«Μιλάω μόνο για το καλό της Μονής, τονίζει ο Αρχιεπίσκοπος Δαμιανός και Ηγούμενος της Μονής Σινά στην «Κ» από το μετόχι του στο Κάιρο της Αιγύπτου. Η φωνή του 91χρονου ακούγεται αδύναμη και βραχνή. Τον βασανίζει ένα πρόβλημα υγείας, αλλά κυρίως –όπως είπε– η συγκίνηση και η αγωνία που αισθάνεται εξαιτίας των προβλημάτων που έχουν ανακύψει από την πρόσφατη δικαστική απόφαση που εκδόθηκε αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής.
Οι «από κάτω»
Η περιπέτεια της Μονής με τις δικαστικές διαμάχες ξεκίνησε πριν από περίπου 15 χρόνια. «Εγώ είχα πάρα πολλές σκέψεις και ελπίδες ότι η ανώτατη κορυφή της Αιγύπου έχει όλες τις καλές προθέσεις αλλά βρίσκει πρακτικές δυσκολίες στα κατώτερα κλιμάκια. Εκτιμώ πολύ τον κ. Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, αλλά ξέρω ότι υπάρχουν και οι παρακάτω του που σε πολλά σημεία δεν τον καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τον καταλάβουν και δημιουργούν δυσκολίες πάσης μορφής», δήλωσε.
Δώσαμε ευκαιρία στην Αίγυπτο – Εμείς μείναμε τόσα χρόνια χωρίς να έχουμε διαλυθεί παρά τα ιστορικά δύσκολα έτη και δώσαμε την ευκαιρία στην Αίγυπτο να προβάλει έναν αρχαιολογικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό θησαυρό, ασχέτως αν είναι διαφορετικού δόγματος.
Oπως σημείωσε ο Αρχιεπίσκοπος Σινά, στην πρόσφατη απόφαση διασφαλίζεται το θρησκευτικό καθεστώς της Μονής, το οποίο ωστόσο προϋπήρχε. «Από εκεί και πέρα τι μας κατοχυρώνει;», διερωτήθηκε. «Εμείς μείναμε τόσα χρόνια χωρίς να έχουμε διαλυθεί παρά τα ιστορικά δύσκολα έτη και δώσαμε την ευκαιρία στην Αίγυπτο να προβάλει έναν αρχαιολογικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό θησαυρό, ασχέτως αν είναι διαφορετικού δόγματος», ανέφερε προσθέτοντας πως παρά την προσφορά της Μονής, οι ενάγοντες διεκδικούν αποζημίωση για τη χρήση γης από το μοναστήρι. «Για τη χρήση γης αιώνων, σαν να είμαστε ενοικιαστές»!
Ο Αρχιεπίσκοπος Δαμιανός έφτασε ως μοναχός στο όρος Σινά σε ένα φθίνον μοναστήρι το 1961 με διάθεση ιεραποστολικής προσφοράς. Παράλληλα, με τις προσπάθειες που κατέβαλε για τη διατήρηση των σπάνιων κειμηλίων και χειρογράφων της Μονής με τα καλύτερα δυνατά μέσα, υποστήριξε την τοπική κοινότητα, που απαρτίζεται μέχρι σήμερα κυρίως από βεδουίνους. «Με αποκαλούν αμπούνα ντοκτόρ (σ.σ. πάτερ γιατρό). Νιώθω την αγάπη τους».
Με τις γνώσεις που διέθετε, ο ηγούμενος προσέφερε τις ιατρικές του υπηρεσίες στους βεδουίνους καθώς και φάρμακα και ρουχισμό που έφταναν απευθείας από την Ελλάδα. Μέχρι σήμερα οι βεδουίνοι βρίσκουν στη Μονή τροφή και εργασία. Πηγή που γνωρίζει σε βάθος την κατάσταση στη Μονή περιέγραψε στην «Κ» πως οι βεδουίνοι ανταποδίδουν την αγάπη που έλαβαν από τον ηγούμενο με κάθε ευκαιρία.
«Του φιλούν το χέρι, τον αγκαλιάζουν. Εχουν και ένα έθιμο. Οταν δύο μέλη της φυλής δεν μπορούν να βρουν λύση μεταξύ τους σε μια διαφωνία που έχουν, προσφεύγουν στον Αρχιεπίσκοπο ζητώντας του να απονείμει δικαιοσύνη». Στην ίδια λογική, αναγνωρίζοντας ότι ο τουρισμός αποτελεί μέσο βιοπορισμού για τους ντόπιους, η Μονή είναι επισκέψιμη κάποιες ώρες την ημέρα. Παρότι ανέφερε πως υπάρχουν πιέσεις για να επεκταθεί το ωράριο αυτό, ο ίδιος υπογράμμισε πως και αυτοί που το ζητούν γνωρίζουν ότι η αύξηση του αριθμού επισκεπτών θα ήταν επιζήμια όχι μόνο για τη Μονή αλλά και τους θησαυρούς που φροντίζει.
Ποιοι δημιουργούν δυσκολίες – Εκτιμώ πολύ τον κ. Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, αλλά ξέρω ότι υπάρχουν και οι παρακάτω του που σε πολλά σημεία δεν τον καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τον καταλάβουν και δημιουργούν δυσκολίες πάσης μορφής.
«Η Μονή δεν είναι μουσείο αλλά ένας ζωντανός οργανισμός, ο οποίος είναι ευάλωτος σε θέματα που μπορούν να τοξινώσουν την καθημερινότητά της», επισήμανε ο εκπρόσωπος Τύπου της Μονής, Αρχιμανδρίτης Πορφύριος Φραγκάκος.
Οι μοναχοί νιώθουν ήδη, όπως περιέγραψε στην «Κ», την παρεμβατικότητα του αιγυπτιακού κράτους μέσω της αρχαιολογικής υπηρεσίας κυρίως στο κομμάτι της διαχείρισης των κειμηλίων του. «Ξαφνικά το σπίτι όπου γεννήθηκες και μεγάλωσες γίνεται ιδιοκτησία κάποιου τρίτου γείτονα που δεν έχει σχέση με την ιστορία του, με τους προγόνους σου, με οτιδήποτε. Διότι μπορεί το μοναστήρι να βρίσκεται σε αιγυπτιακό έδαφος, αλλά η όλη παράδοσή του συνάδει με αυτή ενός βυζαντινού ελληνορθόδοξου μοναστηριού, δεν έχει σχέση με την αραβική πολιτιστική κληρονομιά», τόνισε από πλευράς του κάνοντας λόγο για μια «βίαιη εισβολή στην καθημερινότητα και τη ζωή της Μονής».

«Με το αίμα τους»
Ενδεικτικό παράδειγμα που παρέθεσε είναι ότι μέχρι τώρα όταν ένας μελετητής ήθελε να μεταβεί στη Μονή για να δει ένα χειρόγραφο, ζητούσε άδεια από το μοναστήρι. Τώρα πλέον πρέπει να καταθέσει αίτημα στην αρχαιολογική υπηρεσία. «Πολλές φορές οι πατέρες μαρτύρησαν και διέσωσαν με το αίμα τους αυτά τα κειμήλια, και τα συντηρούν ως κόρην οφθαλμού μέχρι σήμερα. Να ελέγξεις αυτούς οι οποίοι επιβουλεύονται τους θησαυρούς, όχι αυτούς που τους διέσωσαν», τόνισε.
Ο πατέρας Πορφύριος αντίκρισε το άγριο τοπίο του Σινά πρώτη φορά στα 23 του χρόνια και μέχρι σήμερα δεν έχει σταματήσει να γοητεύεται από την «αντι-ομορφιά» αυτού του ολότελα ιδιαίτερου και ευλογημένου τόπου. Οπως είπε, η αγωνία για το μέλλον της Μονής είναι διάχυτη μεταξύ των 20 ορθόδοξων μοναχών της, ειδικά μετά την έκδοση μιας δικαστικής απόφασης που αμφισβητεί ό,τι δεν αμφισβήτησαν επί αιώνες ηγέτες από τον Μωάμεθ μέχρι τους Μαμελούκους. «Υπάρχει αγωνία, γιατί υπάρχει ενδεχόμενο να σε βγάλουν από το σπίτι σου. Δεν είπα ότι θα γίνει, αλλά δημιουργούνται οι προϋποθέσεις».

