Στιούαρτ Στέιπλς στην «Κ»: Σήμερα σπανίζουν οι συνταξιδιώτες

Στιούαρτ Στέιπλς στην «Κ»: Σήμερα σπανίζουν οι συνταξιδιώτες

Ο νέος δίσκος, η δημιουργία των τραγουδιών, το στούντιο στη Γαλλία, το καταφύγιο της Ιθάκης

7' 24" χρόνος ανάγνωσης

Πήραν το όνομά τους από ένα πεταμένο κουτάκι γερμανικών σπίρτων στην Αμοργό το καλοκαίρι του 1992. Τριάντα δύο χρόνια και 14 άλμπουμ μετά, οι Tindersticks επιστρέφουν για πολλοστή φορά στη χώρα μας, ενώ ο τραγουδιστής τους, Στιούαρτ Στέιπλς, διατηρεί και μια μόνιμη κατοικία στην Ιθάκη. Ισως γι’ αυτό χαμογελάει πολύ πιο συχνά από ό,τι υπονοούν τα τραγούδια του.

– Ο Ντέιβιντ Μπούλτερ, ένα ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος, είχε δηλώσει παλιότερα πως «όταν η ζωή είναι όμορφη, απλώς την απολαμβάνουμε – όταν όμως τα πράγματα σκοτεινιάζουν, τότε καταφεύγουμε στα τραγούδια». Ισχύει και σήμερα;

– Η ζωή, καλώς ή κακώς, δεν είναι μια ευθεία γραμμή – ακόμη και αν τυχαίνει κάποια στιγμή να βρίσκεσαι σε μια σταθερή κατάσταση. Προσωπικά, ποτέ δεν θεωρώ ότι απλώνεται σκοτάδι και έρεβος στη ζωή. Απλά, το να γράφω τραγούδια είναι σαν να προσπαθώ να καταλάβω, να αποκωδικοποιήσω αυτά που συμβαίνουν, να αφιερώσω χρόνο στο να προσπαθήσω να ξεπεράσω ή έστω να διαχειριστώ κάτι που με προβληματίζει. Οσον αφορά τα τραγούδια, απλά έρχονται και σε βρίσκουν. Καταλαβαίνω ότι αυτό είναι ένα καλλιτεχνικό κλισέ, αλλά θεωρώ ότι η μόνη επιλογή που έχω, προσωπικά ως συνθέτης, είναι να αποφασίσω αν θα τα δεχτώ όταν μου χτυπάνε την πόρτα ή όχι. Απαξ και τα δεχτείς, οφείλεις να καταλάβεις τι βρίσκεται στον πυρήνα τους και να ξεκινήσεις το ταξίδι τού να αποτυπώσεις αυτό το συναίσθημα που κρύβεται εκεί σε στίχους και μουσική.

Οι στίχοι είναι το πιο δύσκολο για μένα. Αναδρομικά, δεν συνδέω τα γεγονότα της ζωής με τους στίχους. Για παράδειγμα, οι στίχοι για τον δεύτερο δίσκο μας γράφτηκαν ενώ είχαμε βιώσει την απώλεια δύο πολύ κοντινών μας προσώπων. Στο μυαλό μου, δεν έχω ταυτίσει τον δίσκο με εκείνες τις απώλειες, αλλά, εξετάζοντας τώρα εκείνα τα τραγούδια, διακρίνω το πόσο με είχαν επηρεάσει. Τότε, όμως, όταν συνέβαιναν αυτά στην αληθινή ζωή, στο στούντιο ήταν απλώς μια εσωτερική πάλη, όπου καλείσαι να αντιμετωπίσεις κάτι που δεν είσαι σίγουρος ότι καταλαβαίνεις. Ποιος μπορεί να καταλάβει, στα αλήθεια, την απώλεια;

