να το διαλαλήσεις είναι κοινότοπο και άτεχνο. Η τέχνη είναι να συκοφαντείς χωρίς να ενσωματώνεις πουθενά ολόκληρη τη συκοφαντία, μόνο να την αφήνεις να τη συνάγουν οι άλλοι από τα συμφραζόμενα … Η τέχνη είναι να δημιουργείς την ψεύτικη εντύπωση με την ομιλία, χωρίς κανένας λόγος μόνος του χωριστά να είναι ψεύτικος, τόσο που να αναρωτιέται ο καλόπιστος όταν ανακαλύψει την αντίφαση, είναι άραγε συκοφαντία ή παρεξήγηση;
Χίλια μήλα έχει η μηλιά και έχει ένα μόνο χαλασμένο. Αμα όμως όλο γι’ αυτό μιλάς, βλέπει ο άλλος μπροστά του μια μηλιά σκουληκιασμένη…».
«Πρόσεξε», γράφει λίγο παρακάτω, «τις συσκέψεις των πολιτικών ηγετών με τους δήθεν φίλους τους και θα δεις ότι οι περισσότερες είναι προσχήματα… Το αποτέλεσμα είναι ο Ελληνας πολιτικός να ανακυκλώνεται μόνος του μέσα στις δικές του σκέψεις, γιατί πιστεύει πως αυτές αρκούν για το έργο του, ή το χειρότερο γιατί η χρησιμοποίηση και των άλλων στην εκτέλεσή του θα περιόριζε την κυριότητά του απάνω σ’ αυτό…
Γιατί βλέπεις, τούτη η μοιραία για την τύχη των Ελλήνων εγωπάθεια φέρνει ένα άλλο χειρότερο δεινό. Οπου βασιλεύει, τα έργα σχεδιάζονται πάντα μέσα στα στενά όρια της ατομικότητας, σύντομα και βιαστικά για να συντελεστούν όλα από αυτόν».
Θα σταματήσω εδώ τα αποσπάσματα από το κείμενο «Οξυρρύγχειοι πάπυροι» που δημοσιεύθηκε το 1954 στη «Νέα Εστία» με την υπογραφή του Κωνσταντίνου Τσάτσου, για να μη σας στερήσω τη χαρά να το βρείτε και να διαβάσετε με προσοχή τις 15 σελίδες του. Οι ομοιότητες με το σήμερα είναι εντελώς τυχαίες.
ΥΓ.: Κάποιοι λένε ότι το έγραψε μόνος του ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Λέτε να είναι έτσι; Μπα. Συκοφαντίες.
*Ομότιμη καθηγήτρια ΕΜΠ
