Μετρούν πάνω από 30 χρόνια γνωριμίας και φιλίας, από όταν οι δυο τους συναντήθηκαν στη Μελβούρνη, από την οποία κατάγεται ο Τζιμ Γουάιτ και ζούσε τότε ο Γιώργης Ξυλούρης, ή αλλιώς, Ψαρογιώργης, όπως είναι το μουσικό του προσωνύμιο.
Φαινομενικά, δεν είχαν και πολλά κοινά στη μουσική τους. Ο Γουάιτ προερχόταν από τον κιθαριστικό ήχο, με «θητεία» σε μπάντες όπως οι Dirty Three, το σχήμα στο οποίο βρίσκουμε και τον στενό συνεργάτη του Νικ Κέιβ, Γουόρεν Ελις· αλλά μετρά και συνεργασίες με ονόματα όπως ο Μπόνι Πρινς Μπίλι, η Πι Τζέι Χάρβεϊ, ενώ πέρυσι ανέλαβε τα ντραμς και για το σούπερ γκρουπ των Hard Quartet. Ο Γιώργης Ξυλούρης, από την άλλη, συνεχίζει τη μακρά μουσική παράδοση της οικογένειάς του, αναβιώνοντας τον ήχο της Κρήτης, μέσα από το Xylouris Ensemble, τη συνεργασία του με τον πατέρα του Ψαραντώνη και δεκάδες ακόμα συμμετοχές σε δίσκους άλλων μουσικών.
Ενα ντουέτο που φιλτράρει την κρητική ηχητική παράδοση, την μπλέκει με το σχεδόν πρωτόγονο νεύρο των τυμπάνων του Γουάιτ και δημιουργεί ένα ηχητικό αποτέλεσμα που μπορεί να εκτιμήσουν εξίσου οι λάτρεις της παράδοσης, οι ακροατές της «world music», αλλά και οι εναλλακτικοί.
Πριν περίπου μια δεκαετία έδωσαν τα χέρια για να δημιουργήσουν τους Xylouris White. Ενα ντουέτο που φιλτράρει την κρητική ηχητική παράδοση, την μπλέκει με το σχεδόν πρωτόγονο νεύρο των τυμπάνων του Γουάιτ και δημιουργεί ένα ηχητικό αποτέλεσμα που μπορεί να εκτιμήσουν εξίσου οι λάτρεις της παράδοσης, οι ακροατές της «world music», αλλά και οι εναλλακτικοί. Οχι τυχαία οι δίσκοι των Xylouris White έχουν κυκλοφορήσει σε ετικέτες όπως η Bella Union και η Drag City.
Οπως λέει, βέβαια, ο Τζιμ Γουάιτ, δεν υπάρχει συναυλία των Xylouris White στην οποία δεν θα δώσει το «παρών» Ελληνας. Σε λίγες μέρες, το ντουέτο θα εμφανιστεί επί ελληνικού εδάφους, σε μια συναυλία στο θέατρο Δόρα Στράτου, στο πλαίσιο των Φ Hill Sessions (6/8) και μία ακόμα στην Τήνο και το θέατρο στον Κουμάρο (7/8). Λίγο πριν ετοιμάσουν βαλίτσες, ο Γιώργης Ξυλούρης και ο Τζιμ Γουάιτ μιλούν στην «Κ» για όλα εκείνα που απαρτίζουν το σύμπαν των Xylouris White.

– Προέρχεστε από αρκετά διαφορετικό μουσικό υπόβαθρο. Υστερα από τόσα χρόνια συνεργασίας, ποια είναι τα νέα εδάφη και οι προσεγγίσεις που σας έχει ανοίξει η μουσική του άλλου;
Τζιμ Γουάιτ: Μου αρέσει να ανακαλύπτω νέα εδάφη κάθε τόσο –είναι στον χαρακτήρα μου– καθώς αυτό σου επιτρέπει να αλλάζεις ή να βλέπεις πώς έχεις αλλάξει. Είναι υπέροχο να έχω μια τόσο μακροχρόνια σχέση με τον Γιώργη Ξυλούρη. Μια σχέση που διατρέχει το παρελθόν και το μέλλον, καθώς έχουμε επηρεάσει ο ένας τη ζωή του άλλου και την έχουμε γεμίσει με τη ρυθμική δεξιοτεχνία του χορού και τον εκπληκτικό κόσμο του ριζίτικου. Θα χρειαστώ μια ακόμα ζωή για να τον αγκαλιάσω, αλλά μας έχει επιτρέψει να ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι όπου βρίσκουμε νέους τρόπους προσέγγισης. Για παράδειγμα, το τελευταίο μας άλμπουμ αποφεύγει τις παραδοσιακές φόρμες και μελωδίες. Νιώθω ότι το πρώτο άλμπουμ, το «Goats» και το τελευταίο, «The Forest in Me», στέκουν σαν όμορφοι βιβλιοστάτες.
