«Αισθάνομαι προνομιούχος που συνεργάζομαι με τον Γιώργο Λάνθιμο»

«Αισθάνομαι προνομιούχος που συνεργάζομαι με τον Γιώργο Λάνθιμο»

Ο γραφίστας Βασίλης Μαρματάκης, σταθερός συνεργάτης του Ελληνα σκηνοθέτη από την εποχή του «Κυνόδοντα», εξηγεί στην «Κ» πώς δημιούργησε την αφίσα για τη νέα του ταινία «Bugonia»

8' 11" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Η ΕΜΑ ΣΤΟΟΥΝ δεν είναι πια η Μπέλα Μπάξτερ. Ούτε η Ρίτα, η Λιζ ή η Εμιλι του «Kinds of Kindness». Τώρα ξυρίζει το κεφάλι της και κοιτά ψηλά, σαν άλλη Ζαν Ντ’Αρκ, πίσω από δύο αινιγματικές στρώσεις, μία από μέλι και μία από αίμα και μια γραμματοσειρά που έχει κάτι από το παρελθόν και κάτι από το μέλλον: «Bugonia». 

Αυτή την οπτική σύνθεση επέλεξε ο Βασίλης Μαρματάκης για τη βασική αφίσα της νέας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου που έκανε και τα επίσημα «αποκαλυπτήριά» της στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, πριν από λίγες μέρες. Ο γραφίστας έχει συνδεθεί άρρηκτα με την οπτική ταυτότητα του σύμπαντος του Ελληνα σκηνοθέτη, από τον «Κυνόδοντα» (2009) και έπειτα, όντας ένας εκ των μακροβιότερων συνεργατών του – τον «περνά» ο Γιώργος Μαυροψαρίδης, που ανέλαβε το μοντάζ για τον Λάνθιμο ήδη από την «Κινέττα» (2005). Από τις αφαιρετικές γραμμές του «Κυνόδοντα» μέχρι την «άδεια» αγκαλιά του «Αστακού» και τους άντρες που έγιναν το μακιγιάζ της Μπέλα Μπάξτερ στο «Poor Things», ο γραφίστας έχει βάλει την υπογραφή σε αισίως 11 δουλειές του Λάνθιμου, με τα πόστερ του. 

Οι αφίσες του Βασίλη Μαρματάκη δεν είναι ποτέ προφανείς, επιλέγουν πάντα τον δρόμο του υπαινιγμού και μοιάζουν να επιτελούν τον σκοπό τους σε δύο πράξεις: δίνοντας στον θεατή πριν από την προβολή κάποια βασικά στοιχεία της ταινίας, τα οποία «ξεκλειδώνουν» στην ολότητά τους όταν πλέον πέφτουν οι τίτλοι τέλους. 

10.000 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΦΙΣΑ

«Αισθάνομαι προνομιούχος που συνεργάζομαι με τον Γιώργο Λάνθιμο»-1
Η πρώτη, επίσημη αφίσα του «Bugonia», διά χειρός Βασίλη Μαρματάκη.

Και η δημιουργική διαδικασία για τον ίδιο περνάει από πολλά στάδια. Στην περίπτωση του «Bugonia», η πρώτη επαφή του γραφίστα έγινε με το σενάριο της ταινίας που έφτασε στα χέρια του. Παράλληλα, είδε και το «Save the Green Planet» (2003), την κορεάτικη ταινία του Τζανγκ Τζουν-χουάν στην οποία βασίζεται η σάτιρα επιστημονικής φαντασίας του «Bugonia». 

Για να έχει μια καλύτερη εικόνα, προσπαθεί πάντα να πηγαίνει στα γυρίσματα της ταινίας για την οποία αναλαμβάνει τα εικαστικά, έτσι τον περασμένο Ιούλιο βρέθηκε στην Αγγλία και στο σετ των γυρισμάτων της ταινίας (τα οποία πέρα από Βρετανία έγιναν και στις ΗΠΑ). «Οποτε μπορώ, το κάνω αυτό, γιατί είναι ο μόνος τρόπος για να καταλάβεις πραγματικά τι πάει να δημιουργηθεί», εξηγεί τηλεφωνικά ο Βασίλης Μαρματάκης, λίγες ώρες μετά την επιστροφή του από τη Βενετία. 