– Η «πάλη» συχνά συνδέεται με τη δημιουργική διαδικασία. Σας προβληματίζει η τεχνητή νοημοσύνη που θα απαντά σε κάθε αίτημα με μια παραγωγή που θα έχει χρειαστεί δευτερόλεπτα για να ολοκληρωθεί;

– Ας είμαστε ρεαλιστές: το στοιχείο της τέχνης έχει εδώ και χρόνια αφαιρεθεί από ένα μεγάλο μέρος της μουσικής, μεγάλο μέρος των ταινιών, θα έλεγα και από τις περισσότερες ανθρώπινες καρδιές. Εχει επικρατήσει μια ασφαλής προσέγγιση σε κάθε τι που συνηθίζαμε να χαρακτηρίζουμε «καλλιτεχνικό»: ξεκινάει ένα τραγούδι-επιτυχία στο ραδιόφωνο, το ακούς πρώτη φορά και όμως ξέρεις ακριβώς πώς θα εξελιχθεί η μελωδία, πότε θα μπει το ρεφρέν, τι θα ακούσεις αμέσως μετά. Εχει χαθεί το στοιχείο της έκπληξης, έχει χαθεί η εκλεπτυσμένη προσωπικότητα. Αυτό είναι, κατά κάποιον τρόπο, η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων: ο άνθρωπος κατάλαβε τι χρειάζεται να κάνει ώστε να εξασφαλίσει κάτι αρεστό στα πλήθη. Ξέρουμε, πλέον, τεχνικά, τι πρέπει να κάνει κάποιος για να γίνει αποδεκτός. Αυτό ήδη είναι ένα βήμα μακριά από την αλήθεια, δεν είναι; Τέχνη κατά παραγγελία… πόσο αληθινή μπορεί να είναι;

Από αυτήν την άποψη, η τεχνητή νοημοσύνη δεν πρόκειται να φέρει σπουδαίες αλλαγές στην τέχνη, διότι απλούστατα ήδη παράγονται έτσι και τα τραγούδια, και οι ταινίες, και άλλες μορφές τέχνης. Απλά τυχαίνει τα κουμπιά να τα πατάει ένας άνθρωπος – δεν κάνει διαφορά. Δεν νομίζω λοιπόν ότι θα ακούσουμε διαφορετικά τραγούδια από αυτά που ήδη ακούμε σήμερα στο ραδιόφωνο. Επομένως, δεν είναι κάτι που με αφορά άμεσα, καθώς ο τρόπος που δημιουργούμε εμείς είναι ατελής και εκτιμώ ότι η τεχνητή νοημοσύνη απέχει από αυτό ή, τέλος πάντων, δεν έχει και κάποιο σπουδαίο λόγο να κατευθυνθεί προς τα εκεί.

– Από τις ηχογραφήσεις των ’90s σε στούντιο που πλήρωναν οι δισκογραφικές μέχρι σήμερα, που έχετε το δικό σας στούντιο στη Γαλλία, μέσα σε έναν παλιό αχυρώνα, τι είναι αυτό που έχει αλλάξει πιο δραστικά;

– Η βασική διαφορά είναι ότι τότε ζούσαμε όλοι στο Λονδίνο, είχαμε δικό μας χώρο όπου κάναμε πρόβες και, βασικά, όλη μας η ζωή είχε να κάνει με τη μουσική – δεν σκεπτόμασταν τίποτε άλλο. Σήμερα, δεν ζούμε απλά σε διαφορετικές πόλεις, αλλά σε διαφορετικές χώρες: ο Ερλ (Χάρβιν, ντραμς) πρέπει να ταξιδέψει από το Βερολίνο, ο Ντέιβιντ από την Πράγα, ο Νταν (Μακίνα, μπάσο) και ο Νιλ (Φρέιζερ, κιθάρα) από το Βέλγιο. Αρα πρέπει να υπάρξει συνεννόηση και ο σκοπός των ταξιδιών που κάνει ο καθένας είναι αποκλειστικά η δημιουργία μουσικής, οπότε ο σαφώς λιγότερος χρόνος που μοιραζόμαστε είναι πολύτιμος. Πλέον, η μουσική δεν προκύπτει επειδή τυχαίνει να είμαστε μαζί, αλλά το αντίστροφο: πρέπει να βρεθούμε μαζί, ώστε κάτι μαγικό να εμφανιστεί, από την ενέργεια και την αφοσίωση όλων μας.

