Είναι μια ασθένεια με την οποία το ανθρώπινο είδος παλεύει σχεδόν από καταβολής του – και εξελίσσεται μαζί της. H ηλικία της, άλλωστε, ξεπερνάει τα 20 εκατομμύρια χρόνια. Ελονοσία. Μαλάρια. Από τις ιταλικές λέξεις «mala» και «aria», δηλαδή «κακός αέρας». Το όνομά της αντικατοπτρίζει μια παλαιότερη πεποίθηση ότι προκαλούνταν από δηλητηριώδεις υδρατμούς, οι οποίοι αναδύονταν από έλη και βάλτους και μόλυναν την ατμόσφαιρα, κάνοντας τους ανθρώπους να νοσούν.
Στον Γάλλο στρατιωτικό γιατρό Αλφόνς Λαβεράν χρωστάμε τη σύνδεσή της με συγκεκριμένα παράσιτα· πρώτος τα παρατήρησε το 1880 στο αίμα ασθενούς που νοσούσε από ελονοσία. Και μολονότι στην αρχή η επιστημονική κοινότητα τον είχε αντιμετωπίσει με σκεπτικισμό και δυσπιστία, ο Λαβεράν το 1907 πήρε Βραβείο Νομπέλ γι’ αυτή την ανακάλυψη.
Σχεδόν ενάμιση αιώνα μετά, παρά τις αδιαμφισβήτητες νίκες που έχει σημειώσει η επιστήμη απέναντι σε πολλές άλλες νόσους, η ελονοσία παραμένει γρίφος δυσεπίλυτος. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, προσβάλλει περίπου 250 εκατ. ανθρώπους κάθε χρόνο, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική, και σκοτώνει σχεδόν 500.000, στην πλειονότητά τους παιδιά κάτω των πέντε ετών.
Η έρευνα
Η Κατερίνα Αρταβάνη – Τσάκωνα, καθηγήτρια και διευθύντρια του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας του Πανεπιστημίου του Cambridge, μελετά με την ομάδα της το παράσιτο Plasmodium falciparum, το πιο επικίνδυνο και θανατηφόρο από τα τέσσερα είδη πλασμωδίου που ευθύνονται για την εμφάνιση της ελονοσίας. Μεταδίδεται μέσω τσιμπήματος μολυσμένου θηλυκού κουνουπιού του γένους Anopheles και είναι αυτό που προκαλεί τα πιο σοβαρά συμπτώματα: από πυρετό, ρίγος, κεφαλαλγία, μυαλγίες, ηλεκτρολυτικές διαταραχές και οξύ κοιλιακό άλγος, μέχρι σύνδρομο οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας, πνευμονικό οίδημα, νεφρική ανεπάρκεια, πτώση επιπέδου συνείδησης, ακόμη και κώμα ή και θάνατο. «Η βιολογία του είναι τέτοια που του επιτρέπει να αναπτύσσει πολύπλοκους και σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστους ακόμη μηχανισμούς για να αποφεύγει την ανοσολογική απόκρισή μας», εξηγεί στην «Κ» η ίδια.
«Σκεφτείτε ότι οι πρωτεΐνες στην επιφάνειά του τροποποιούνται κάθε 48 ώρες, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή η ανίχνευσή του από το ανοσοποιητικό μας σύστημα! Και μπορεί σήμερα να γνωρίζουμε πολύ περισσότερα από όσα πριν από μια δεκαετία, για παράδειγμα, αλλά και πάλι έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε. Τα παράσιτα είναι πρωτόζωα, ευκαρυωτικοί οργανισμοί όπως εμείς (σ.σ. το γενετικό υλικό, το DNA τους, βρίσκεται στον πυρήνα των κυττάρων τους, τα οποία περιβάλλονται από πλασματική μεμβράνη, που το διαχωρίζει από το εξωτερικό του περιβάλλον). Η εξέλιξή μας είναι παράλληλη εδώ και εκατομμύρια χρόνια και αυτό έχει διαμορφώσει μια ιδιόμορφη ισορροπία μεταξύ του παθογόνου και του ξενιστή, δηλαδή του ανθρώπου. Οι βιοχημικές και μεταβολικές ομοιότητές μας κάνουν δύσκολη την ανάπτυξη φαρμάκων και εμβολίων αποτελεσματικών και χωρίς σοβαρές παρενέργειες – πολύ περισσότερο από ό,τι ισχύει για τους ιούς και τα μικρόβια».
Ο «Δούρειος Ιππος» με τον οποίο η Ελληνίδα επιστήμονας προσπαθεί στο εργαστήριό της να κάνει τρωτό το πλασμώδιο είναι η ουβικιτίνη, πρωτεΐνη κομβικής σημασίας για την κυτταρική λειτουργία: εμπλέκεται στη ρύθμιση του κυτταρικού κύκλου, στην αποικοδόμηση άχρηστων ή κατεστραμμένων πρωτεϊνών, καθώς και στη διατήρηση της κυτταρικής ομοιόστασης σε όλους τους ευκαρυωτικούς οργανισμούς – από τον άνθρωπο και τα ζώα, μέχρι τα φυτά και τα παράσιτα.
