Πάντα ένιωθα γνώριμή μου, οικεία, την Αγγέλα Καστρινάκη, καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Οι λόγοι πολλοί: το φοιτητικό παρελθόν της στον «Ρήγα» στη Θεσσαλονίκη· τα λογοτεχνικά βιβλία της· η αρθρογραφία της στον ελληνικό Τύπο για τα τεκταινόμενα στην πολιτική επικαιρότητα, αλλά και στην πανεπιστημιακή – πολλές φορές μάλιστα έχω ζητήσει την άποψή της σε ρεπορτάζ· το επίμετρό της (κατά κανόνα τα βαριέμαι) στο «Λεμονοδάσος» του Κοσμά Πολίτη, που μου «φώτισε» το μυθιστόρημα. Και σίγουρα ένας λόγος ήταν η σχέση της με τον πανεπιστημιακό, νεοελληνιστή Αλέξη Πολίτη –υπήρξε η σύζυγός του–, ο οποίος έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Αλλά δεν είχαμε ποτέ συναντηθεί διά ζώσης. Για εμένα, λοιπόν, ένα «Γεύμα» μαζί της είχε την αίσθηση της πρόκλησης.
– «Ακη» στην κατάληξη του επιθέτου σας. Με ρίζες κρητικές;
– Κρητικότατες, και από τους δύο γονείς. Κατάγομαι από μια ηρακλειώτικη αστική οικογένεια. Ο παππούς από την πλευρά της μάνας μου ήταν έμπορος· από την πλευρά του πατέρα μου αλευροβιομήχανος – η επιχείρηση όμως είχε ήδη φαλιρίσει πριν γεννηθώ.
– Μπαίνοντας στον «Ρήγα Φεραίο», τη νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού, ήταν η επανάσταση του πλουσιοκόριτσου;
– Δεν θα έλεγα πως ήμουν πλουσιοκόριτσο – απλώς σχετικά εύπορη, σε οικογένεια με έντονες αντικαταναλωτικές τάσεις. Πολιτικά επηρεαζόμουν από τον θείο μου Αλέκο Αργυρίου, κριτικό της λογοτεχνίας, που ήξερε την Αριστερά από τα μέσα. Κι έτσι βρέθηκα στη νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού από τα 15 μου. Σημειώστε πως ήμουν στη λεγόμενη «δεξιά» τάση, του Λεωνίδα Κύρκου. Είχα καθοδηγητές εξαιρετικά σημαντικούς ανθρώπους. Hταν οι μέντορες εκείνης της εποχής, ό,τι λείπει πολύ σήμερα. Αλλά έζησα και την παρακμή των παρατάξεων.
Τώρα πλέον οι νέοι (το ξέρουμε όλοι) δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική, δεν γνωρίζουν καν το δίπολο Δεξιά – Αριστερά. Αν και χρήσιμο είναι πια για ιστορικούς λόγους· τα σημερινά δίπολα είναι διαφορετικά: ορθολογισμός – ανορθολογισμός, μεταρρυθμιστική μετριοπάθεια – λαϊκισμός. Νομίζω άλλωστε ότι λανθασμένα λέγαμε «Αριστερά – Δεξιά» και αφήναμε απ’ έξω το πολιτικό Κέντρο. Το Κέντρο είναι συνδυασμός ελευθερίας και ισότητας. Αλλά τότε το πολιτικό Κέντρο ήταν εκτός του πεδίου μας.
– Μα σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις οι ψηφοφόροι του Κέντρου είναι το διακύβευμα.
