«Πρώτα λίγος καφές», συμφωνήσαμε καθώς ανεβαίναμε νωρίς το πρωί στο roof garden του ξενοδοχείου όπου διέμενε. Η Μέλανι Κάμετ μπορεί να έδειχνε ξεκούραστη, αλλά την προηγούμενη ημέρα είχε φτάσει στην Ελλάδα μετ’ εμποδίων. Oταν ξέσπασε ο πόλεμος βρισκόταν στα σύνορα του Λιβάνου με το Ισραήλ για μια έρευνα. Η πτήση της για Αθήνα ακυρώθηκε, κατάφερε όμως να βρει εναλλακτική διαδρομή και έφτασε στη χώρα μας λίγη ώρα πριν ξεκινήσει η εκδήλωση που είχε διοργανώσει ο σύλλογος αποφοίτων του Πανεπιστημίου Brown στην Ελλάδα – μια δημόσια συζήτηση μαζί μου για την εκπαίδευση στην Αμερική και τις πρόσφατες εξελίξεις στο Χάρβαρντ όπου διδάσκει.
Οταν βρεθήκαμε για πρωινό, της είπα ότι μου είχε κάνει εντύπωση πόσο ανοικτά ασκούσε κριτική –όχι μόνο στον Τραμπ, αλλά και στο ίδιο της το πανεπιστήμιο–, κάτι σπάνιο, μάλλον αναζωογονητικό, σε μια εποχή όπου οι πανεπιστημιακοί μοιάζουν υπερβολικά προσεκτικοί, σχεδόν αυτολογοκρινόμενοι. «Μα είμαστε στη γενέτειρα της δημοκρατίας, φυσικά θα μιλούσα ανοικτά για τα πάντα», απαντάει γελώντας. Η ίδια έχει βαθιά σχέση με την Ελλάδα. Ο σύζυγός της είναι Ελληνοαμερικανός, τα τρία τους παιδιά θέλησαν –και απέκτησαν– ελληνική υπηκοότητα. «Θα εκπλαγείτε πόσοι Ελληνοαμερικανοί μάς ρωτούν τελευταία για τη διαδικασία. Θέλουν να έχουν μια εναλλακτική μήπως χρειαστεί να φύγουν από τη χώρα», μου λέει.
«Oλο αυτό που ζούμε… δεν μοιάζει αληθινό», εξομολογείται. «Ειδικά στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, όπου διδάσκουμε και μελετάμε τη διολίσθηση σε αυταρχικά καθεστώτα, είναι πραγματικά παράξενο να το βιώνουμε σε πραγματικό χρόνο». Τον περασμένο Νοέμβριο είχε συντονίσει στο πανεπιστήμιο μια συζήτηση με θέμα την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο. «Βλέπαμε τι έρχεται, αλλά κανείς δεν φανταζόταν το πόσο γρήγορα θα εξελιχθεί».
Η συζήτησή μας γι’ αυτή την πρωτοφανή κρίση μεταξύ κυβέρνησης και Χάρβαρντ δεν ξεκινάει όμως με την ορκωμοσία του προέδρου Τραμπ ούτε καν με τις εκλογές. «Ξεκίνησε ουσιαστικά τον Οκτώβριο του ’23 με το ξέσπασμα του πολέμου στην Παλαιστίνη. Τότε κάποιοι φοιτητές μας υπέγραψαν μια ανοικτή επιστολή, που στην ουσία απέδιδε την ευθύνη για τη σύρραξη αποκλειστικά στο Ισραήλ. Δεν συμφωνούσα με το περιεχόμενο της επιστολής, αλλά η αντίδραση που ακολούθησε με αιφνιδίασε και με τρόμαξε». Δισεκατομμυριούχοι δωρητές του Χάρβαρντ απαίτησαν να δημοσιοποιηθούν τα ονόματα όσων υπέγραψαν, ώστε, όπως είπαν, «οι εταιρείες τους να μην προσλάβουν κατά λάθος κάποιον από αυτούς». Ο ίδιος ο πρόεδρος του πανεπιστημίου, μαζί με περίπου 250 καθηγητές, αποδοκίμασαν επίσης δημοσίως τους φοιτητές. Η Κάμετ με δύο ακόμη συναδέλφους της δημοσίευσαν μια επιστολή ζητώντας να σταματήσει το μπούλινγκ σε φοιτητές με διαφορετικές απόψεις.
