Την ανάγκη η Ευρώπη να επιδείξει την πολιτική βούληση να βάλει φραγμό στη ρωσική επιθετικότητα τονίζει, σε αποκλειστική συνέντευξη στην «Κ», ο Μπεν Χότζες. Ο στρατηγός εν αποστρατεία και πρώην επικεφαλής των χερσαίων δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη μιλάει για την «έλλειψη αυτοπεποίθησης» των Ευρωπαίων απέναντι στη Μόσχα, για την επαμφοτερίζουσα στάση του Ντόναλντ Τραμπ στο Ουκρανικό, αλλά και για τις επικίνδυνες απόπειρές του στο εσωτερικό να παρασύρει τον αμερικανικό στρατό στα τοξικά νερά της εγχώριας πολιτικής αντιπαράθεσης.
Θα συνεχίσουν
«Η Ρωσία προς το παρόν νιώθει ότι μπορεί να συνεχίσει τις προκλήσεις», λέει ο Χότζες, μιλώντας από τη Φρανκφούρτη μέσω Google Meet, για τα πρόσφατα φαινόμενα παραβίασης του εναέριου χώρου ευρωπαϊκών χωρών-μελών του ΝΑΤΟ. «Θα συνεχίσει μέχρι να βρούμε τον τρόπο να υπάρξουν συνέπειες για το Κρεμλίνο. Η αδράνειά μας την ωθεί προς νέες προκλήσεις. Θα έπρεπε η Ρωσία να φοβάται μην προκαλέσει τη Δύση, όχι το αντίστροφο».
Μιλώντας ειδικά για το πρόσφατο περιστατικό με τα ρωσικά drones στην Πολωνία, χαρακτηρίζει «λανθασμένη» την επιχειρησιακή αντίδραση. «Τόσο καιρό παρακολουθούμε την Ουκρανία να αμύνεται κατά επιθέσεων με drones, και ακόμα δεν έχουμε κάνει τα απαραίτητα για να θωρακίσουμε τις ζωτικές υποδομές μας από μια αντίστοιχη επίθεση», επισημαίνει.

Γιατί δεν επιδεικνύει μεγαλύτερο σθένος η Ευρώπη; «Πολύ καλή ερώτηση. Οι Ρώσοι βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου μαζί μας, αλλά εμείς –ακόμη και οι σκληροί όπως ο Ράντεκ Σικόρσκι ή ο Φρίντριχ Μερτς– μοιάζουμε ανίκανοι να το αναγνωρίσουμε δημοσίως. Και όσο ισχύει αυτό, δεν υπάρχει η αίσθηση του επείγοντος που απαιτείται για να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση. Υπάρχει ξεκάθαρα ένα έλλειμμα πολιτικής βούλησης».
Η προκλητικότητα της Μόσχας συνδέεται και με την απροθυμία του Αμερικανού προέδρου να λάβει οποιοδήποτε ουσιώδες μέτρο πίεσης εναντίον της, παρά τις συχνές δηλώσεις οργής του Τραμπ κατά του Πούτιν. «Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ποια είναι η πολιτική της κυβέρνησης [Τραμπ] σχετικά με την Ουκρανία», σχολιάζει ο Χότζες. «Εν μέρει, αυτό είναι προϊόν των διαφωνιών στο εσωτερικό της για τη σωστή προσέγγιση, που υπάρχουν σε κάθε κυβέρνηση».
Η ασάφεια επιτείνεται, σημειώνει, εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουν καταργηθεί οι παραδοσιακές δομές λήψης αποφάσεων εθνικής ασφαλείας, ενώ πολλές κρίσιμες θέσεις στο υπουργείο Αμυνας παραμένουν κενές. «Τουλάχιστον [ο Τραμπ] αυτές τις μέρες δεν φωνάζει στον Ζελένσκι, όπως έκανε τον Φεβρουάριο στο Οβάλ Γραφείο», προσθέτει, χαριτολογώντας πικρά.
