Το ραντεβού μας κλείστηκε σχεδόν κατά τύχη ή για την ακρίβεια εξαιτίας ενός μικρού λάθους του λόρδου Εντ Βέιζι. Πριν από μερικούς μήνες είχαμε μια σύντομη κουβέντα γύρω από τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Eίχε αποθηκεύσει το όνομά μου πρόχειρα και θεωρώντας ότι είμαι μέλος του Parthenon Project –μιας οργάνωσης που δραστηριοποιείται στο ζήτημα της επιστροφής– μου έστειλε ένα μήνυμα με μια διαδικαστική απορία σχετικά με το επικείμενο ταξίδι του στην Αθήνα. Εννοείται πως άδραξα την ευκαιρία και του πρότεινα να συναντηθούμε.
Tον βρήκα σ’ έναν καναπέ στη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου του στο Λαγονήσι με τα μάτια κλειστά. Δεν είμαι σίγουρη αν κοιμόταν ή απλώς ξεκουραζόταν. «Πώς αντέχετε αυτή τη ζέστη;», με ρώτησε κατηφορίζοντας προς το εστιατόριο. Καθίσαμε σ’ ένα τραπέζι πάνω στη θάλασσα. Εκανε πράγματι απίστευτη ζέστη, αλλά το τοπίο ήταν ειδυλλιακό.

Στην Αθήνα ήρθε για λιγότερο από 24 ώρες για να συμμετάσχει σε συνέδριο σε μια συζήτηση για τα Γλυπτά. Ως ο μακροβιότερος υπουργός Πολιτισμού της Βρετανίας (2010-2016) είχε κρατήσει σκληρή γραμμή κατά της επιστροφής. Επέμενε τόσο στο ιστορικό πλαίσιο της απόκτησής τους όσο και στους νόμους που απαγορεύουν στο Βρετανικό Μουσείο να παραχωρεί αντικείμενα της συλλογής του. «Εκανα όμως στροφή 180 μοιρών. Και πλέον δεν μπορώ να σκεφτώ ούτε ένα επιχείρημα για να παραμείνουν στο Βρετανικό Mουσείο».
Η επίσκεψη
Η «στροφή» ξεκίνησε το 2022, όταν δέχτηκε ένα απρόσμενο τηλεφώνημα από μια εταιρεία δημοσίων σχέσεων που τον προσκαλούσε να επισκεφθεί την Ακρόπολη. Ζήτησε περισσότερες πληροφορίες και τότε άκουσε πρώτη φορά το όνομα του Γιάννη Λέφα, ενός ομογενoύς βιομηχάνου, ο οποίος είχε χρηματοδοτήσει το βιβλίο του δικηγόρου Τζέφρι Ρόμπερτσον «Σε ποιον ανήκει η Ιστορία». Πέρα από τη μαζική αποστολή του βιβλίου σε πρόσωπα επιρροής, ο Λέφας είχε ξεκινήσει να οργανώνει ταξίδια στην Αθήνα για μέλη της βρετανικής ελίτ.
Eτσι, τον Αύγουστο του 2022 ο λόρδος Βέιζι ταξίδεψε στην Αθήνα μαζί με τη σύζυγό του. Τότε ανέβηκε για πρώτη φορά στον Παρθενώνα. «Επιστρέφοντας στο Λονδίνο συναντήθηκα με τον Λέφα. Συζητήσαμε για ώρα την πρότασή του –μια λύση επωφελή και για τις δύο πλευρές– και του είπα πως θέλω να βοηθήσω». Ο Λέφας δεν δίστασε, του πρότεινε να αναλάβει πρόεδρος του Parthenon Project.
«Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση», παραδέχεται ο Βέιζι. «Eνας λόγος είναι πως είμαι στο διοικητικό συμβούλιο της Tate. Και το να αρχίσεις να λες σ’ ένα άλλο μουσείο τι πρέπει να κάνει με τις συλλογές του… ε, είναι λίγο άτακτο. Επίσης ο Τζορτζ Oσμπορν, πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, είναι φίλος μου. Ούτε σε εκείνον αρέσει να του λέω πώς να κάνει τη δουλειά του». Τον ρωτώ αν έθεσε το θέμα στο συμβούλιο της Tate. «Oχι. Γιατί το πιθανότερο είναι ότι θα μου έλεγαν να μην αναμειχθώ. Ξέρω πως κάποια στιγμή από το υπουργείο Πολιτισμού θα μου έστελναν επίσημη επιστολή να σταματήσω. Αλλά ήμουν τυχερός. Ηταν μια περίοδος αλλαγών στην πολιτική ηγεσία και τελικά το “αυστηρό γράμμα” δεν στάλθηκε ποτέ».