«Ειδικά στην περίπτωση του Plasmodium falciparum, η ουβικιτίνη διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο όχι μόνο στην επιβίωση και τον πολλαπλασιασμό του παρασίτου, αλλά και στην αλληλεπίδρασή του με το ανοσοποιητικό σύστημα του ξενιστή, στο πώς θα αντιδράσει ο άνθρωπος στη λοίμωξη. Η δυνατότητα να διακόψουμε την ανάπτυξη του παρασίτου σε διαφορετικά στάδια (και στον άνθρωπο και στο κουνούπι) θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά την παθογένεια και τη μετάδοση της νόσου. Εκεί ίσως βρίσκεται, λοιπόν, το “κλειδί” το οποίο αναζητούμε ώστε να οδηγηθούμε σε μια νέα κατηγορία ανθελονοσιακών φαρμάκων και εμβολίων (υπάρχει ήδη ένα αλλά δεν αποδίδει όσο ελπίζαμε) τα οποία θα στοχεύουν αποκλειστικά το πλασμώδιο, χωρίς να προκαλούν σοβαρές παρενέργειες στον άνθρωπο».
Η δυνατότητα να διακόψουμε την ανάπτυξη του παρασίτου σε διαφορετικά στάδια (και στον άνθρωπο και στο κουνούπι) θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά την παθογένεια και τη μετάδοση.
Η πορεία της
Κόρη του Σπύρου Αρταβάνη – Τσάκωνα, ομότιμου καθηγητή Κυτταρικής Βιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Harvard και επίτιμου καθηγητή στο Collège de France, μεγάλωσε σε ένα σπίτι όπου η καθημερινή στενή επαφή με την επιστήμη ήταν μάλλον αδύνατον να μην την επηρεάσει. Ξεκίνησε σπουδές Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Yale.
«Το πρώτο έτος ήταν σκέτη καταστροφή! Δεν μπορούσα να προσαρμοστώ, οι επιδόσεις μου δεν ήταν καλές, η αυτοπεποίθησή μου κλονίστηκε, το αντικείμενο δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες μου».
Αλλαξε ρότα και πήρε το πρώτο της πτυχίο στη ζωγραφική και τη χαρακτική από το τμήμα Καλών Τεχνών του Yale. «Το αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα, με την ευελιξία του που προσφέρει στους φοιτητές, μου έδωσε την ευκαιρία να κάνω κάτι τόσο διαφορετικό, να ηρεμήσω και να ωριμάσω. Επέστρεψα στη Βιολογία πιο κατασταλαγμένη, αυτή τη φορά η επιλογή μου ήταν εκατό τοις εκατό συνειδητή», λέει η Κατερίνα.
Εκτοτε δεν παρεξέκλινε της πορείας της: μεταπτυχιακό στην Επιδημιολογία, διδακτορικό στη φημισμένη London School of Hygiene & Tropical Medicine πάνω στην κυτταρική ανοσοβιολογία της ελονοσίας, ερευνητικά ταξίδια στην Αφρική, μια πενταετία στη Βοστώνη σε εργαστήρια του Harvard και του Whitehead Institute του ΜΙΤ, μέχρι που δημιούργησε το δικό της εργαστήριο στο Imperial College του Λονδίνου – πριν πάρει «μεταγραφή» για το Cambridge, όπου παραμένει γιατί εκεί έχει βρει τις ιδανικές συνθήκες που της εξασφαλίζουν ισορροπία επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής (έχει δύο κόρες δεκατεσσάρων και έντεκα ετών).
Κλιματική αλλαγή
Η συζήτηση επανέρχεται στην ελονοσία και στις προκλήσεις που εγείρονται λόγω κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με μελέτη που βασίστηκε σε προσομοιώσεις της εξάπλωσης των κουνουπιών και δημοσιεύθηκε προ διετίας, μέχρι το 2040, η διαρκής άνοδος της θερμοκρασίας και η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού εκτιμάται ότι θα αφήσουν περισσότερους από 5 δισ. ανθρώπους εκτεθειμένους στην απειλή της νόσου.
«Το Anopheles, το κουνούπι που είναι διαβιβαστής της, έχει παγκόσμια κατανομή, υπάρχει σχεδόν παντού – και στην Ελλάδα. Απλώς, μέχρι τώρα οι κλιματικές συνθήκες δεν έχουν επιτρέψει την ανάπτυξη του πλασμωδίου. Αυτό όμως αλλάζει δραματικά», τονίζει η Κατερίνα Αρταβάνη – Τσάκωνα. «Η ελονοσία απειλεί να επιστρέψει σε χώρες του δυτικού κόσμου που είχαν καταφέρει να την εκριζώσουν ήδη από τον 19ο και τον 20ό αιώνα. Κι αυτό μας κάνει να εργαζόμαστε ακόμα πιο σκληρά».
Οι αριθμοί
1974 το έτος που θεωρείται ότι εξαλείφθηκε η ελονοσία στην Ελλάδα.
20 – 110 εισαγόμενα κρούσματα ελονοσίας καταγράφονται στην Ελλάδα ετησίως
από το 1974.
35 κρούσματα ελονοσίας καταγράφηκαν το 2024 στη χώρα.
83 περιοχές του πλανήτη στις οποίες ενδημεί η ελονοσία – κυρίως στην Αφρική, στην Ασία και στη Λατινική Αμερική.
15 τα έτη που ο ιός του Δυτικού Νείλου θεωρείται ότι «έχει εγκατασταθεί» στην Ελλάδα.
4 περιστατικά του ιού του Δυτικού Νείλου έχουν καταγραφεί ήδη φέτος στη χώρα.