Δεν αρκεί μόνο η διά ζώσης εμπειρία του για να συλλάβει το πνεύμα μιας ταινίας όσο δημιουργείται, έτσι κάθε φορά ζητάει στο τέλος όλες -και όχι μόνο τις επιλεγμένες- φωτογραφίες που έχουν τραβηχτεί είτε από την παραγωγή είτε από τον ίδιο τον Λάνθιμο. Στην περίπτωση του «Bugonia» βρέθηκαν στα χέρια του περίπου 10.000 φωτογραφίες. Καθετί μπορεί να φανεί χρήσιμο. «Μπορεί να είναι φωτογραφίες και από τα σκηνικά άδεια ή έναν σκέτο ουρανό γιατί ποτέ δεν ξέρω τι μπορεί να μου χρησιμεύσει. Μπορεί να χρειάζομαι ένα σώμα χωρίς το κεφάλι, οτιδήποτε», λέει.

«Προσπαθώ να δημιουργήσω εικαστικά τα οποία καλύπτουν ή εξερευνούν οπτικά κάποιες ιδέες της ταινίας. Γιατί με την αφίσα δεν μπορείς να εκφράσεις ό,τι μήνυμα περνάει η ταινία».

Ξεκίνησε να δουλεύει για το «Bugonia» και τις διαφορετικές εκδοχές των εικαστικών της ταινίας πέρυσι τον χειμώνα, πριν παρουσιάσει στον σκηνοθέτη 15 ολοκληρωμένες ιδέες. Είναι πάντα σημαντικό για τον γραφίστα να είναι οι αφίσες ολοκληρωμένες και όχι να παρουσιάζει κάποια ημιτελή προσχέδιά τους. Οπως και οι πολλές διαφορετικές εκδοχές που εξυπηρετούν την προσέγγισή του: «Αυτό που κάνω είναι ότι προσπαθώ να δημιουργήσω εικαστικά τα οποία καλύπτουν ή εξερευνούν οπτικά κάποιες ιδέες της ταινίας. Γιατί με την αφίσα δεν μπορείς να εκφράσεις ό,τι μήνυμα περνάει η ταινία. Συνθέτω εικόνες και από το αποτέλεσμα λέω “Ok, αυτή είναι η ταινία” ή μια πλευρά της ταινίας». Από αυτές τις 15 εκδοχές, λοιπόν, κατέληξαν με τον Λάνθιμο σε 10 αφίσες τις οποίες και παρουσίασαν στους παραγωγούς. Από αυτές, θα δούμε εν καιρώ άλλες τέσσερις πέρα από τη βασική αφίσα.

Τον τελικό λόγο τον έχει ο Λάνθιμος, μιας και έχει πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο στις δουλειές του, πάντα βέβαια σε διάλογο με τους παραγωγούς. «Μπορεί να τύχει να προτιμούν μια πρόταση, αλλά επειδή βγαίνουν συνήθως δυο τρεις αφίσες, τις βάζουμε σε μια σειρά, οπότε υπάρχει κάποια συνεννόηση», εξηγεί ο γραφίστας. Ακόμα και σε μικρές «διαφωνίες», η λύση βρίσκεται στη μέση. «Για παράδειγμα, στο “Poor Things”, οι παραγωγοί ήθελαν να γίνει και μία αφίσα λίγο πιο εμπορική, με τους άντρες της ταινίας, οπότε σχεδίασαν αυτοί αρχικά μία αφίσα. Εκεί κράτησα εγώ το πάνω μέρος της αφίσας, το πρόσωπο της Εμα Στόουν και ξαναέφτιαξα όλο το κάτω» – ο Μαρματάκης αναφέρεται στην αφίσα στην οποία οι ανδρικές φιγούρες της ταινίας «αναβλύζουν» μέσα από μάρμαρα από το στήθος της Μπέλα Μπάξτερ. 