Ο τίτλος του λόρδου τού απονεμήθηκε μετά την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική. «Ηταν μεγάλη τιμή για μένα και για την οικογένειά μου – αν και η σύζυγός μου απεχθάνεται τους τίτλους, τον δικό της δεν τον χρησιμοποιεί (σ.σ. είναι δικηγόρος και έχουν μαζί δύο παιδιά). Η μεγαλύτερη τιμή, όμως, είναι πως συμμετέχω στη νομοθετική διαδικασία. Ο λόγος που δεν κάθομαι ακόμη μία ημέρα για να χαρώ αυτή τη θάλασσα είναι μια κρίσιμη ψηφοφορία για το κληρονομικό δικαίωμα των λόρδων». (Οι Εργατικοί επιθυμούν να καταργήσουν τον θεσμό. Εκείνος και το κόμμα του διαφωνούν.)
Οι εφημερίδες λατρεύουν το θέμα. Κάποιες φωνάζουν ότι «πουλάω την πατρίδα», αλλά ο απλός κόσμος είτε δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα είτε πιστεύει, όπως κι εγώ, ότι η επιστροφή είναι απλώς το σωστό.
Χωρίς αμοιβή
Παράλληλα, συμμετέχει σε δεξαμενές σκέψης, συμβουλεύει τεχνολογικές εταιρείες και παρουσιάζει εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή στους Times. Στα πλαίσια του Parthenon Project –όπου πλέον συμπροεδρεύει με τη Θάνγκαμ Ντεμπονέρ (προβεβλημένο στέλεχος των Εργατικών) δίνει συνεντεύξεις, συμμετέχει σε debates, εκδηλώσεις και δημόσιες συζητήσεις. H θέση, διευκρινίζει, είναι άμισθη. «Τώρα που το σκέφτομαι δεν θα έπρεπε», λέει αστειευόμενος. Τον ρωτάω εάν δέχεται κριτική για την απόφασή του και τα όσα πλέον υποστηρίζει δημόσια. «Οι εφημερίδες λατρεύουν το θέμα. Κάποιες φωνάζουν ότι “πουλάω την πατρίδα”, αλλά ο απλός κόσμος είτε δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα είτε πιστεύει, όπως κι εγώ, ότι η επιστροφή είναι απλώς το σωστό».
Τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον γνώρισε στο Λονδίνο δύο μήνες αφού είχε αναλάβει πρόεδρος στο Parthenon Project. Ηπιαν ένα ποτό σε μια ιδιωτική αίθουσα εστιατορίου στο Mayfair μαζί με τον Γιάννη Λέφα και άλλους του Project. Η επαφή είχε ξεκινήσει όταν o Λέφας είχε στείλει στο Μέγαρο Μαξίμου το βιβλίο του Ρόμπερτσον και έκτοτε άνοιξε ένας διακριτικός δίαυλος επικοινωνίας.
Στην αμέσως επόμενη επίσκεψη του Μητσοτάκη στο Λονδίνο (Δεκέμβριος 2023) ο Σούνακ αρνήθηκε να τον δει, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο ο Ελληνας πρωθυπουργός έθεσε το θέμα των Γλυπτών σε συνέντευξή του στο BBC. Πίσω από την απόφαση, ωστόσο, ο Βέιζι ξέρει πως υπάρχουν κι άλλοι λόγοι: «Ξέρω ότι τον συμβούλευσε ένας πολύ στενός του φίλος, ο Ολιβερ Ντάουντεν, μέλος του υπουργικού συμβουλίου, που είναι έντονα αντίθετος στην επιστροφή των Γλυπτών. Η κυβέρνηση ήταν δημοσκοπικά πεσμένη· ίσως θεώρησε ότι ακόμη και μια μικρή “σκληρή” χειρονομία –όπως το να αγνοήσει τον Ελληνα πρωθυπουργό για τα Γλυπτά– θα ευχαριστούσε τη δεξιά πτέρυγα πριν από τις εκλογές. Οι περισσότεροι όμως το είδαν ως μια αχρείαστα αγενή και κάπως αστεία κίνηση».
Το πολιτικό κόστος
Του θυμίζω πως όταν είχαμε συναντηθεί τον περασμένο Οκτώβριο υπήρχε μεγάλη αισιοδοξία στην ομάδα του Parthenon Project –κυρίως λόγω της επικράτησης των Εργατικών– πως μια συμφωνία είναι κοντά. Παραμένουν αισιόδοξοι; «Η κυβέρνηση αυτή τη στιγμή είναι εξαιρετικά αντιδημοφιλής. Από καθαρά πολιτική σκοπιά, ένας πολιτικός, ακόμη κι αν συμφωνεί με την επιστροφή, θα σκεφτεί: “Aξίζει να ανοίξω μέτωπο; Αξίζει όλη αυτή η φασαρία;”. Πάντως, αυτό που ισχύει είναι πως η κυβέρνηση δεν πρόκειται να βάλει εμπόδια.
