Η ιταλική κατοχή στη Λέρο διήρκεσε 31 χρόνια, από το 1912 έως το 1943. Από το 1923 έως και το 1935, τα ελληνικά διδάσκονται στα σχολεία του νησιού λίγες ώρες την εβδομάδα ως δεύτερη γλώσσα. Από το 1936 και μετά, τα ελληνικά απαγορεύονται εντελώς στην εκπαίδευση. Η εικαστικός Γκιουλσούν Καραμουσταφά στέκεται σε αυτήν την πληροφορία όταν η Μπουρτσού Φικρέτογλου και η Γκιζέμ Ναζ Κουντούνογλου, ιδρύτριες της πλατφόρμας Perasma, την προσκάλεσαν να συμμετάσχει στην 3η έκθεση του Leros project με τίτλο «Διπλώνοντας τη θάλασσα σε φορέματα που διαλύονται σαν αλάτι». Οι δύο επιμελήτριες της πρότειναν το Δημοτικό Σχολείο στο Λακκί ως πιθανό χώρο για να εκθέσει το έργο της, της έδωσαν υλικό και την άφησαν ελεύθερη να εμπνευστεί από την ιστορία του νησιού και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του σχολείου.
Η καλλιτέχνις αποφάσισε να επικεντρωθεί στο θέμα της γλωσσικής καταπίεσης και έτσι ξεκίνησε μια έρευνα σχετικά με τις «απαγορευμένες γλώσσες», εκείνες που κανείς μιλάει στο σπίτι του αλλά δεν συναντά ποτέ στα επίσημα έγγραφα μιας χώρας, αυτές που δεν βρίσκουν ποτέ θέση στα σχολικά βιβλία ή που κινδυνεύουν να σβήσουν γιατί χάνονται οι κοινότητες που τις μιλούν. «Το πρώτο πλήγμα που επιχειρείς σε έναν λαό ή μια κοινότητα όταν θες να επιβληθείς είναι η γλώσσα του», λέει στην «Κ». Στη διάρκεια της σύντομης έρευνάς της –σχεδόν 3 μήνες– κατέγραψε περισσότερα από 100 γλωσσικά ιδιώματα (ποντιακά, γαελικά, ελληνικά της Καππαδοκίας, ουαλικά, αστουριανά, αρβανίτικα) που ζουν στο περιθώριο μιας επίσημης γλώσσας.

Το τετράδιο
Σε μία από τις αναζητήσεις της στο Διαδίκτυο έπεσε πάνω σε ένα παιδικό τετράδιο μιας Καταλανής που είχε γράψει στα ισπανικά εκατοντάδες φορές τη φράση: «Στο σχολείο δεν πρέπει να μιλώ τη μητρική μου γλώσσα». Σχεδίασε πατρόν για παιδικά ρούχα –φορεματάκια, μπλούζες και κοντά παντελονάκια– σε φυσικό μέγεθος και έγραψε με το χέρι της πάνω στο χαρτί αυτήν τη φράση. Στη συνέχεια, έκοψε καμβάδες πάνω στα μέτρα του πατρόν και τύπωσε πάνω τους με τυχαία σειρά τις χειρόγραφες προτάσεις. «Με ενδιέφερε η χειρωναξία σε αυτό το έργο γιατί μου θύμιζε τον κόπο που κατέβαλε η μικρή μαθήτρια για να συμμορφωθεί με τις εντολές του δασκάλου», εξηγεί.
Στην πραγματικότητα, δεν μου αρέσουν τα έργα που προκαλούν. Επιλέγω να αφηγούμαι την ιστορία με λεπτομέρειες, όχι απαραίτητα ακριβείς, αλλά βαθιά συγκινητικές και ανθρώπινες.
Στα εγκαίνια της έκθεσης, η εγκατάσταση της Καραμουσταφά «Mother Tongue (I Must Not Speak My Mother Tongue At School)» βρήκε τη θέση της στο περιστύλιο του σχολείου. Οι ρητές απαγορεύσεις των δασκάλων ανέμιζαν στον αέρα θυμίζοντας παιδική μπουγάδα και μας υπενθύμιζαν πως τέτοιες πρακτικές έχουν μικρή ζωή, διαρκούν όσο κρατάει μια σχολική ώρα. Στο διάλειμμα, στο δημοτικό της Λέρου αλλά και κάθε τόπου όπου επιβάλλονταν και επιβάλλονται ανάλογα μέτρα, τα παιδιά τείνουν να αποβάλουν πολύ γρήγορα από το σύστημά τους τους σχολικούς κανόνες. Παίζουν, ονειρεύονται, κάνουν σχέδια και μαλώνουν στη γλώσσα που υπαγορεύει η καρδιά τους. «Στο πλαίσιο της έρευνας, ανέτρεξα και σε ένα έργο που είχα κάνει με δικά μου σχολικά τετράδια στα οποία γράφαμε για τα σύνορα και τους γείτονες της Τουρκίας. Μαθαίναμε πως η Τουρκία έχει εχθρούς, η Ρωσία ήταν ο πρώτος. Oταν είσαι παιδί και ακούς ότι μια σιδερένια κουρτίνα (Σιδηρούν Παραπέτασμα) χωρίζει τον κόσμο αυτό είναι ένα μεγάλο τραύμα. Kαι βέβαια υπήρχε η Ελλάδα που δεν ήταν ακριβώς εχθρός αλλά κίνδυνος, απειλή».