Τα τραγούδια απλά έρχονται και σε βρίσκουν. Απαξ και τα δεχτείς, οφείλεις να ξεκινήσεις το ταξίδι τού να αποτυπώσεις αυτό το συναίσθημα που κρύβεται εκεί σε στίχους και μουσική.

– Ολα αυτά τα χρόνια, έχετε αισθανθεί παγιδευμένοι σε μια φόρμουλα στην οποία έχει εκπαιδευτεί και το κοινό σας; Στο ολοκαίνουργιο «Soft Tissue» έχετε προσθέσει γυναικεία φωνητικά και τα σόουλ στοιχεία είναι ακόμη πιο έντονα. Ηταν μια προαποφασισμένη διαφοροποίηση;

– Η μπάντα, στην πρώτη σύνθεσή της, ήταν απολύτως ελεύθερη… Απλώς ακολουθούσαμε τις ιδέες μας. Αυτό βρήκε ανταπόκριση και, όταν έχεις κοινό και δισκογραφική εταιρεία, μαζί με αυτά έρχονται και οι πρώτες υποχρεώσεις. Οσο και να προσπαθείς να κρατήσεις τις αποστάσεις σου, επηρεάζεσαι. Για να αντισταθούμε σε αυτή την έμμεση πίεση, χρειάστηκε να περιχαρακώσουμε την ταυτότητά μας. Και αυτό δεν ήταν απαραιτήτως θετικό. Καταλήξαμε η μπάντα να είναι η δουλειά μας και όχι η αγάπη μας, ήταν το μέσο για να πληρώνουμε το νοίκι. Είναι πολύ δύσκολο να αποδεχτείς ότι αφιερώνεις δέκα χρόνια από τη ζωή σου στη μουσική, δεν κάνεις τίποτε άλλο, δεν έχεις καν ελεύθερο χρόνο και, ξαφνικά, ξυπνάς ένα πρωί και νιώθεις ότι «πρέπει να πας στη δουλειά».

Κάπου, λοιπόν, στην πορεία χάσαμε την αίσθηση της περιπέτειας, γι’ αυτό και χρειάστηκε να κάνουμε μια παύση. Οταν μαζευτήκαμε πάλι, 15 χρόνια πριν, είχαμε απομείνει μόνο τρία μέλη από την αρχική σύνθεση. Και αυτό μας ανάγκασε να τα ξαναχτίσουμε όλα – χάρη σε αυτή την επανεκκίνηση, όμως, φθάσαμε εδώ που βρισκόμαστε. Θα έλεγα ότι από το άλμπουμ «The Something Rain» του 2012 και έπειτα προσπαθούμε διαρκώς να ψάχνουμε κάτι διαφορετικό, να προσεγγίζουμε τις ιδέες μας εναλλακτικά και να μη διστάζουμε να δοκιμάσουμε πράγματα που δεν έχουμε ξανακάνει. Δεν ξέρω αν προχωράμε μπροστά, αλλά σίγουρα δεν κοιτάμε πίσω.