Υπενθυμίζει την εξαιρετικά απροσδόκητη ανάρτηση του Τραμπ προ ολίγων εβδομάδων, κατά της διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στην οποία εξέφρασε την εκτίμηση ότι η Ουκρανία μπορεί να ανακτήσει το σύνολο των χαμένων εδαφών της και χαρακτήρισε τη Ρωσία «χάρτινο τίγρη».
Σύγχυση made in USA
«Εγώ τα πιστεύω όλα αυτά, αλλά δεν έχω δει από την πλευρά της [αμερικανικής] κυβέρνησης τις ενέργειες εκείνες που θα σηματοδοτούσαν ενισχυμένη υποστήριξη για τους Ουκρανούς», λέει ο Χότζες. «Σίγουρα γίνονται περισσότερα από όσα είναι δημοσίως γνωστά, αλλά δεν είναι σαφές τι επιδιώκει [η κυβέρνηση Τραμπ], που προφανώς αυτή τη στιγμή εστιάζει την προσοχή της περισσότερο στο Ισραήλ και στη Γάζα, σε θέματα του Δυτικού Ημισφαιρίου και εσωτερικής ασφάλειας… Δεν ακούμε καν για την Κίνα πολλά πράγματα».
Η ανάρτηση επί της Γενικής Συνέλευσης, σημειώνω, έμοιαζε με το σχόλιο ενός ουδέτερου παρατηρητή, όχι κάποιου που είναι μέρος μιας από τις αντιμαχόμενες παρατάξεις. «Σίγουρα η αίσθηση που απέπνεε ήταν ότι “κάναμε ό,τι μπορούσαμε, τώρα είναι σειρά της Ευρώπης, εμείς έχουμε άλλα πράγματα να ασχοληθούμε”», αναγνωρίζει ο συνομιλητής της «Κ».
Οι Τόμαχοκ
Για την πιθανότητα παροχής πυραύλων Τόμαχοκ στους Ουκρανούς, σχετικά με την οποία ο Τραμπ τη Δευτέρα είπε ότι έχει «περίπου αποφασίσει» να το κάνει, ο στρατηγός ε.α. είναι επιφυλακτικός. Η διατύπωση, λέει, υποδηλώνει ότι ο Αμερικανός πρόεδρος «δεν έχει αποφασίσει ακόμη […] Δεν είμαι σίγουρος ότι η κυβέρνηση είναι έτοιμη να προχωρήσει σε ένα τέτοιο βήμα».
Ασαφής πολιτική – Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ποια είναι η πολιτική της κυβέρνησης [Τραμπ]» σχετικά με την Ουκρανία. Εν μέρει, αυτό είναι προϊόν των διαφωνιών στο εσωτερικό της για τη σωστή προσέγγιση, που υπάρχουν σε κάθε κυβέρνηση.
Οι Ρώσοι, από την πλευρά τους, «έχουν στείλει ξεκάθαρο σήμα ότι δεν θέλουν να συμβεί κάτι τέτοιο, γιατί γνωρίζουν πόσο σημαντική θα μπορούσε να είναι η συνεισφορά αυτού του συστήματος, ενισχύοντας περαιτέρω την ήδη επιτυχημένη εκστρατεία των Ουκρανών κατά των υποδομών πετρελαίου και αερίου της Ρωσίας».
Πράγματι, τις τελευταίες εβδομάδες, βλέποντας την απροθυμία της κυβέρνησης Τραμπ να ασκήσει πίεση στον Πούτιν, η Ουκρανία έχει εξαπολύσει τη δική της εκδοχή κυρώσεων: έχει κλιμακώσει τις επιθέσεις με drones στις υποδομές παραγωγής, διύλισης και μεταφοράς κυρίως ρωσικού πετρελαίου, με σοβαρές πλέον συνέπειες στη ρωσική οικονομία.
Την Πέμπτη, ο Ουκρανός πρόεδρος εξέφρασε την εκτίμηση ότι οι επιθέσεις των τελευταίων εβδομάδων έχουν μειώσει τις προμήθειες βενζίνης στο εσωτερικό της Ρωσίας κατά 13%-20%. Σύμφωνα με το BBC, ήδη καταγράφονται ελλείψεις, αλλά και σημαντική αύξηση των τιμών σε κάποιες περιοχές της χώρας. Συνολικά 21 από τα 38 πιο μεγάλα ρωσικά διυλιστήρια έχουν χτυπηθεί από τις αρχές του έτους. Θα μπορούσε η Δύση να κάνει περισσότερα για να βοηθήσει τους Ουκρανούς να προκαλέσουν οικονομική ασφυξία στη Ρωσία;
«Πρέπει να κοιτάξουμε εκ νέου τα βασικά: Ποιος είναι ο στόχος του πολέμου για τη Δύση; Είναι κάτι που δεν έκανε ούτε η κυβέρνηση Μπάιντεν, ούτε η κυβέρνηση Τραμπ, ούτε κανείς άλλος. Αν συμφωνήσουμε τουλάχιστον ότι ένας στόχος είναι η σοβαρή διατάραξη της ικανότητας της Ρωσίας να εξάγει πετρέλαιο και αέριο, οι Ουκρανοί κάνουν αυτό που τους αναλογεί. Εχουν βελτιωθεί πάρα πολύ, ειδικά όσον αφορά την εμβέλεια και την ισχύ των χτυπημάτων, αλλά και όσον αφορά την ακριβή στόχευση εντός των διυλιστηρίων».
Η Δύση, συνεχίζει ο Χότζες, πέρα από το να επενδύει στην κατασκευή των drones που χρησιμοποιεί η Ουκρανία για τον σκοπό αυτό και να παρέχει οπλικά συστήματα που μπορεί να αναβαθμίσουν την εκστρατεία, «πρέπει να σταματήσει τον σκιώδη στόλο, όλα αυτά τα πλοία που φεύγουν από τη Βαλτική και τη Μαύρη Θάλασσα μεταφέροντας πετρέλαιο προς τους μεγάλους πελάτες της Ρωσίας. Πρόκειται για ηλικιωμένα πλοία, σε κακή κατάσταση, δυνητικές πηγές περιβαλλοντικών καταστροφών, αλλά και εμπλεκόμενα σε επιχειρήσεις σαμποτάζ κατά των ζωτικών υποδομών ευρωπαϊκών χωρών, και θα έπρεπε να κάνουμε περισσότερα για να τα σταματήσουμε».
Εχουν υπάρξει, φυσικά, διαδοχικοί γύροι κυρώσεων κατά του σκιώδους στόλου. Δεν είναι αποτελεσματικοί; «Το να θεσμοθετείς κυρώσεις είναι άλλο πράγμα από το να τις επιβάλλεις», απαντάει. Αναφερόμενος, για παράδειγμα, σε ύποπτες μεταγγίσεις πετρελαίου μεταξύ πλοίων στα ελληνικά χωρικά ύδατα, σημειώνει ότι οι ελληνικές αρχές «δεν ελέγχουν την εφαρμογή των κυρώσεων με τη δέουσα αυστηρότητα».
Οσο για τη Βαλτική, παραπέμπει στην έντονη αντίδραση των Ρώσων στο επεισόδιο προ μηνών με την απόπειρα ανδρών του πολεμικού ναυτικού της Εσθονίας να επιβιβαστούν σε ένα από αυτά τα πλοία: «Εστειλαν μαχητικό αεροσκάφος το οποίο παραβίασε τον εναέριο χώρο της Εσθονίας και απέτρεψε την κατάληψη του πλοίου, ενώ την επόμενη μέρα οι Ρώσοι κατέλαβαν ένα πλοίο το οποίο έφευγε από την Εσθονία. Αρα η επιβολή των κυρώσεων συνεπάγεται κινδύνους – και μπορεί να πετύχει μόνο με τη στενή συνεργασία των συμμαχικών χωρών».
