Ζούμε στην εποχή που καταναλώνουμε περισσότερη (premium) τηλεόραση από ποτέ. Αλλά και στην εποχή που όσες σειρές και αν παρακολουθεί κανείς ταυτόχρονα, ίσως να μη δίνει αυτό το έξτρα λεπτό για να δει τους τίτλους αρχής του αγαπημένου του σόου – έχει άλλωστε συχνά την ευκολία του έτοιμου «skip» που τον περιμένει στην εκάστοτε πλατφόρμα.
Οχι όμως όταν μιλάμε για το «White Lotus». Η σειρά, που ήρθε να βάλει τα τελευταία χρόνια το δικό της απολαυστικό λιθαράκι στη γενικότερη εμμονή της τηλεοπτικής μυθοπλασίας με τον πλούτο, δεν έχει κερδίσει τους θεατές μόνο με της πάντα εξωφρενικής έκβασης διακοπές των πολύ προνομιούχων. Αλλά έγινε η σειρά που με τα απίθανα εικαστικά των τίτλων αρχής και, κυρίως, «αυτής της περίεργης μουσικούλας» που ακούμε στην αρχή κάθε επεισοδίου μάς καθήλωσε σε κάθε καρέ της.
Το δε μουσικό θέμα που έγραψε ο Κριστομπάλ Τάπια ντε Βιρ απέκτησε τη δική του ζωή σε ακουστικά, memes, βίντεο στο Instagram και το TikTok – ακόμα και αν αρχικά δεν «γέμιζε το μάτι» στον δημιουργό της σειράς, Μάικ Γουάιτ, όπως λέει ο συνθέτης. Προκάλεσε ακόμα και διαδικτυακή «οργή» στους σκληροπυρηνικούς φαν όταν στην τρέχουσα, τρίτη σεζόν ο χιλιανής καταγωγής συνθέτης αποφάσισε να το αλλάξει. Σίγουρα όμως όλοι απογοητεύτηκαν στο άκουσμα της είδησης πως δεν σκοπεύει να ντύσει μουσικά και την τέταρτη σεζόν.
Η μουσική ως εναλλακτικός αφηγητής

Τόσο η μουσική των δύο πρώτων σεζόν –που αποτελούν διαφορετικές εκδοχές του ίδιου θέματος– όσο και η μουσική επένδυση του νέου κύκλου του «White Lotus» δίνουν την εντύπωση πως χρειάστηκαν πολλή δουλειά στη λεπτομέρεια. Και ίσως έτσι να ήταν ενορχηστρωτικά, όμως ο Κριστομπάλ Τάπια ντε Βιρ τα έγραψε σε πολύ λίγο χρόνο. Οπως εξηγεί από τον χιονισμένο Καναδά, στην πρώτη σεζόν (που εκτυλίσσεται στη Χαβάη) διάβασε απλά το σενάριο χωρίς να δει υλικό και, αφού έκανε μια συζήτηση με τον Μάικ Γουάιτ, είχε μπροστά του τρεις εβδομάδες για να βρει ένα μουσικό concept και να χτίσει έναν ήχο για το σόου. «Ετσι, άρχισα να κάνω κάποιους αυτοσχεδιασμούς στα κρουστά. Μετά πάνω σε αυτά προσέθεσα κάποια φλάουτα και μετά τα γνωστά φωνητικά», εξηγεί.
Για τη μουσική της σειράς του HBO, ο Ντε Βιρ έχει αποσπάσει 3 βραβεία Emmy, δύο για τον πρώτο και ένα για τον δεύτερο κύκλο. Παρ’ όλα αυτά θεωρεί πως ήταν ένας «κόντρα ρόλος», μια και η μουσική που συνήθως γράφει είναι πιο σκοτεινή – πρόσφατα έχει γράψει το σάουντρακ για τις ταινίες τρόμου «Smile», αλλά και για το «Babygirl» με τη Νικόλ Κίντμαν. «Πιο ελαφριές κωμωδίες σαν το “White Lotus” δεν είναι του στυλ μου, αλλά βρήκα τον χώρο μου σαν ενός είδους εναλλακτικός αφηγητής», λέει. Και εξηγεί: «Η μουσική έρχεται σε αντιπαράθεση με τους ήρωες, το χάος που υπάρχει στη μουσική νομίζω πως έφερε ένα βάθος και μια οπτική που δεν πιστεύω πως θα υπήρχε με μια πιο συμβατική μουσική. Η μουσική έγινε ένας χαρακτήρας της σειράς, ένας εναλλακτικός αφηγητής, με την έννοια ότι μας λέει μια ιστορία που ίσως δεν θα ήταν εκεί αν έλειπε αυτή η μουσική».
Η μουσική δεν έγινε αποδεκτή με ανοιχτές αγκάλες από την παραγωγή, όπως υποστηρίζει ο μουσικός υπήρξαν διστακτικοί απέναντι σε κάτι τόσο «περίεργο». «Αλλά στο τέλος, όταν βγήκε και έγινε επιτυχία, με έναν τρόπο εδραίωσε τη θέση της μουσικής στο σόου και αποδείχθηκε η σωστή επιλογή».
«Πού είναι τα “ουλουλουλού”;»

Το πώς και αν οι τηλεθεατές θα ακούσουν το μουσικό θέμα που έγραψε δεν ήταν κάτι που άγχωνε τον Κριστομπάλ Τάπια ντε Βιρ, δεν υπήρχε δηλαδή για τον ίδιο κάποιο στοίχημα που έπρεπε να κερδίσει απέναντι στη «μάστιγα» του κουμπιού «skip». «Μου βγήκε φυσικά και δείχνει τον τρόπο που μου αρέσει να δουλεύω. Μου αρέσει η μουσική να σε πιάνει κατάμουτρα, να μεταμορφώνεται σε χαρακτήρα», λέει.
Με την ίδια λογική, δεν δίστασε και να γράψει ένα νέο, πιο δύσκολο θέμα για την τρίτη σεζόν, ακόμα και αν όλοι περίμεναν να δουν πώς θα ακούγεται η γνωστή μελωδία με ταϊλανδέζικο φινίρισμα. Με την Ταϊλάνδη, στην οποία διαδραματίζονται τα νέα επεισόδια, ο συνθέτης έχει μια ιδιαίτερη σχέση, «την έχω επισκεφθεί, έχω διάφορα κρουστά από τη χώρα, έχω κάνει ακόμα και σχετικό τατουάζ». Ετσι ήθελε να αποδώσει με κάποιον τρόπο την πνευματικότητα αυτού του τόπου και του φάνηκε πιο ταιριαστό να αλλάξει τη μουσική.
«Είχα φτιάξει τη μελωδία πριν από περίπου έναν χρόνο, μου βγήκε κατευθείαν. Την ηχογράφησα πρόχειρα στα πλήκτρα, την άκουγα μετά για κανένα δεκάλεπτο και άρχισα να νιώθω αυτό το μυστήριο κλίμα. Και είναι μυστηριώδης ακριβώς επειδή έχει περίεργες αρμονίες, είναι δύσκολο να τραγουδηθεί», εξηγεί ο δημιουργός του «Enlightenment», όπως λέγεται το νέο θέμα.
Δεν κρύβει πως το γεγονός ότι του φάνηκε «δύσκολο» τον έκανε να προσπαθήσει να το στρογγυλέψει λίγο, αλλά ένιωσε πως έτσι η μουσική έχανε τελείως τον χαρακτήρα της. Πήρε λίγο χρόνο και στους φαν της σειράς να αγαπήσουν τη νέα μουσική επένδυση, στα πρώτα επεισόδια, τα memes απογοήτευσης ξεφύτρωναν παντού. «Πολλοί έπαθαν σοκ, έλεγαν “Πού είναι τα ουλουλουλού;”. Χαίρομαι όμως με την πορεία που πήρε, γιατί μετά το τέταρτο επεισόδιο, που ακούστηκε μια τέκνο εκδοχή (σ.σ. είναι το επεισόδιο με το πάρτι στο πλοίο), άρχισαν να αλλάζουν γνώμη. Ακόμα και άνθρωποι που στην αρχική δεν τους άρεσε καθόλου, μου έγραφαν ότι τώρα χόρευαν με τη μουσική, έφτιαχναν βίντεο και μου τα έστελναν. Ηταν ικανοποιητικό γιατί εδώ ήταν δυσκολότερο να το μεταβολίσει το κοινό. Και αυτό μου φαίνεται μεγαλύτερο κατόρθωμα από αυτό που έγινε με το προηγούμενο μουσικό θέμα», παραδέχεται ο Τάπια ντε Βιρ.
«Σκεφτόμουν από την πρώτη σεζόν να παραιτηθώ»

Τα πράγματα, βέβαια, όλα αυτά τα χρόνια στη συνεργασία του με το «White Lotus» δεν πήγαιναν ακριβώς καλά. Λίγες ώρες πριν μιλήσουμε στο Zoom, οι New York Times δημοσίευσαν συνέντευξή του στην οποία o Κριστομπάλ Τάπια ντε Βιρ εξηγούσε πως η συμβολή του στη σειρά σταματά εδώ, δεν σκοπεύει να επιστρέψει για την τέταρτη σεζόν.
Στην «Κ» λέει πως ήταν μια εύκολη απόφαση, ακόμα και αν πρόκειται για τη μακράν μεγαλύτερη επιτυχία του. Για την ακρίβεια, σκεφτόταν να παραιτηθεί ήδη από τον πρώτο κύκλο, αλλά πάντα με κάποιον τρόπο επέστρεφε. «Οταν τελείωσα την πρώτη σεζόν, δεν με ενδιέφερε να συνεχίσω στη σειρά. Στη δεύτερη σεζόν εξήγησα πως δεν θα έβγαινε μάλλον με το πρόγραμμα που είχα. Μετά από αρκετές συζητήσεις κατέληξα να το κάνω. Πάλι έλεγα ότι πλέον εδώ τελειώνει το πρότζεκτ για μένα. Τελικά κάποιοι με έπεισαν να κάνω και τον τρίτο κύκλο, να είναι σαν μια μουσική τριλογία».
Οπως εξηγεί ο μουσικός, ιδιαίτερα στην τρίτη σεζόν είχε ετοιμάσει μία μεγαλύτερη εκδοχή του μουσικού θέματος η οποία στο τέλος θα «πάντρευε» τα φωνητικά του παλιού, «σκεφτόμουν περισσότερο σαν dj εκεί, ότι κάποια στιγμή μέσα στο βράδυ, δίνεις στον κόσμο αυτό που ξέρει», λέει. Αλλά τελικά η παραγωγή πήγε με τη μικρότερη εκδοχή.
Γίνεται αρκετά σκληρός μιλώντας για τη συγκεκριμένη συνεργασία του: «Πήγαινε προς την κατηφόρα από την αρχή. Δεν τα βρήκαμε δυστυχώς με τον Μάικ, σε κάποια φάση δεν ήθελα να δουλεύω με τον τρόπο που ήθελε. Οταν έχεις μια πορεία, περιμένεις οι άνθρωποι να σε σέβονται περισσότερο (σ.σ.: Εχει επίσης ένα βραβείο BAFTA για τη μουσική του βρετανικού «Utopia»). Δεν με εμπιστεύτηκε ποτέ, τον φόβιζε η μουσική που έστελνα. Του φαινόταν πολύ δύσκολη. Και νιώθω κι εγώ πως το σόου γίνεται όλο και πιο ελαφρύ, σαν ριάλιτι σόου, και δεν είναι κάτι που με ενδιαφέρει, να αρχίσω να κάνω μουσική προς την κατεύθυνση που πάει η σειρά. Τώρα νιώθω ανακούφιση».
Δεν τα βρήκαμε δυστυχώς με τον Μάικ, σε κάποια φάση δεν ήθελα να δουλεύω με τον τρόπο που ήθελε. Οταν έχεις μια πορεία, περιμένεις οι άνθρωποι να σε σέβονται περισσότερο.
Αλλωστε, για τον Κριστομπάλ Τάπια ντε Βιρ τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: «Είναι σημαντικό να κάνεις μουσική χωρίς φόβο και χωρίς να προσπαθείς να κάνεις αυτό που ο κόσμος περιμένει. Αλλά να προσπαθείς να πετύχεις μια σύνδεση και να δώσεις μια εσωτερική διάσταση στους χαρακτήρες. Να έχεις μια οπτική ενός μουσικού που δεν γράφει για εικόνες. Η δουλειά του κινηματογραφικού/τηλεοπτικού συνθέτη είναι περισσότερο ενός υπαλλήλου, σε κάποιους αρέσει αυτό, αλλά το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πολύ διαφορετικό. Αλλά άνθρωποι που είναι σε μπάντες και έχουν κάνει και μουσική για ταινίες, όπως ο Τομ Γιορκ ή ο Τρεντ Ρέζνορ, κάνουν πολύ διαφορετικά σάουντρακ, μπορείς να νιώσεις την προσωπικότητά τους στα scores που γράφουν. Μιλάνε μια άλλη γλώσσα, όχι αυτή της “κινηματογραφικής μουσικής”».
Η τρίτη σεζόν του «White Lotus» του HBO προβάλλεται στην Ελλάδα από το Vodafone TV.
Κεντρική φωτογραφία: Στιγμιότυπο από την τρίτη σεζόν της σειράς. [HBO Max/Vodafone TV]