ΑΠΟ ΤΗ Ν. ΖΗΛΑΝΔΙΑ ΣΤΗ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΕΙΡΑ ΤΟΥ «BUGONIA»

«Αισθάνομαι προνομιούχος που συνεργάζομαι με τον Γιώργο Λάνθιμο»-2
Η Εμα Στόουν στο «Bugonia» πριν γίνει… Ζαν Ντ’Αρκ. [Focus Features via AP]

Οι δουλειές του Β. Μαρματάκη φέρνουν εύκολα στον νου τις αφίσες της πολύ ενδιαφέρουσας πολωνική σχολής, πάντως οι αναφορές του δεν είναι πάντα συνειδητές ή άμεσες. Λατρεύει τις αφίσες της εν λόγω σχολής, όπως και εικαστικά του Χόλιγουντ από τις δεκαετίες του ’50 και του ’80, πάντως, σχετικά με τις συνδέσεις με την πρώτη, ο ίδιος θεωρεί πως «έχει περισσότερο να κάνει με το ότι δεν είναι κοντά οι αφίσες μου με τη σημερινή mainstream σχολή κινηματογραφικής αφίσας». Ούτε η σύνδεσή του με τη Ζαν Ντ’Αρκ, όπως την έχουμε στο μυαλό μας από την ταινία του Καρλ Τέοντορ Ντράγιερ, στην περίπτωση του «Bugonia» ήταν κάτι συνειδητό, το συνειδητοποίησε όταν κάποιος του το ανέφερε, αφού η αφίσα είχε κυκλοφορήσει. 

«Ετσι κι αλλιώς οι αφίσες μου δεν θέλω να είναι πολύ συγκεκριμένες», παραδέχεται. «Στην αφίσα του “Bugonia” έχουμε ένα πρόσωπο το οποίο κοιτάει προς τα πάνω. Δεν ξέρουμε αν κοιτάει τον ουρανό ή κάποιον από πάνω της. Και πέφτουν πάνω της δύο στρώσεις υλικών: μέλι και αίμα ή ραδιοκύματα. Και το πρόσωπο της Εμα Στόουν βρίσκεται κάπου μεταξύ έκστασης και απόγνωσης». 

Η αφίσα του «Bugonia» όπως εξηγεί ο Βασίλης Μαρματάκης είναι αρκετά απλή. Εχει πέντε στρώσεις: το background, την Εμα Στόουν, το μέλι, το αίμα και την τυπογραφία. «Δούλεψα λοιπόν με τις φωτογραφίες από τα γυρίσματα, με κάποια παλιά χαρτιά που είχα σκανάρει, με βρεγμένες εκτυπώσεις και εικόνες από image bank, το μέλι και το αίμα π.χ., το πήρα από εκεί, απλά έγινε κάποια επεξεργασία από την Ειρήνη Αλέξη και την Γκέλυ Καλαμπάκα», εξηγεί. 

«Και εγώ, πρώτη φορά δουλειές άλλων σχεδιαστών τις βλέπω στο κινητό μου. Το έχω υπόψη μου και σαν χρήστης και σαν σχεδιαστής. Πάντα οι αφίσες περνάνε “το τεστ” του κινητού».

Το πιο περιπετειώδες «ταξίδι» αυτού του εικαστικού ήταν αυτό της τυπογραφίας. Ο γραφίστας έψαχνε κάποια γραμματοσειρά που να είναι κάτι μεταξύ επιστημονικής φαντασίας και DIY αισθητικής. «Είχα υπόψη μου έναν Νεοζηλανδό σχεδιαστή που λέγεται Τζόζεφ Τσέρτσγουορντ και έκανε πολύ ιδιαίτερες γραμματοσειρές. Και θυμόμουν πως είχε μια γραμματοσειρά έτσι κάπως τετραγωνισμένη. Εψαξα και τη βρήκα αλλά δεν είχε ψηφιοποιηθεί και βρήκα το αρχέτυπο στο Μουσείο της Νέας Ζηλανδίας. Το ζητήσαμε από το μουσείο, το οποίο μας παρέπεμψε στην κόρη του, η οποία μας παρέπεμψε σε αυτούς που έχουν τώρα τα δικαιώματα. Ηταν λίγο μια περιπέτεια να καταφέρουμε να ψηφιοποιήσουμε τη γραμματοσειρά, η οποία λέγεται Churchward Roundsquare. Πίστευα πως θα λειτουργούσε πολύ καλά γιατί έχει κάτι μονολιθικό αλλά και κάτι πολύ αιχμηρό παράλληλα», αναλύει. H τυπογραφία δεν εξαντλείται στην αφίσα, μιας και τα στοιχεία της τυπογραφίας μπορούν μετέπειτα να εφαρμοστούν σε κάρτες αρχής, τέλους και μεσότιτλους της ταινίας, κάτι που ο Βασίλης Μαρματάκης έχει πάντα στο μυαλό του όταν δουλεύει ένα εικαστικό. 