Η ίδια βέβαια έχει στενούς δεσμούς με την Ελλάδα. Το έργο της «Τhe Apartment Building» (2012) το οποίο ανήκει στη συλλογή του ΕΜΣΤ και είχε υλοποιηθεί όταν διευθύντρια του μουσείου ήταν η Aννα Καφέτση, παρουσιάστηκε και στην documenta 14 στο Κάσελ. «Σε αυτό το κτίριο μένω ακόμα και σήμερα, αλλά ανήκε σε ελληνική οικογένεια και αυτοί είχαν φτιάξει την πολυκατοικία».
Η ανθρώπινη κατάσταση
Οι έννοιες της εξορίας, της μετανάστευσης, της σεξουαλικότητας είναι κομβικές στο έργο της. «Με ενδιαφέρει η ανθρώπινη κατάσταση, εγώ προσπαθώ να πω τη δική μου ιστορία και μέσα από αυτή λέω και κάτι μεγαλύτερο». Στο στρατιωτικό πραξικόπημα της Τουρκίας του 1971, εκείνη και ο σύζυγός της φυλακίζονται, όπως και πολλοί άλλοι ακτιβιστές, καλλιτέχνες και φοιτητές για εναντίωση στο καθεστώς. «Ξέρετε και στην Ελλάδα από δικτατορίες, δεν σου λέω κάτι καινούργιο». Παραμένει στη φυλακή έξι μήνες και ο σύζυγός της δυόμισι χρόνια, ενώ τους απαγορεύουν την έξοδο από τη χώρα για 16 χρόνια. Για τις συνθήκες κράτησής της και όσα βίωσε και είδε στη φυλακή έκανε μια σειρά από πίνακες, που αργότερα ονόμασε «Τhe Prison paintings» (1972) και τα άφησε στην άκρη για 40 χρόνια, μέχρι που τα έδειξε το 2013 στο Salt στην Κωνσταντινούπολη. «Χαίρομαι που τα έκανα αμέσως μετά την αποφυλάκισή μου γιατί κρατούν την ένταση της στιγμής, είναι μια μαρτυρία, από εκεί και πέρα τα έργα ανήκουν στην εποχή τους γίνονται μέρος της Ιστορίας ή ξεχνιούνται».
Τη ρωτώ αν επιδιώκει να προκαλέσει με τα έργα της, να θεραπεύσει ή αν περιορίζει τον εαυτό της στον ρόλο του παρατηρητή. «Στην πραγματικότητα, δεν μου αρέσουν τα έργα που προκαλούν. Αυτό μπορεί να γίνει στον δρόμο, για παράδειγμα με τις αφίσες που φτιάχναμε όταν ήμασταν φοιτητές. Αυτές όμως οι ενέργειες είναι πιο κοντά στην αγκιτάτσια και την προπαγάνδα. Και σήμερα υπάρχουν έργα που κινούνται σε αυτήν την κατεύθυνση, όπως τα γκράφιτι. Εγώ όμως επιλέγω να αφηγούμαι την ιστορία με λεπτομέρειες, όχι απαραίτητα ακριβείς, αλλά βαθιά συγκινητικές και ανθρώπινες. Θέλω να αγγίξω τον θεατή, να τον κάνω να σταθεί, να σκεφτεί».
Επισημαίνω ότι η αναγνώριση σε διεθνές επίπεδο άργησε για εκείνη. «Η αλήθεια είναι πως όλα ξεκίνησαν με την 3η International Ιstanbul Biennal το 1992 και την εγκατάσταση «Μystic Transport», ένα έργο με 20 τροχοφόρα μεταλλικά καλάθια που περιείχαν παπλώματα, ένα σχόλιο για τους βίαιους εκτοπισμούς και την έννοια της ταυτότητας και του ανήκειν», μου εξηγεί. «Ωστόσο, για μένα η δουλειά είναι σημαντική, όχι η φήμη που σου εξασφαλίζει. Δουλεύω σκληρά ακόμα και σήμερα, πάντα δούλευα με μια συνέπεια και αυτός ο δρόμος σου χαρίζει αυτοπεποίθηση και μια ανακούφιση ότι κάνεις κάτι καλό, κάτι που αφορά το κοινό». Αν γυρνούσε πίσω τον χρόνο, τι θα συμβούλευε τη νεαρή Γκιουλσούν; «Τίποτα. Οταν ξεκίνησα, δεν υπήρχαν μουσεία για τη σύγχρονη τέχνη ούτε γκαλερί και όμως επέμεινα σε αυτόν τον δρόμο. Θα έλεγα στον νεότερο εαυτό μου πως με θαυμάζω για την τρέλα και τον ενθουσιασμό που επέδειξα».
Εως τις 24/8, Δημοτικό Σχολείο Λακκίου, perasma.istanbul.