– Εχετε τέσσερα παιδιά – αν σας έλεγαν ότι θέλουν να γίνουν μουσικοί, θα σας ενθουσίαζε η προοπτική;

– Ο γιος μου είναι ήδη καλύτερος μουσικός από ό,τι θα μπορούσα να γίνω ποτέ εγώ, με μεγάλες ευαισθησίες, αλλά δεν ξέρω αν αυτό αρκεί πλέον. Οι εποχές έχουν αλλάξει. Οταν ήμουν εγώ νέος, υπήρχαν κυβερνητικά επιδόματα για τους μουσικούς, μπορούσες να βρεις κάπου να μείνεις με ένα χαμηλό ενοίκιο, είχες την πολυτέλεια να αφοσιωθείς στη μουσική. Αντιθέτως, σήμερα, οι νέοι έχουν από νωρίς πολλές υποχρεώσεις, υψηλά ενοίκια, φόρους και, γενικά, πράγματα που εμάς δεν μας απασχολούσαν στην ηλικία τους. Για να είμαι ειλικρινής, δεν νομίζω ότι σήμερα θα ήμουν στη θέση να μιλάω για μουσική, αν τριάντα χρόνια πριν έπρεπε να ανησυχώ τόσο για την επιβίωσή μου. Για δέκα χρόνια, σχεδόν, δεν είχαμε βγάλει χρήματα από τη μουσική. Χάρη στον Ντέιβιντ και στον Νιλ, κατάφερα να παραμείνω εστιασμένος στη μουσική: μπορεί να μη συνέβαινε κάτι ουσιαστικό στη ζωή και στην καριέρα μας, αλλά από εκείνο το «τίποτα» που βιώναμε, προερχόταν η ανάγκη να φτιάξουμε «κάτι». Υπήρχε μια συλλογικότητα, νιώθαμε συνταξιδιώτες, και ας μην ξέραμε ακριβώς προς τα πού πηγαίναμε.

Αυτό είναι ένα άλλο πρόβλημα σήμερα: σπανίζουν οι συνταξιδιώτες. Δεν μπορείς μόνος σου να τα καταφέρεις εύκολα – απελπίζεσαι, γιατί δεν είναι κάποιος εκεί να σε παρηγορήσει όταν γεμίζεις ανασφάλειες και αμφιβολίες. Χρειάζεσαι τουλάχιστον έναν συνοδοιπόρο.

– Σας πιάνει ποτέ νοσταλγία για την Αγγλία; Θα επιστρέφατε μόνιμα εκεί;

– Εύκολη απάντηση: όχι, όχι, όχι! Αγαπώ τους Εγγλέζους και προφανώς παίρνω χαρά όταν επισκέπτομαι την Αγγλία. Επικοινωνώ με τους συμπατριώτες μου με έναν τρόπο που δεν μπορώ να έχω με άλλους Ευρωπαίους, αλλά προτιμώ να ζω στη Γαλλία και στην Ελλάδα. Δεν το λέω επιπόλαια, καθώς έζησα πολλά χρόνια εκεί, αλλά υπάρχει έντονη η νοοτροπία του νησιού. Και είναι κυρίως θέμα νοοτροπίας, όχι γεωγραφικό. Ζω στη νοτιοδυτική Γαλλία, από όπου μπορώ να πάω οπουδήποτε μέσα σε 2-4 ώρες. Αν επέστρεφα στην Αγγλία, θα έχανα αυτή τη δυνητική σύνδεση και θα ένιωθα πάλι αποκομμένος. Στη Γαλλία διατηρώ το στούντιό μου, οπότε το βλέπω πιο πολύ ως τον χώρο εργασίας μου. Στην Ιθάκη, αντιθέτως, βρίσκεται το μέρος των ονείρων μου, μου επιτρέπει να δραπετεύω από τα πάντα, να αφήνω το μυαλό μου ελεύθερο και αυτό μου είναι απαραίτητο ακριβώς για να μπορώ να επιστρέφω κάποια στιγμή πίσω στη δουλειά, δεν μπορώ να λειτουργήσω αλλιώς. Και η Ιθάκη είναι νησί, αλλά δεν έχεις αυτή την αίσθηση της απομόνωσης, ο κόσμος εκεί δεν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του…

Οι Tindersticks εμφανίζονται το Σάββατο 2 Νοεμβρίου στο City Theater. Το νέο τους άλμπουμ «Soft Tissue» κυκλοφορεί σε βινύλιο/cd από τη City Slang/RockaRolla Records.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT