Κύριε διευθυντά
Στις 8 Μαρτίου 1941 ο τότε διευθυντής της «Καθημερινής» Γεώρ. Αγγ. Βλάχος (ΓΑΒ) γράφει επιστολή στον Αδόλφο Χίτλερ για την αναμενόμενη επίθεση των Γερμανών στην Ελλάδα (έγινε την 6η 1941).
Η επιστολή αυτή ήταν συνταρακτική. Εμεινε στην Ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η δύναμη αυτού του γράμματος φαίνεται από την παρακάτω παράγραφο, «διότι τι θα κάμη ο Στρατός αυτός (οι Ναζί) αν αντί πεζικού, πυροβολικού και μεραρχιών στείλει η Ελλάς … είκοσι χιλιάδας τραυματιών, χωρίς πόδια, χωρίς χέρια, με τα αίματα διά να τον υποδεχθούν; …»
Ελάχιστοι Ελληνες γνωρίζουν σήμερα αυτό το κείμενο. Και κάνει κανείς τη σκέψη.
Μήπως θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία μας (sic), μαζί με τους μεγάλους Αρχαίους Ελληνες φιλοσόφους κ.ά., στους οποίους στηρίζεται ο σημερινός πολιτισμός, και αυτό το κείμενο σαν απαράμιλλο δείγμα κειμένου, ιστορικό κατ’ αρχήν αλλά και συγγραφικό και δημοσιογραφικό.
Μήπως τουλάχιστον την 6η Απριλίου κάθε χρόνο θα μπορούσε να γίνεται στα σχολεία μια εξήγηση της ιστορίας αυτού του κειμένου, τοποθέτησής του στο τι γινόταν εκείνες τις μέρες με ποιους και γιατί.
Πιστεύω ότι δεν είναι λίγοι από μας που θα συμφωνούσαν σε όλα αυτά.
Και κάτι ακόμη. Γράφει ο Γεώρ. Αγγ. Βλάχος πιο κάτω στην επιστολή προς τον Χίτλερ, «ο λίγος ή πολύς Στρατός μας … τι να κάμη; …θα πολεμήση. Και εκεί. Και θα αποθάνη. Και εκεί. Και θα αναμείνει την εκ Βερολίνου επιστροφήν του δρομέως … ο οποίος έλαβε από την Ολυμπίαν το φως …».
Η επίθεση βέβαια έγινε. Η κατάληψη της Ελλάδος χρειάσθηκε δύο μήνες για να ολοκληρωθεί με ό,τι συνέπειες είχε αυτό για την έκβαση του πολέμου. Η ντροπή όμως για τους παραλήπτες της επιστολής θα ζει πάντα.
Και κάτι ακόμη. Κείμενα σαν αυτό ΕΝΩΣΑΝ τους Ελληνες, τους έκαναν να νιώσουν ότι η μοίρα ήθελε για μια φορά ακόμη, όπως στα αρχαία χρόνια, να σταθούν μπροστά και να πολεμήσουν για την ελευθερία και τον πολιτισμό τους.
Κι αυτό δεν ήταν μικρό πράμα. Μακάρι να κράταγε περισσότερο.
Ευχαριστώ όποιον είχε την υπομονή να με διαβάσει.
*Αθήνα
