«Γλωσσολογία»: Μια δύσκολη, «στρυφνή» επιστήμη για λίγους, η οποία επεξεργάζεται πληροφορίες του παρελθόντος, κάπως σαν την αρχαιολογία της γλώσσας. Ο κ. Γιώργος Ξυδόπουλος, καθηγητής Γλωσσολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, γέλασε κάπως συγκαταβατικά μόλις του είπα τον «ορισμό μου».
«Η γλωσσολογία είναι και θετική επιστήμη, χαρακτηρίζεται από μεγάλη διεπιστημονικότητα και έχει πολλές εφαρμογές σήμερα. Πίσω από τη Siri ή την Alexa υπάρχει τεχνολογία που την έχουν δημιουργήσει γλωσσολόγοι, η αναγνώριση φωνής, η σύνθεση φωνής που χρησιμοποιούμε στην τεχνολογία, τα γλωσσικά μοντέλα της τεχνητής νοημοσύνης, η λογοθεραπεία στις διαταραχές λόγου, όλα αυτά έχουν υποδομή γλωσσολογίας. Επίσης, γλωσσολογία είναι και η κριτική ανάλυση της γλώσσας, δηλαδή πώς η κοινωνική και πολιτική κυριαρχία αναπαράγεται μέσα από τη χρήση της γλώσσας», με ενημερώνει.
O πατέρας του ήταν δικηγόρος και έβλεπε τη συνέχεια του γραφείου του στον γιο του. Κάπως απογοητεύθηκε όταν ο νεαρός Γιώργος Ξυδόπουλος επέλεξε τη Φιλοσοφική. Μετά τα μεταπτυχιακά στη Νέα Υόρκη, το μάστερ στο Λονδίνο και το διδακτορικό στη Γλωσσολογία από το University College London ήταν πλέον ικανοποιημένος, αν και με κάθε ευκαιρία δεν παρέλειπε να του αναφέρει «πάντως θα γινόσουν πολύ καλός δικηγόρος». Θα μπορούσε όμως να έχει πάει και στο Πολυτεχνείο, λέει αναλογιζόμενος εκείνη την εποχή, αφού δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για «ό,τι έχει σχέση με θέματα τεχνολογίας».
Μας διακόπτει ευγενικά η σερβιτόρος για να πάρει παραγγελία. Είναι μεσημέρι καλοκαιριού στην Αθήνα, αλλά ευτυχώς η θερμοκρασία είναι ανεκτή. Η συζήτησή μας για τη γλώσσα έχει κινήσει το ενδιαφέρον του φωτογράφου μας Νίκου Κοκκαλιά, που έχει έρθει πιο κοντά για να μας ακούσει.
Σήμερα, λέει ο κ. Ξυδόπουλος, σε όλο τον κόσμο υπάρχουν 6.000-7.000 γλώσσες. Περίπου 1.000-1.500 είναι σε… καλή κατάσταση και δεν κινδυνεύουν. Οι υπόλοιπες επαπειλούνται με εξαφάνιση. Πολλές γλώσσες σε διάφορα σημεία του πλανήτη αριθμούν ελάχιστους ομιλητές.
– Θα φθάσουμε λοιπόν να μιλάμε όλοι αγγλικά;
– Δεν νομίζω. Η γλώσσα είναι έκφραση του πολιτισμού, δηλώνει αυτό που είμαστε, είναι κομμάτι της ταυτότητας, της ύπαρξής μας. Δύσκολα θα κάνω πέρα τη γλώσσα μου και θα υιοθετήσω μιαν άλλη.
Σήμερα σε όλο τον κόσμο υπάρχουν 6.000-7.000 γλώσσες. Περίπου 1.000-1.500 είναι σε καλή κατάσταση και δεν κινδυνεύουν. Οι υπόλοιπες επαπειλούνται με εξαφάνιση.
«Δανειζόμαστε λεξιλόγιο»
Χρησιμοποιούμε λέξεις από τα αγγλικά, τις ενσωματώνουμε στην καθημερινότητά μας και αυτό, εξηγεί ο καθηγητής, είναι αναμενόμενο και αναπόφευκτο. «Δανειζόμαστε λεξιλόγιο για να κατονομάσουμε έννοιες, οι οποίες αρχικά κατονομάστηκαν στα αγγλικά. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, τα τεχνολογικά εργαλεία, ένα σωρό έννοιες έχουν πλέον κατονομαστεί στα αγγλικά. Μπορούμε όλα αυτά να τα μεταφράσουμε στη γλώσσα μας; Πολλοί συνάδελφοι το προτείνουν και το έχουμε επιχειρήσει, αλλά δεν καταλήγει πουθενά, η προσπάθεια μένει στα χαρτιά. Δεν μπορεί κανένας να επιβάλει πώς θα ονομάζουμε τις διάφορες έννοιες οι οποίες είναι καινούργιες».