Ελαβε πολλά μηνύματα στήριξης, βρέθηκε ωστόσο ταυτόχρονα στόχος επίθεσης από αγνώστους. Κάπου τότε ξεκίνησαν και τα απειλητικά μηνύματα. Δεν πτοήθηκε όμως. Oταν, ενάμιση μήνα αργότερα, στοχοποιήθηκε η Κλόντιν Γκέι –η πρώτη μαύρη πρόεδρος στην ιστορία του Χάρβαρντ– για τη στάση της σε σχέση με τον αντισημιτισμό, η Κάμετ μαζί με μια μικρή ομάδα συναδέλφων της ξεκίνησαν καμπάνια στήριξης. «Νιώσαμε πως είναι εξοργιστικό, εξωθεσμικοί παράγοντες να προσπαθούν να ρίξουν την πρόεδρο. Hταν κάτι που θα έπρεπε να συζητηθεί και να αποφασιστεί εσωτερικά». Οι απειλές –ακόμη και κατά της ζωής της Μέλανι– κορυφώθηκαν. «Το ανέφερα φυσικά στην υπηρεσία ασφαλείας του πανεπιστημίου, αλλά όχι, δεν φοβήθηκα».
«Δεν πιστεύω ότι ο Τραμπ ενδιαφέρεται πραγματικά για τον αντισημιτισμό», λέει η Κάμετ χωρίς δεύτερη σκέψη. «Είδε απλώς μια ευκαιρία και την εκμεταλλεύθηκε. Αυτό όμως που όντως κατάφερε είναι ότι εντόπισε κάτι πραγματικό: πολλοί άνθρωποι ένιωθαν αποξενωμένοι. Παρότι ιστορικά υπάρχουν σοβαρά προβλήματα με την ανισότητα, τον ρατσισμό, τις έμφυλες διακρίσεις και έπρεπε όλα αυτά να αναδειχθούν και να υπάρξει ευαισθητοποίηση, ίσως αυτό πήγε πιο μακριά απ’ όσο έπρεπε. Επικράτησε μια γλώσσα των άκρων που τελικά έγινε αποξενωτική».
«Νιώσαμε πως έχουμε αποτύχει στο να μετα- δώσουμε την αξία μας στο ευρύ κοινό». Φέρνει παράδειγμα την έρευνα για τον καρκίνο. «Θα περίμενε κανείς ότι αυτό “θα συγκινούσε” – και όμως δεν πείσαμε».
Ο πόλεμος πάντως για το αποκαλούμενο «woke» έχει πλέον γυρίσει μπούμερανγκ.«Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι μια αντίστροφη κίνηση στην προηγούμενη προσπάθεια να διορθωθούν ιστορικές αδικίες. Τη ρωτάω αν βλέπει τον κίνδυνο, όλο αυτό αντί να ενθαρρύνει τον διάλογο να βαθύνει την πόλωση που ήδη παρατηρούμε. «Σίγουρα. Θα υπάρξει αντίδραση. Γιατί πλέον υπάρχει “επίσημα” καταστολή της ελεύθερης έκφρασης».
Τον Απρίλιο και ενώ εσωτερικές συζητήσεις βρίσκονταν σε εξέλιξη, η διοίκηση του Χάρβαρντ έλαβε μια επιστολή με αιτήματα που, όπως περιγράφει η Κάμετ, ήταν αδιανόητα. Ζητούσαν πρόσβαση σε όλες τις αποφάσεις εισαγωγής, ακόμη και για τους φοιτητές που δεν έγιναν δεκτοί. Ελεγχο στο περιεχόμενο των μαθημάτων και στις αποφάσεις πρόσληψης και απομάκρυνσης καθηγητών. «Το διάβαζα και δεν το πίστευα. Για χρόνια κάνω έρευνα στη Μέση Ανατολή και αυτό που ζήτησαν ξεπερνάει ακόμη και όσα θα τολμούσαν πολλοί αυταρχικοί ηγέτες. Ηταν πραγματικά σοκαριστικό. Αυτό όμως ήταν το σημείο όπου το Χάρβαρντ απάντησε “ώς εδώ” και ήταν μια στιγμή βαθιά ενωτική. Αλλαξε τελείως το κλίμα».
Ακολούθησε το «πάγωμα» της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης, κάτι που θεωρεί πως είναι «απροκάλυπτα παράνομο» αφού είχε εγκριθεί από το Κογκρέσο. «Πλήττεται δυσανάλογα η ιατρική έρευνα», σημειώνει. Η δική της ακαδημαϊκή έρευνα δεν έχει επηρεαστεί, αλλά όλοι νιώθουν την πίεση. «Περνάμε συνεχώς από “ασκήσεις” περικοπών 20% σε όλα τα επίπεδα. Βέβαια κάποιοι από εμάς (τους καθηγητές) πρότειναν να δεχθούμε εθελοντικά μια μείωση στους μισθούς, ώστε να ανακατανεμηθούν τα χρήματα σε άλλους που πλήττονται περισσότερο. Νιώθουμε ότι υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατία», υποστηρίζει.
Ξέρουν πως οι απώλειες δεν θα είναι μόνο οικονομικές. Ηδη μια συνάδελφός της από άλλο μεγάλο πανεπιστήμιο, η οποία θα ξεκινούσε στο τμήμα της, ενημέρωσε ότι τελικά δεν θα έρθει. Το ίδιο συμβαίνει και με πολλούς ξένους φοιτητές – ακόμη και εκείνους που ήδη φοιτούν. «Εχουν και γάμους», λέει γελώντας (κάποιοι που είχαν σχέσεις με Αμερικανούς παντρεύτηκαν εσπευσμένα για να εξασφαλίσουν άδεια παραμονής). Οσο για τους νέους φοιτητές, η κατάσταση παραμένει ρευστή. Παρότι μια δικαστική απόφαση «πάγωσε» προσωρινά τα περιοριστικά μέτρα, η κυβέρνηση τώρα βρίσκει άλλες τακτικές. «Καθυστερούν, για παράδειγμα, πολύ την επεξεργασία της φοιτητικής βίζας. Ηδη εξετάζουμε εναλλακτικές, όπως το να παρακολουθούν για κάποιο διάστημα τα μαθήματα διαδικτυακά. Ξέρω πως το Harvard Kennedy School σκέφτεται ακόμη και να δημιουργήσει παραρτήματα εκτός ΗΠΑ».
Η επιβολή φόρου
Ενα μέτρο που έχει μεγάλες πιθανότητες να περάσει από το Κογκρέσο είναι η επιβολή φόρου στα κέρδη του καταπιστεύματος. «Αυτό είναι εξαιρετικά δημοφιλές στην κοινή γνώμη», επισημαίνει. «Eκεί νιώσαμε πως έχουμε αποτύχει στο να μεταδώσουμε την αξία μας στο ευρύ κοινό». Φέρνει παράδειγμα την έρευνα για τον καρκίνο. «Θα περίμενε κανείς ότι αυτό “θα συγκινούσε” – και όμως δεν πείσαμε τον κόσμο πόσο σημαντικό είναι. Ενας λόγος είναι πως πολλοί άνθρωποι δεν έχουν καν ασφάλιση υγείας. Οπότε οι θεραπείες και τα φάρμακα που αναπτύσσονται, τους είναι εντελώς απρόσιτα. Νομίζω ότι εκεί εντοπίζεται μεγάλο μέρος του προβλήματος και έχει να κάνει με την ανισότητα. Πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά αυτός δεν είναι ο τρόπος».