– Ε, ναι, σωστά! Μεταπολιτευτικά το ΠΑΣΟΚ, που μονοπώλησε το Κέντρο, εξέφραζε την επιθυμία των μικροαστικών στρωμάτων για εξουσία. Δεν την άσκησε πάντα με τον καλύτερο τρόπο. Αργότερα ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε τη δική του έφοδο για την εξουσία. Hταν «αριστερός» ο ΣΥΡΙΖΑ; Ναι, ένας πυρήνας του. Κατά τα λοιπά ήταν μια ομάδα για τη νομή της εξουσίας και των προνομίων της. Το «Oχι» του δημοψηφίσματος του 2015, ουσιαστικά «όχι στην Ευρώπη», ήταν τάχα αριστερό σύνθημα; Κατά κανέναν τρόπο! Η φτώχεια που θα έπληττε τους πιο αδύναμους θα ήταν τρομερή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια σειρά από εκπλήξεις για μένα – και για αρκετούς άλλους αριστερούς. Η προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης και των ΜΜΕ ήταν τρομακτική.
– Μεγαλώσατε ενταγμένη στον χώρο της Αριστεράς, αλλά σήμερα διακρίνω μια ισχυρή αντίδραση σε ό,τι εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν βρέθηκε στην κυβέρνηση. Δέκα χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ, ποια είναι τα συναισθήματά σας;
– Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια σειρά από εκπλήξεις για μένα – και για αρκετούς άλλους αριστερούς. Και η μεγαλύτερη έκπληξη, το πώς συμπεριφέρθηκαν οι παλιοί σύντροφοι τόσο σε επίπεδο πολιτικής όσο και σε επίπεδο ηθικής. Η προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης και των ΜΜΕ ήταν τρομακτική. Στο ηθικό επίπεδο, πάλι, ποτέ δεν περίμενα πρακτικές εξόντωσης του αντιπάλου, όπως τις είδαμε τότε και όπως τις βλέπουμε ακόμη. Νόμιζα πως στο ΚΚΕ Εσωτερικού είχαμε αποβάλει τον σταλινισμό. Λάθος… Και οι πρακτικές αυτές δεν ήταν καν «για καλό σκοπό». Hταν απλώς ωμή άσκηση εξουσίας. Με άλλους ολιγάρχες πίσω τους.
– Πολλοί μιλούν για το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.
– Το υποτιθέμενο ηθικό πλεονέκτημα προερχόταν από τους διωγμούς που υπέστησαν οι αριστεροί μεταπολεμικά. Oντως υπέστησαν. Αυτό όμως δεν σε κάνει απαραίτητα καλύτερο, μπορεί να σε κάνει έως και χειρότερο, επειδή είσαι καταπιεσμένος, στερημένος, διψασμένος. Οι συνθήκες όπου δοκιμάζεται ορθότερα ο άνθρωπος είναι η κανονικότητα, η ομαλότητα. Αυτές δείχνουν ποιος είναι ο καθένας μας, πέρα από τον ηρωισμό και τη σκληρότητα των ακραίων καταστάσεων.
– Πώς βλέπετε τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις;
– Πόσο ασήμαντα είναι όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, με τους αιώνιους καβγάδες, τις θεωρίες συνωμοσίας και τα παρασκήνια! Oσα συμβαίνουν στον κόσμο όμως είναι συγκλονιστικά. Η κατίσχυση των αυταρχικών καθεστώτων, η διολίσθηση προς τον ολοκληρωτισμό, η λαίλαπα Τραμπ, η τεράστια ισχύς της Κίνας. Και κάποιοι εδώ –όνομα και μη χωριό– λένε να αποκαταστήσουμε τις «παραδοσιακά» καλές μας σχέσεις με τη Ρωσία… Το μέλλον της Ελλάδας είναι μονάχα μέσα στη δημοκρατική Ευρώπη. Και ας ελπίσουμε να αντέξουν τα προπύργια της δημοκρατίας, όπως η Γαλλία.

– Ξεκινήσατε από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και δεν έχετε μετακινηθεί στην Αθήνα. Οι λόγοι;
– Είναι αλήθεια ότι πολλοί συνάδελφοι μετακινούνται, αφού ξεκινήσουν σε κάποιο περιφερειακό ΑΕΙ. Εμένα από την αρχή μου άρεσε η ιδέα μιας θέσης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, και λόγω καταγωγής. Αλλά επιπλέον το Πανεπιστήμιο Κρήτης ήταν στημένο σε δημοκρατικές βάσεις, με καινοτόμες μεθόδους στη διδασκαλία και στην επιστήμη και με μεγάλη, ενδιαφέρουσα πανεπιστημιακή κοινότητα, που λειτουργούσε και λειτουργεί πάντα ως κοινότητα. Είμαι ευτυχής που ζω στο Ρέθυμνο· με το Πανεπιστήμιο Κρήτης έχω σχεδόν ένα ειδύλλιο.
– Και το επίπεδο των φοιτητών; Βλέπουμε οι βάσεις εισαγωγής στις Φιλολογίες των περιφερειακών ΑΕΙ να έχουν κατρακυλήσει λίγο πάνω από το 9.
– Τα τμήματα Φιλολογίας έχουν χαμηλές βάσεις εισαγωγής πλέον, γιατί υπάρχει μεγάλη ανεργία στον κλάδο. Και λόγω του δημογραφικού προβλήματος η κατάσταση θα επιδεινωθεί. Oσο κι αν η ελληνική κοινωνία θαυμάζει την αρχαία ελληνική γλώσσα και γραμματεία, δεν μπορεί να σε θρέψει μια αίγλη. Παλιά οι σπουδές, τα γράμματα, μεταφράζονταν σε κοινωνικό κεφάλαιο. Τώρα στόμωσε η Μέση Εκπαίδευση, ο καθένας πρέπει να βρει μόνος τον δρόμο του. Από την άλλη, μπορεί να ακούσεις παθιασμένες συζητήσεις γύρω από τη γλώσσα. Η αίσθηση ανωτερότητας που μας δίνει το αρχαίο παρελθόν θρέφει το λαϊκό κοινό –και όχι μόνο το λαϊκό–, αλλά δεν μεταφράζεται σε κύρος για τις ανθρωπιστικές επιστήμες, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει ψωμί.
– Υπάρχει λύση;
– Πρέπει να δοκιμάσουμε συνδυασμούς επιστημών. Εκεί είναι το μέλλον, αλλά υπάρχουν αγκυλώσεις. Νομίζω επίσης ότι ένα κομμάτι των σπουδών μας πρέπει να στραφεί στις μεγαλύτερες ηλικίες, να εκπαιδεύουμε φοιτητές για να ασχοληθούν με την προσφορά ευζωίας. Στις δυτικές κοινωνίες, με το πρόβλημα γήρανσης έντονο, αλλά και με κουλτούρα μέριμνας για τους ηλικιωμένους, υπάρχουν από καιρό πανεπιστήμια για μεγαλύτερες ηλικίες. Εμείς συνεχίζουμε να απευθυνόμαστε αποκλειστικά σχεδόν στους νέους ανθρώπους, αλλά ξέρουμε άραγε πόσοι μεγαλύτεροι δεν θα ήθελαν κι αυτοί να σπουδάσουν; Και δεν είναι μόνο για λόγους απόκτησης γνώσεων, είναι και ζήτημα ανθρώπινης επαφής. Τα πανεπιστήμια αυτά θα μπορούσαν να είναι χώροι που συνδυάζουν τη μάθηση με την κοινωνικότητα.
– Η σχέση σας με τον Αλέξη Πολίτη ξεκίνησε όταν ήσασταν 24 ετών, και κράτησε 40 χρόνια. Πώς είναι η ζωή χωρίς εκείνον;
– Τις προάλλες, καθώς οδηγούσα στο κέντρο της πόλης, σταμάτησα για να περάσει ένα παιδί, σκουρόχρωμο, που κρατούσε στα χέρια του τρία τέσσερα κουτιά πίτσας. Το παιδί μού χαμογέλασε πλατιά. Δάκρυσα. Ο Αλέξης πάντα είχε το παράπονο πως όταν έκανε ευγένειες στον δρόμο κανείς δεν του το ανταπέδιδε. Τώρα στο χαμόγελο αυτού του παιδιού ήταν σαν να μου έγνεφε εκείνος από τον Αλλο Κόσμο. Να που υπάρχει ευγένεια…
Η συνάντηση
Βρεθήκαμε ένα μεσημέρι στο εστιατόριο «Αμα λάχει» στα Εξάρχεια. Ηταν μια ήσυχη καλοκαιρινή ημέρα, που εκείνη έκανε ένα ολιγοήμερο ταξίδι στην Αθήνα. «Ευτυχώς δεν έχει κόσμο, όπως συνήθως, μόνο τα τζιτζίκια μάς κάνουν παρέα», είχα πει τότε, χωρίς όμως να φανταστώ πόσο δύσκολη θα έκανε την απομαγνητοφώνηση της κουβέντας μας το ηχητικό αποτύπωμα των τζιτζικιών
στην ηχογράφηση.
Μοιραστήκαμε σαλάτα πλιγούρι, γραβιέρα Κρήτης, εκείνη πήρε φιλέτο λαβράκι και εγώ μοσχαράκι κοκκινιστό. Συνόδευσε το φαγητό της με μια παγωμένη μπίρα, εγώ ήπια τρεις (η μία χωρίς αλκοόλ)… υπεύθυνα καθώς μετά, επιστρέφοντας στη δουλειά, θα έπαιρνα ταξί.
Η εξυπηρέτηση ήταν άψογη. Ο λογαριασμός ήλθε στα 52,80 ευρώ.
Με Προυστ και Γουλφ
– Εκτός από την πανεπιστημιακή δουλειά, αρθρογραφείτε σε εφημερίδες και γράφετε λογοτεχνικά βιβλία. Είναι το σαράκι του λογοτέχνη που σας τρώει ή του λόγιου και επιστήμονα;
– (Γελάει). Επενδύω πολλή καλλιτεχνική διάθεση στα επιστημονικά μου κείμενα. Φτιάχνω, νομίζω, ένα είδος μεικτό. Το «Μίλα, Πηνελόπη!», για τη μορφή της μυθικής ηρωίδας τους δύο τελευταίους αιώνες, έχει πολλή επιστημονική δουλειά, αλλά είναι γραμμένο σαν μυθιστόρημα. Από την άλλη, στα λογοτεχνικά μου κείμενα μπαίνει και το λόγιο στοιχείο. Στο μυθιστόρημα «Ερωτας στον καιρό της ειρωνείας» υπάρχει και μπόλικος θεωρητικός προβληματισμός για το φαινόμενο του έρωτα.
– Ποια λογοτεχνικά βιβλία σάς καθόρισαν;
– Προυστ, «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο». Επίσης, Βιρτζίνια Γουλφ, «Στον φάρο» και «Κυρία Νταλογουέι». Το ξέρω πως είμαι κολλημένη στον μοντερνισμό, αν και το μυθιστόρημα που σας ανέφερα προηγουμένως έχει και στοιχεία μεταμοντερνισμού, πολλή αυτοσυνείδηση με άλλα λόγια.
– Και ένα σύγχρονο ελληνικό βιβλίο; Ποιο θα επιλέγατε;
– Μου άρεσε ιδιαίτερα το «Δεν ήταν μέθη» της Μαρίνας Πετσάλη. Είναι ένα πολύ δουλεμένο βιβλίο, με φράσεις που τις χαίρεσαι σε κάθε τους απόχρωση. Ετσι όπως δεν διαβάζω βιβλία για την πλοκή τους, παρά για το ύφος τους, για την καλλιέργεια της διατύπωσης, βρήκα στο βιβλίο της Πετσάλη ένα ιδανικό. Δούλευε, μου είπε, το βιβλίο της είκοσι χρόνια!