Με τον Τζιμ είδα το λαούτο αλλιώς, εκτός πλαισίου, το ξανασκέφτηκα, το αναθεώρησα.
Γιώργης Ξυλούρης: Οταν παίζεις με κάποιον για χρόνια, μαθαίνεις να ακούς και με τα αυτιά του. Ενα συν ένα γίνεται ένα κι άλλο «ένα». Με τον Τζιμ είδα το λαούτο αλλιώς, εκτός πλαισίου, το ξανασκέφτηκα, το αναθεώρησα. Κάποια πράγματα είναι σημαντικά για μένα, το να μη φοβάσαι το απλό και το άγνωστο. Αυτό που χτίζουμε μαζί δεν μοιάζει με τίποτα προηγούμενο, όμως κουβαλάει και τα δύο μας σύμπαντα.
– Η μουσική σας ακούγεται κιόλας σαν ένας ανοιχτός διάλογος. Αλήθεια, τόσα χρόνια μετά η μουσική επικοινωνία σας είναι λεκτική ή ακολουθεί μια άλλη οδό;
Γ.Ξ.: Μιλάμε αρκετά. Αλλά όταν παίζουμε, είναι κάτι άλλο, παίζουμε και καταλαβαίνουμε τι θέλει να πει ο άλλος. Είναι σαν αναπνοή. Η γλώσσα μας εκείνη τη στιγμή είναι η μουσική, ούτε αγγλικά ούτε ελληνικά.
– Είναι δύσκολο επίσης να βάλει κανείς τον ήχο σας σε κουτάκια. Το γεγονός ότι ο πιο στενός σας συνεργάτης, ο παραγωγός σας, είναι ο Γκάι Πιτσιότο των Fugazi, που προέρχεται από τον πανκ ήχο, τι έρχεται να φέρει στην όλη διαδικασία;
Τζ. Γ.: Εχει το ίδιο υπόβαθρο με εμένα. Εχει επίσης εξαιρετικό αυτί, οξυμένη αντίληψη και είναι ένας οξυδερκής παραγωγός. Το γεγονός ότι έχουμε «κοινή καταγωγή» είναι πολύ καλό για μένα, ώστε να καταλαβαίνω από πού ερχόμαστε και πού μπορούμε να πάμε, με έναν τρόπο που θεωρώ πολύ παραγωγικό.
Γ. Ξ.: Ο Γκάι ακούει πέρα από αυτά που εμείς ακούμε, ακούει τον απόηχο, παίρνει απόσταση, ακούει πίσω από τον ήχο. Δεν προσπαθεί να «διορθώσει» ή να «κατευθύνει». Δίνει χώρο να ακουστούμε όπως είμαστε, με καθαρότητα. Μας βοηθά στις δυναμικές. Είναι το τρίτο μέλος του ντουέτου. Δεν κουβαλάει το πανκ σαν ταμπέλα, είναι ο τρόπος του, ο χαρακτήρας του, που βοηθάει και δίνεται στη συνεργασία με ευαισθησία και ενσυναίσθηση ώστε να βγαίνει η αυθεντικότητα από τον καθένα μας ξεχωριστά.

– Είστε δημοφιλείς σε πολλά και διαφορετικά μέρη του κόσμου. Πώς βλέπετε τα διαφορετικά αυτά κοινά να αλληλεπιδρούν με τη μουσική σας;
Γ. Ξ.: Η μουσική δεν χρειάζεται μετάφραση. Είτε στην Κίνα είτε στην Αμερική είτε όπου αλλού παίξουμε, μπορεί να μην ξέρουν τι είναι το πεντοζάλι ή ο συρτός, μπορεί να μην έχουν ξανακούσει τη μουσική μας, αλλά νιώθουν τον ρυθμό, τη θλίψη, τη χαρά. Ο καθένας ακούει και μεταφέρεται μέσα από τη δική του ψυχή και τα δικά του βιώματα.
Η μουσική δεν χρειάζεται μετάφραση. Είτε στην Κίνα είτε στην Αμερική είτε όπου αλλού παίξουμε […] Ο καθένας ακούει και μεταφέρεται μέσα από τη δική του ψυχή και τα δικά του βιώματα.
Τζ. Γ.: Πάντως, δεν νομίζω πως έχει υπάρξει σόου μας στο οποίο δεν έχει εμφανιστεί Ελληνας, είτε στην Κίνα είτε στην Ταϊβάν είτε στην ενδοχώρα της Αυστραλίας. Τώρα, πώς φάνηκε στους Κινέζους η πρόσφατη sold out συναυλία που δώσαμε εκεί; Ειλικρινά δεν ξέρω να πω.
– Και οι δυο σας έχετε ζήσει πάντως σε πολύ διαφορετικά μέρη, από την ύπαιθρο μέχρι μητροπόλεις. Είναι όλα αυτά τα μέρη κάτι που κουβαλάτε με κάποιο τρόπο στη μουσική σας;
Γ. Ξ.: Οπουδήποτε κι αν πάω, παίρνω μαζί μου και μεταφέρω τοπία, ανθρώπους, σιωπές, εικόνες, τρόπους. Από το Ρέθυμνο στη Νέα Υόρκη, τα Ανώγεια, την Αυστραλία, τον ωκεανό και τα βουνά. Ολα υπάρχουν κάπως στο μυαλό μου και νομίζω βγαίνουν στον ήχο μου. Δεν είναι μόνο η Κρήτη, είναι ο κόσμος. Αλλά η Κρήτη, επειδή είναι αποτυπωμένη, χαραγμένη στην ψυχή μου, λειτουργεί σαν φίλτρο απ’ όπου περνούν όλα.
– Τζιμ, με τη συνεργασία σου με τον Ψαρογιώργη, πόσο περαιτέρω έχεις ψάξει και γνωρίσει την ελληνική μουσική;
Τζ. Γ.: Από όταν τον γνώρισα, έχω ακούσει πολλή μουσική των Ξυλούρηδων, πολύ πριν αρχίσουμε να παίζουμε μαζί· τον Νίκο Ξυλούρη, τον Ψαραντώνη, τώρα την επόμενη γενιά. Είχα τη χαρά να δω πολλές συναυλίες στην Κρήτη και τις λάτρεψα.
– Γιώργη, κουβαλάς μια διπλή μουσική παράδοση: από τη μία, είναι η μουσική παρακαταθήκη της Κρήτης και από την άλλη, της μουσικής οικογένειας από την οποία προέρχεσαι. Πόσο εύκολο -και πόσο σημαντικό- είναι να μπορείς ως μουσικός να μεταμορφώνεις αυτή την παράδοση σε κάτι νέο;
Γ. Ξ.: Αυτό που κάνω με τον Τζιμ δεν είναι παράδοση, είναι κάτι δικό μας. Κουβαλάει όμως παράδοση και τα βιώματα του καθενός μας. Η παράδοση λειτουργεί μέσα μου σαν όργανο· μου δίνει βήμα για να εκφράσω αυτό που είμαι, δεν είναι στατική. Την κουβαλώ σαν ένα φαντό, πλεγμένο μέσα μου. Θέλω να τη ζω. Δεν θέλω να την αντιγράφω. Οταν παίζω, σκέφτομαι τους πρωτομάστορες, τον πατέρα μου, τους θείους μου· τους θαυμαζω και με εμπνέουν. Η παράδοση είναι σαν τη φωτιά. Αν βάλεις ξύλο μένει ζωντανή, αναζωπυρώνεται.
Οι Xylouris White θα εμφανιστούν ζωντανά στα Φ Hill Sessions και το θέατρο Δόρα Στράτου στον Λόφο Φιλοπάππου την Τετάρτη 6 Αυγούστου. Την Πέμπτη 7 Αυγούστου θα παίξουν στην Τήνο και το θέατρο στον Κουμάρο.