Πάντως, στο πανεπιστήμιο έχει ξεκινήσει μια ενδοσκόπηση για το τι μπορούν να κάνουν οι ίδιοι διαφορετικά. «Μια καλή συνάδελφος που γράφει για τη δημόσια υγεία μάς έλεγε ότι σκοπίμως δεν δημοσιεύει τα άρθρα της σε εφημερίδες όπως οι New York Times, αλλά σε μικρά τοπικά μέσα. Περιοδεύει και μιλάει με κόσμο που αλλιώς δεν θα ενημερωνόταν ποτέ. Δεν είναι όλοι οι ψηφοφόροι φανατικά υπέρ του Τραμπ. Απλώς έχουν νιώσει ξεχασμένοι». Οσο για τα υπόλοιπα πανεπιστήμια, η Κάμετ γνωρίζει πως αγωνιούν: «Οι πρόεδροι μιλούν συνεχώς μεταξύ τους. Ολοι είναι τρομοκρατημένοι. Ο Τραμπ εφαρμόζει την κλασική τακτική κάθε αυταρχικού ηγέτη: “Διαίρει και βασίλευε”. Και όταν ζεις υπό τον φόβο ότι το δικό σου ίδρυμα είναι το επόμενο που θα στοχοποιηθεί, είναι τρομερά δύσκολο να υπάρξει συλλογική δράση».
Και όμως, είμαι αισιόδοξη
Οταν συναντηθήκαμε ακουγόταν έντονα ότι θα υπάρξει συμφωνία του Χάρβαρντ με την κυβέρνηση. «Οι περισσότεροι από εμάς –ακόμη και ερευνητές που έχουν χάσει μεγάλα κονδύλια– είμαστε αντίθετοι. Εάν υποχωρήσουμε είναι σαν να επιτρέπουμε στον αυταρχισμό να θεσμοποιηθεί. Βέβαια εγώ μπορώ να το λέω γιατί δεν είμαι η πρόεδρος του Χάρβαρντ. Καταλαβαίνω το δίλημμα που αντιμετωπίζει η διοίκηση». Παρήγγειλε λίγο ακόμη καφέ και αποχαιρετιστήκαμε. Στην Ελλάδα θα έμενε άλλες τρεις ημέρες – όχι για διακοπές, αλλά για συναντήσεις με Eλληνες ακαδημαϊκούς και με το ελληνικό σόι. Ο σύζυγός της πρόσφατα συνταξιοδοτήθηκε και σκοπεύουν να περνούν περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα. Φεύγοντας, της είπα ότι από όλα όσα μου ανέφερε, εκείνο που θέλω να κρατήσω είναι ένα μάλλον αναπάντεχο σχόλιο που έκανε στη διάρκεια της εκδήλωσης. Oτι νιώθει αισιοδοξία για το μέλλον. «Σαφέστατα! Δείτε τις διαδηλώσεις που έγιναν σε όλη τη χώρα. Δεν ήταν μόνο οι συνήθεις ύποπτοι. Ο απλός κόσμος ξυπνάει. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον δημιουργούνται οι ηγέτες του μέλλοντος».
H συνάντηση
Ξεκινήσαμε με καφέ – έναν αμερικάνο με γάλα για εκείνη, έναν λάτε με γάλα αμυγδάλου για εμένα. Μισή ώρα αργότερα πήγε στον μπουφέ και γύρισε με μια σφακιανή πίτα, δύο φέτες καρπούζι, λίγο ανανά και ένα γιαούρτι με μέλι. Ο σύζυγός της βρισκόταν επίσης στην Ελλάδα για μια δική του υποχρέωση. Καθόταν σε άλλο τραπέζι, διαβάζοντας την εφημερίδα του. Κάποια στιγμή όμως, όταν η Μέλανι δεν άκουγε, μου είπε πόσο περήφανος είναι για τη στάση που έχει κρατήσει τα τελευταία δύο χρόνια. «Δεν τα λέει όλα ακόμη. Κάποια στιγμή πρέπει να γράψει ένα βιβλίο για όσα έζησε».