Το εσωτερικό μέτωπο
Ζούμε σε μια εποχή όπου, για τους Αμερικανούς, υπάρχουν νεότερα και στο εσωτερικό μέτωπο. Οταν προσφάτως έγινε γνωστό ότι ο Πιτ Χέγκσεθ κάλεσε τους κορυφαίους διοικητές των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων από όλο τον κόσμο να επιστρέψουν εκτάκτως στη χώρα, ο Χότζες έκανε μια εξαιρετικά αιχμηρή ανάρτηση στον λογαριασμό του στο X.
Το «μήνυμα» του στρατού – Οι αξιωματικοί που εκλήθησαν στο Κουάντικο «έδειξαν σεβασμό, επαγγελματισμό και παρέμειναν σιωπηλοί – και έτσι πρέπει να είναι, ώστε να έχει ο αμερικανικός λαός την εμπιστοσύνη ότι ο στρατός δεν θα πάρει ποτέ την κατάσταση στα χέρια του».
Τον Ιούλιο του 1935, έγραψε, «οι Γερμανοί στρατηγοί κλήθηκαν σε μια αιφνιδιαστική συνάντηση στο Βερολίνο και ενημερώθηκαν ότι ο προηγούμενος όρκος τους στο Σύνταγμα της Βαϊμάρης ήταν άκυρος και πως θα έπρεπε να ορκιστούν προσωπικό όρκο στον Φύρερ. Οι περισσότεροι στρατηγοί έδωσαν τον νέο όρκο για να διατηρήσουν τις θέσεις τους».
Η σύναξη των στρατηγών και των ναυάρχων στο Κουάντικο δεν αφορούσε κάτι τόσο ακραίο. Ηταν, παρ’ όλα αυτά, εξαιρετικά δυσοίωνη, με τον Ντόναλντ Τραμπ να μιλάει για τον «πόλεμο στο εσωτερικό» και να προκρίνει την εμπλοκή του στρατού στην καταστολή των αντιφρονούντων. Ρώτησα τον Χότζες αν θεωρεί ότι ο Τραμπ απορρίπτει θεμελιωδώς την παράδοση των ενόπλων δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών ως ένα απολιτικό σώμα αφοσιωμένο στην τήρηση και στην υπεράσπιση του Συντάγματος και αν απαιτεί αντ’ αυτού την πίστη των στρατηγών στο πρόσωπό του.
«Θα πω το εξής: είμαι πολύ περήφανος με το πώς συμπεριφέρθηκαν οι εκατοντάδες αυτοί στρατηγοί, ναύαρχοι και υψηλόβαθμοι υπαξιωματικοί που εκλήθησαν στο Κουάντικο. Εδειξαν σεβασμό, επαγγελματισμό και παρέμειναν σιωπηλοί – όπως κάνουν οι αρχηγοί του γενικού επιτελείου, αλλά και οι ανώτατοι δικαστές όταν παρίστανται στην ομιλία του προέδρου για την Κατάσταση του Εθνους. Δείχνουν έτσι ότι ηγούνται απολιτικών θεσμών – και έτσι πρέπει να είναι, ώστε να έχει ο αμερικανικός λαός την εμπιστοσύνη ότι ο στρατός δεν θα πάρει ποτέ την κατάσταση στα χέρια του, ούτε θα χρησιμοποιηθεί ως πολιτικό εργαλείο. Αυτό είναι σημαντικό να το ξέρουν και οι σύμμαχοί μας: ότι ο αμερικανικός στρατός δεν είναι απλώς σύγχρονος και καλά εξοπλισμένος, αλλά και ότι λειτουργεί πάντα εντός του πλαισίου του νόμου».