Ακόμη και οι Γάλλοι προσπάθησαν να κάνουν κινήσεις προστατευτισμού, αλλά τα franglais (τα γαλλοαγγλικά) έχουν διεισδύσει στην καθημερινότητά τους. «Οι διάφορες αποφάσεις που λαμβάνονται σε σχέση με τη γλώσσα δεν έχουν αντίκτυπο, εκτός αν συνυπάρξουν πολιτισμικοί ή κοινωνικοί λόγοι. Από την άλλη, σήμερα άνθρωποι από διάφορες περιοχές και χώρες έρχονται σε επαφή περισσότερο από ποτέ και άρα είναι χρήσιμη μια κοινή γλώσσα. Ναι, τα αγγλικά είναι πλέον μια παγκόσμια γλώσσα. Αλλά όσο εμείς δανειζόμαστε από τα αγγλικά, τόσο και αυτά δανείζονται από τις άλλες γλώσσες. Ολο αυτό είναι ένας μηχανισμός ανανέωσης, και αυτό δεν μπορείς να το σταματήσεις ή να το αποτρέψεις», περιγράφει ο κ. Ξυδόπουλος.
Μάλιστα εξηγεί ότι οι αλλαγές είναι συχνά πιο βαθιές από τον δανεισμό λεξιλογίου και φθάνουν και στη δομή της γλώσσας. «Πλέον η γερμανική γραμματική καταγράφει στον πληθυντικό και τον “αγγλικό” πληθυντικό με s. Και εμείς λέμε “είκοσι χρόνια πριν”, όπως το αγγλικό –twenty years ago–, ενώ το συνηθισμένο στα ελληνικά είναι το επίρρημα να μπαίνει στην αρχή. Λέμε followers. Βάζουμε και το s, ενώ κανονικά αυτή η λέξη δεν μπορεί να κλιθεί στα ελληνικά, είναι αμετάβλητη. Αρα εδώ δανειζόμαστε τον κανόνα από τα αγγλικά».
Ολα αυτά οι γλωσσολόγοι τα παρατηρούν και τα καταγράφουν, αλλά δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθήσουμε να επαναφέρουμε τη γλώσσα σε γραμματικές και συντακτικές ράγες. «Η πορεία της γλώσσας δεν ξέρει κανείς ποια θα είναι. Δεν μπορείς να την προδιαγράψεις, ούτε να την κατευθύνεις εκεί που θέλεις. Θα πάει εκεί που οι κοινωνικές συγκυρίες θα την οδηγήσουν. Πρέπει να έχεις επίγνωση και να διδάσκεις στο σχολείο τις αλλαγές, να μην έχεις ταμπού και να μην κινδυνολογείς».
Φοβόμαστε μάλλον ότι η γλώσσα μας θα περιοριστεί, θα φτωχύνει. «Δεν υπάρχει επιστημονικό εργαλείο για να το μετρήσουμε αυτό. Η ελληνική είναι μια απόλυτα επικοινωνιακή γλώσσα, δεν έχει κάποιο πρόβλημα σε κανένα επίπεδο, ούτε όσον αφορά την ποιότητα. Λέγεται ότι ήταν ποιοτικά κάποια σχήματα που υπήρχαν στα αρχαία ή στην καθαρεύουσα και τα οποία δεν υπάρχουν σήμερα. Η γλώσσα συστημικά όλα αυτά τα εξελίσσει, τα αλλάζει. Δεν χάνεται κάτι εντελώς, απλώς αντικαθίσταται από κάτι άλλο», επιμένει ο κ. Ξυδόπουλος.
Αναφερόμενη στα αρχαία ελληνικά επισημαίνω ότι το ενδιαφέρον των νέων ανθρώπων για τις θεωρητικές σπουδές μειώνεται διαρκώς, όπως έδειξαν και τα πρόσφατα αποτελέσματα των βάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. «Οχι μόνο στην Ελλάδα, σε όλο τον κόσμο. Αλλά ειδικά στην Ελλάδα ένας σημαντικός λόγος της απέχθειας των νέων είναι ότι οι θεωρητικές σπουδές είναι συνυφασμένες με τα αρχαία ελληνικά. Ακόμη και αν θέλεις να μπεις στη Νομική πρέπει να κάνεις αρχαία. Η επιμονή αυτή σχετίζεται με το εθνικό αφήγημα ότι η αρχαία ελληνική γλώσσα πρέπει να είναι κομμάτι της σύγχρονης ταυτότητάς μας, κάτι που όμως νομίζω ότι απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Αυτό υποβιβάζει και τη σύγχρονη γλώσσα, η οποία δήθεν “δεν έχει την ίδια αξία”». Και όμως η σύγχρονη ελληνική είναι πολύ πιο πλούσια εφόσον χρειάζεται να ονοματίσει με λέξεις πολύ περισσότερα πράγματα, προσθέτει.
Κάνει μια διακοπή και σαν να σκέφθηκε ξανά τα αρχαία συνεχίζει. «Για να μην παρεξηγηθώ, δεν καταδικάζω τα αρχαία, τις κλασικές σπουδές. Ομως άλλο οι κλασικές σπουδές, η αρχαία ελληνική γραμματεία και η λατινική γραμματεία, και άλλο να διδάσκονται όλοι αρχαία με συγκεκριμένο τρόπο. Εδώ δεν μιλάμε για αρχαιογνωσία, μιλάμε για μια εμμονή να διδάξουμε στα παιδιά τη γραμματική και το συντακτικό της αρχαίας ελληνικής, να τα μάθουμε να μεταφράζουν κείμενα στα νέα ελληνικά. Με αυτόν τον τρόπο θα αποκτήσεις μια σχέση με την αρχαία ελληνική γραμματεία; Δηλαδή για να διαβάσεις Σαίξπηρ πρέπει να μπορείς να διαβάσεις τα αγγλικά της εποχής του; Αυτό ισχύει για κάποιον που είναι εξειδικευμένος ή έχει ειδικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν πάρα πολύ καλές μεταφράσεις που δίνουν τη δυνατότητα να θαυμάσουμε και να απολαύσουμε τα έργα του και να αποκτήσουμε και όλη αυτή την κουλτούρα. Θα μπορούσαμε να δώσουμε στα παιδιά να διαβάζουν τραγωδία από μετάφραση, και να δουλέψουμε πάνω σε αυτό, ή και κωμωδία η οποία δεν υπάρχει στο σχολείο. Εχει πολλές αθυροστομίες, αλλά έχει και ερεθίσματα που θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν την κριτική ανάλυση. Υπάρχουν τρόποι που μπορούν να βελτιώσουν την αρχαιογνωσία. Αν έρθετε στο τμήμα μου και δείτε πώς διδάσκουν συγκεκριμένοι συνάδελφοι τα αρχαία ελληνικά στους φοιτητές τους, θα καταλάβετε πόσα πράγματα θα μπορούσαμε να πάρουμε από αυτή την εμπειρία και πόσα χάνουμε».
Αρχαία και νέα ελληνικά
Θεωρείται επίσης ότι μαθαίνοντας αρχαία ελληνικά εμβαθύνεις στη γνώση των νέων ελληνικών, επισημαίνω. «Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Πρόκειται για δύο διαφορετικές γλώσσες σε πολλά επίπεδα. Πολλές φορές πράγματα που λέγονται για τη γλώσσα είναι επιχειρήματα που πηγάζουν από το θυμικό, αλλά δεν βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα και γνώσεις», απαντάει.
Ενσυναίσθηση και μάρκετινγκ
Ως κοσμήτορας της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πατρών, ο κ. Ξυδόπουλος τονίζει ότι αυτές οι σχολές μπορούν να βγάλουν ανθρώπους με πολύτιμο δυναμικό και είναι άδικο να τις χαρακτηρίζουμε «χωρίς μέλλον».
Οι ανθρωπιστικές επιστήμες έχουν πλεονεκτήματα που δεν μπορείς να τα βρεις σε κανέναν άλλον τομέα επιστημών. Οι φοιτητές μέσα από την επαφή τους με τα έργα των ανθρώπων αποκτούν ενσυναίσθηση, και αυτό είναι πολύτιμο για την αγορά εργασίας και τις επιχειρήσεις που έχουν εμπλοκή με ανθρώπους. Πολλοί απόφοιτοι των σχολών μας δουλεύουν στη διαφήμιση, στο μάρκετινγκ, στη διαχείριση ανθρωπίνων πόρων ή και σε άλλα αντικείμενα. Μπορεί να κάνουν στη συνέχεια ένα περισσότερο εξειδικευμένο μεταπτυχιακό, αλλά έχουν αποκτήσει σημαντικές βάσεις.
Από την άλλη, οι ανθρωπιστικές σπουδές χρειάζεται να εκσυγχρονισθούν και να αποκτήσουν περισσότερη σχέση με την τεχνολογία, και να την αξιοποιήσουμε προς όφελός μας.
Η συνάντηση
Βρεθήκαμε στο εστιατόριο «Aperio» στον Χολαργό μεσημέρι, ακριβώς την ώρα που ανοίγει, και έτσι μπορέσαμε να βρούμε τραπέζι σε σημείο χωρίς πολλή ζέστη αλλά και χωρίς έντονο αιρκοντίσιον. Εκείνος μόλις είχε φθάσει από την Πάτρα, όπου είναι η μόνιμη κατοικία του, αλλά θα παρέμενε στην Αθήνα για να δει τον γιο του που σπουδάζει.
Μοιραστήκαμε μια πράσινη σαλάτα με προσούτο και μοτσαρέλα (Prosciutto con bufalla). Ο κ. Ξυδόπουλος παρήγγειλε ένα σπαγγέτι αματριτσιάνα (spaghetti amatriciana) και εγώ ένα βιτέλο τονάτο (Vitello Tonnato). Προβληματίστηκα αν έπρεπε να αναφέρω τα πιάτα με λατινικούς χαρακτήρες, οπότε… επέλεξα και τα δύο. O καλεσμένος μας ήπιε μια παγωμένη μπίρα σε ποτήρι, ενώ εγώ προτίμησα σκέτο νερό για να μπορέσω να συνεχίσω τη δουλειά το απόγευμα. «Κλείσαμε» με δύο καφέδες.