Καλώς ή κακώς, μια τόσο λεπτομερής δουλειά, φτάνει να καταναλώνεται τις περισσότερες φορές σε μια μικρή οθόνη κινητού κάτι που ο γραφίστας λαμβάνει πάντα υπόψη του. «Και εγώ, πρώτη φορά design δουλειές άλλων σχεδιαστών τις βλέπω στο κινητό μου. Το έχω υπόψη μου και σαν χρήστης και σαν σχεδιαστής. Πάντα οι αφίσες περνάνε “το τεστ” του κινητού», λέει. 

Εξακολουθεί βέβαια να αγαπά τη φυσικότητα των υλικών στη δουλειά του γι’ αυτό και όλες οι παρουσιάσεις που κάνει γίνονται πάντα σε μεγάλες εκτυπώσεις, 70 x 100. «Στη συγκεκριμένη παρουσίαση, που έγινε στο σπίτι του Γιώργου, είχαμε απλώσει τις αφίσες παντού, στους τοίχους, στους καναπέδες», αναφέρει.

«ΟΙ ΑΦΙΣΕΣ ΣΤΟΝ ΦΥΣΙΚΟ ΧΩΡΟ ΕΧΟΥΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ Η ΖΩΗ ΓΥΡΩ ΤΟΥΣ»

«Αισθάνομαι προνομιούχος που συνεργάζομαι με τον Γιώργο Λάνθιμο»-3
Ο Ελληνοαμερικανός κωμικός Σταύρος Χαλκιάς (αριστερά) με την Εμα Στόουν και τον Γιώργο Λάνθιμο στην πρεμιέρα του «Bugonia» στη Βενετία. [Scott A Garfitt/Invision/AP]

Οσο ψηφιακή και αν έχει γίνει για όλους μας η κατανάλωση εικόνων, πάντα ο Βασίλης Μαρματάκης θα θεωρεί πως οι αφίσες ανήκουν στον φυσικό τους χώρο: «Εκεί έχουν πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από το να τις βλέπεις στο κινητό σου διότι στην πρώτη περίπτωση συμβαίνει η ζωή γύρω τους», υποστηρίζει. 

Για την αφίσα του «Bugonia», είχε αυτή την πρώτη φυσική εμπειρία στη Μόστρα της Βενετίας και περιγράφει μια εμπειρία εντελώς… «λανθιμική»: «Είδα την αφίσα μου υπό συνθήκες πρεμιέρας, οπότε ήταν σε έναν τεράστιο εξωτερικό χώρο και από κάτω ήταν κόσμος ο οποίος ούρλιαζε “Emma”, “Emma”. Το οποίο είναι και κάπως αστείο, γιατί στα ελληνικά ακούγεται σαν να ουρλιάζουν “αίμα”, “αίμα”», μεταφέρει και γελάει. 

Για την ταινία δεν μπορεί να πει πολλά, παρά μόνο πως «υπάρχει μια κοινή πλοκή με το “Save the Green Planet”, αλλά εικαστικά, οπτικά είναι πολύ διαφορετική ταινία», ενώ εντοπίζει και σεναριακές διαφορές. Η πρεμιέρα στη Βενετία πήγε πολύ καλά όπως λέει και ο κόσμος ήταν ενθουσιώδης στο τέλος της. Ο ίδιος, πάλι, περνούσε το δικό του «stage fright», έστω και κάτω από τη σκηνή: «Πάντα αγχώνομαι στις πρεμιέρες, μου φαίνεται πολύ αγχωτική όλη η διαδικασία. Και κατά τη διάρκεια της ταινίας, γιατί πάντα σκέφτομαι αν θα γελάσουν στο τάδε σημείο. Δεν μπορώ να σου πω ότι το ευχαριστιέμαι, είμαι σε μια περίεργη ένταση. Κάπως αισθάνομαι ότι είναι σαν να τρως το φαΐ μπροστά σε κάποιον που το έχει μαγειρέψει».

Ο Βασίλης Μαρματάκης δεν θα πει όμως το ίδιο και για τη συνεργασία του με τον Γιώργο Λάνθιμο: «Πάντα χαίρομαι, γιατί αισθάνομαι προνομιούχος να δουλεύω για έναν σκηνοθέτη που μου αρέσουν τόσο οι ταινίες του». 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT