Με τη Γαλλία να εισέρχεται σε νέα περίοδο αστάθειας, η «Κ» μίλησε με τον Νικολά Τενζέρ, καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο Sciences Po και αναλυτή στο Κέντρο Ανάλυσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEPA), ο οποίος εκτιμά ότι η πρόκληση για τον Μακρόν είναι να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών.
– Ποια είναι η επόμενη μέρα για τη Γαλλία εν μέσω εκτεταμένων διαδηλώσεων;
– Πρέπει να καταλάβουμε ότι η κρίση, στην πραγματικότητα, δεν είναι απολύτως καινούργια, αλλά βιώνουμε μια κρίση αρχών και αξιών. Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2022, είχαμε κυρίως αντισυστημικές προσωπικότητες που, στην ουσία, κέρδισαν μια τεράστια πλειοψηφία. Το 58% των ψηφοφόρων ψήφισε αντισυστημικά κόμματα και αυτό λέει πολλά για τη δυσαρέσκεια των Γάλλων ψηφοφόρων. Επειτα, είχαμε την απογοήτευση των πολιτών που εκφράστηκε με τις εκλογές του 2024, που το κοινοβούλιο χωρίστηκε σε τρία βασικά μπλοκ, με το δεξιό να κατέχει περίπου το ένα τρίτο των εδρών. Ωστόσο, αν εξετάσουμε τους συνασπισμούς βαθύτερα, για παράδειγμα το Συντηρητικό Κόμμα δεν είναι πλήρως ενωμένο και κάποιοι κλίνουν προς την Ακροδεξιά. Το ίδιο ισχύει και στην Αριστερά, όπου στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα κοινό μεταξύ του Σοσιαλιστικού Κόμματος, των Πρασίνων και της Ανυπότακτης Γαλλίας, που εκπροσωπεί ένα είδος «επαναστατικού κινήματος» με στόχο να μπλοκάρει τα πάντα και να αμφισβητήσει τις αρχές μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, καλώντας σε εξέγερση. Επομένως, και οι συμμαχίες σήμερα είναι διχασμένες.
– Φοβάστε ότι η Γαλλία οδεύει προς μια κατάσταση αστάθειας; Θα δούμε μια επανάληψη των «Κίτρινων Γιλέκων»;
– Θα μπορούσαμε να δούμε αυτό το είδος κινήματος, ακόμα και αν αυτό εκφράζει μόνο μια μειοψηφία του γαλλικού λαού. Οι περισσότεροι Γάλλοι προτιμούν να έχουν σταθερότητα και θεωρούν ότι αν οι άνθρωποι πρέπει να διαμαρτυρηθούν πρέπει να το κάνουν είτε μέσω των συνδικάτων είτε μέσω των εκλογών. Ωστόσο, αυτό που βιώνουμε σήμερα είναι ένα είδος αστάθειας και δείχνει ότι υπάρχει μια μειοψηφία που δεν αποδέχεται τους βασικούς ρόλους της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, και αυτό είναι πολύ τρομακτικό. Ομως, πρέπει να επισημάνω ότι δεν βρισκόμαστε σε προεπαναστατική κατάσταση, αλλά η κατάσταση εξακολουθεί να μην είναι πολύ καλή.
– Πώς πρέπει να διαχειριστεί ο νέος πρωθυπουργός την κατάσταση και ποια πολιτική ευθυγράμμιση πρέπει να ακολουθήσει;
– Η απάντηση είναι δύσκολη γιατί, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να έχουμε ένα είδος κυβέρνησης συνασπισμού. Θα μπορούσε να κλίνει λίγο περισσότερο προς τα Αριστερά και νομίζω ότι αυτό θα είναι καλύτερο για τη Γαλλία ώστε να έχουμε ένα είδος μεγάλης κυβέρνησης συνασπισμού, όπως στη Γερμανία, αλλά πλέον δεν υπάρχει πολιτική ωριμότητα στα περισσότερα κόμματα ώστε να χτίσουν αυτή τη συμμαχία, και επίσης υπάρχει δυσπιστία απέναντι στον Μακρόν. Αυτή η δυσπιστία είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σε μια εποχή που πρέπει να πάρουμε σκληρές αποφάσεις, δεδομένης τόσο της δημοσιονομικής κατάστασης στη χώρα όσο και της διεθνούς κατάστασης.
– Πιστεύετε ότι η δημοσιονομική κρίση θα ωθήσει τη Γαλλία προς το ΔΝΤ;
– Δεν βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο, αλλά αν δεν κάνουμε τίποτα τα επόμενα δύο-τρία χρόνια, τότε σίγουρα θα είναι πολύ δύσκολα για τη Γαλλία.
– Υπάρχουν μετριοπαθείς πολιτικοί που θα μπορούσαν ρεαλιστικά να διαδεχθούν τον Μακρόν ή πιστεύετε ότι η Λεπέν και ο Μελανσόν θα κυριαρχήσουν στις επόμενες προεδρικές εκλογές;
– Υπάρχουν κάποιοι πολιτικοί, όπως οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, ο Εντουάρ Φιλίπ και ο Γκαμπριέλ Ατάλ, αλλά δεδομένης της δυσπιστίας προς αυτές τις προσωπικότητες νομίζω ότι θα είναι πολύ δύσκολο για αυτούς να τα καταφέρουν. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάποιος ηγέτης όπως ο στρατηγός Ντε Γκωλ και δεν έχουμε αυτό το είδος χαρακτήρων. Ελπίζω μόνο ότι στα επόμενα δύο χρόνια θα εμφανιστεί μια τέτοια ηγετική προσωπικότητα.
– Προβλέπετε ότι η πολιτική κρίση στη Γαλλία θα επηρεάσει τον ρόλο και την επιρροή της εντός της Ε.E.;
– Από τη μια, λόγω του Συντάγματος, ο πρόεδρος έχει εξέχοντα ρόλο στις διεθνείς και στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Αυτό σημαίνει ότι ο Μακρόν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει όσον αφορά τις κατευθύνσεις της εξωτερικής πολιτικής, ωστόσο τα άλλα μέλη της Ε.Ε., συν το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, σίγουρα θα πουν: «Εχουμε τον Μακρόν για τα επόμενα δύο χρόνια, αλλά η θέση του είναι πολύ ευάλωτη στη Γαλλία». Και δεν θα εκδηλωθεί σε μορφή δυσπιστίας και αμφισβήτησης, αλλά όλοι θα σκεφτούν ότι πρέπει να τα καταφέρουμε χωρίς τη Γαλλία, επειδή θα υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες, καθώς και η προοπτική να κερδίσει η Ακροδεξιά τις προεδρικές εκλογές το 2027. Από την άλλη, ανάλογα με την κυβέρνηση που θα έχουμε, για ορισμένες αποφάσεις θα χρειαστούμε και την έγκριση του πρωθυπουργού και του υπουργού Ενόπλων Δυνάμεων. Υπάρχουν επίσης δημοσιονομικοί περιορισμοί και μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν και να εφαρμοστούν και γι’ αυτό η απόφαση του Μπαϊρού να προχωρήσει σε ψήφο εμπιστοσύνης μάς εξέπληξε, καθώς ο προϋπολογισμός πρέπει να ψηφιστεί σε επτά εβδομάδες λόγω του χρονοδιαγράμματος που επιβάλλει το Σύνταγμα και στην πραγματικότητα δεν έχουμε κυβέρνηση.