Η προηγούμενη είχε απειλήσει μέχρι και με έκτακτη νομοθεσία για να το αποτρέψει. Επίσης πιστεύω πως εάν αύριο ο πρωθυπουργός έβγαινε και έλεγε πως στηρίζουμε οποιαδήποτε πρωτοβουλία του Βρετανικού Μουσείου προς την κατεύθυνση της επιστροφής, η φασαρία θα κρατούσε 24 ώρες. Μετά όλοι θα αναρωτιούνταν γιατί πήρε τόσα χρόνια».
Κατά καιρούς έχει σχολιάσει ότι Ελληνες ευεργέτες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τη μεγάλη ανακαίνιση του Βρετανικού Μουσείου. Τον ρωτώ αν αυτό είναι ένα κάλεσμα προς εύπορους Ελληνες. «Οχι. Είναι ασαφές τι θα βοηθούσε πραγματικά. Το μουσείο όμως μπαίνει σε φάση ανακαίνισης για τα επόμενα χρόνια, οπότε θα έρθει η στιγμή που τα Γλυπτά θα πρέπει να μετακινηθούν. Κι αυτό είναι μια τεράστια ευκαιρία».
Στην τελευταία εκδήλωση του Parthenon Project στο Λονδίνο συμμετείχε μεταξύ άλλων και η Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη. Μίλησε, λέει ο Βέιζι, για τις συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη –και έχουν προχωρήσει– αλλά και την πρόταση της ελληνικής πλευράς να προσφέρει, ως αντάλλαγμα και σε περιοδική βάση, σπουδαία αρχαία αντικείμενα. Ο Βέιζι έχει δηλώσει πως ένα από αυτά τα εκθέματα θα μπορούσε να είναι η χρυσή μάσκα του Αγαμέμνονα. Είναι κάτι που έχει μπει στο τραπέζι επίσημα; τον ρωτάω. «Είναι κάτι που καταλαβαίνω ότι ενδεχομένως θα ήταν διαθέσιμο. Κάτι που θα έχει την ίδια απήχηση παγκοσμίως με τα Γλυπτά και που ο κόσμος θα ήθελε να δει».
Η συνάντηση
Λίγο πριν παραγγείλουμε, πέρασε από το τραπέζι μας ο Στίβεν Φράι. Του είπαμε τον λόγο για τον οποίο ήμασταν εκεί και μοιράστηκε πως σε ένα αντίστοιχο γεύμα είχε παραγγείλει αυγά με χαβιάρι και ένα πανάκριβο κρασί, με αποτέλεσμα ο δημοσιογράφος να πανικοβληθεί για τον λογαριασμό, τον οποίο παραδοσιακά καλύπτει η εφημερίδα.
Νομίζω ότι ο λόρδος Βέιζι αντιλήφθηκε πως το ίδιο έπαθα κι εγώ όταν κατάλαβα πως ήθελε να φάει το (πανάκριβο) ψάρι της ημέρας που ερχόταν με το κιλό. Καταλήξαμε να μοιραζόμαστε ένα χταπόδι, πατάτες τηγανητές και δύο σαλάτες. Ο λογαριασμός ήταν και πάλι τσουχτερός –84 ευρώ–, αλλά ήταν όλα υπέροχα και το σέρβις άψογο.
Μια νέα «αφήγηση»
Στη διαδρομή προς το αεροδρόμιο –ευκαιρία για περισσότερη κουβέντα– μου μιλάει με ενθουσιασμό και για κάτι ακόμη: μια ριζική επαναπροσέγγιση της ελληνικής συλλογής του Βρετανικού Μουσείου. «Οραματιζόμαστε να δημιουργηθεί μια έκθεση, σαν αφήγηση, για τη βαθιά και περίπλοκη σχέση Ελλάδας – Βρετανίας. Είμαστε περήφανοι για τη στήριξη που πρόσφερε η χώρα μας στον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας. Και, ταυτόχρονα, ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός έχει διαμορφώσει σε βάθος τη βρετανική κουλτούρα. Είναι μια καταπληκτική ιδέα – αν και… είναι του Στίβεν Φράι». Ο Φράι, ιδιαίτερα δημοφιλής στη Βρετανία ως συγγραφέας, ηθοποιός και παρουσιαστής, είναι επίσης ενεργός σύμμαχος του Parthenon Project. «Ξέρεις, ο Στίβεν είναι η νέμεσή μου», μου λέει με σοβαρό ύφος, προτού μου αφηγηθεί πως την προηγούμενη ημέρα τον πλησίασε μια παρέα για να φωτογραφηθούν μαζί, ευχαριστώντας τον για τον αγώνα του για τα Γλυπτά. «Κολακεύτηκα φυσικά – μέχρι που ένας από την παρέα με κοίταξε διερευνητικά και με ρώτησε: είστε ο Στίβεν Φράι, σωστά;».

