Γιώργος Αντωνιάδης: Σχολείο-φάρος, όχι καθρέφτης της κοινωνίας

Γιώργος Αντωνιάδης: Σχολείο-φάρος, όχι καθρέφτης της κοινωνίας

Από την «απογείωση» στην Αμερική, με την εταιρεία μερισματικής ιδιοκτησίας αεροσκαφών, στην επιστροφή στο σχολείο του, το Κολλέγιο Αθηνών

7' 17" χρόνος ανάγνωσης

Με ρίζα κωνσταντινουπολίτικη, πατέρα που φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και έψελνε στο Πατριαρχείο, ο Γιώργος Αντωνιάδης κληρονόμησε εξ απαλών ονύχων το επιχειρηματικό γονίδιο και την επινοητική αντοχή για διάκριση σε δύσκολα περιβάλλοντα. Αποφάσισε να μη βαδίσει στα χνάρια των δικών του και από νωρίς χάραξε μόνος του τον δρόμο. Κατάφερε να δραστηριοποιηθεί με μεγάλη επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες χάρη στις διορατικές επιλογές και στη σκληρή δουλειά, ιδρύοντας το 1995 μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες μερισματικής ιδιοκτησίας αεροσκαφών παγκοσμίως. Ο διευθύνων σύμβουλος της PlaneSense, Inc., ζώντας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κάνει όμως και σπουδαία δουλειά για να στηρίξει το alma mater του, το Κολλέγιο Αθηνών. Πρόεδρος από το 2023 του συμβουλίου των επιτρόπων του στις ΗΠΑ, συντόνισε πρόσφατα την προσπάθεια συγκέντρωσης 20 εκατ. δολαρίων που ενίσχυσαν το endowment (καταπίστευμα), σε μια μεγάλη χρηματοδοτική εκστρατεία που σκοπεύει να αποφέρει άλλα τόσα στο άμεσο μέλλον. Για όλα αυτά μας μίλησε ένα ζεστό απομεσήμερο του Ιουνίου σε δροσερό ψαροφαγικό στέκι στο Κεφαλάρι.

Συνεχόμενη μαθητεία

Απόφοιτος του ’80, θυμάται τον εαυτό του να μπαίνει με το παλιό σύστημα στο Κολλέγιο, δηλαδή εισαγωγή με εξετάσεις στη Δ΄ Δημοτικού, και να αποφοιτά στα 19 του, καθώς υπήρχε υποχρεωτικά ένα έτος παραπάνω. Υστερα, αντί να πάει στην Αμερική, όπως έκανε η πλειονότητα των συμμαθητών του, επέλεξε το Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, για να ακολουθήσει η θητεία στο Ναυτικό και το Χάρβαρντ Business School. Μετά έπιασε δουλειά στη McKinsey. Επιμένει ότι όλα αυτά ήταν μια συνεχόμενη μαθητεία που του έδωσε τα απαραίτητα εφόδια ώστε να ανοίξει τη δική του επιχείρηση: «Aπό τον πατέρα μου έμαθα να τολμώ να ονειρεύομαι. Στο Κολλέγιο πέρασα δέκα υπέροχα χρόνια και απέκτησα στέρεα μορφωτική βάση και στενούς φίλους ζωής που έχω ακόμα. Οπως άλλωστε λέει και το μότο του σχολείου, “Ανδρας Τρέφον” (μετά την άφιξη των μαθητριών έγινε “Πολίτας Τρέφον”). Από την ελληνική και αγγλοσαξονική παιδεία ξαφνικά βρέθηκα να σπουδάζω ηλεκτρολόγος μηχανικός στη γερμανική γλώσσα σε ένα καταπληκτικό πανεπιστήμιο με μεγάλες απαιτήσεις και κορυφαίους καθηγητές. Με προίκισε με την εμβάθυνση και κυρίως με τη μεθοδικότητα και τη δομημένη σκέψη. Επίσης, είδα ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση ήταν συνδεδεμένη με τη βιομηχανία. Αυτό μας έμαθε ότι ως μηχανικοί οφείλουμε να λύνουμε προβλήματα και να σχεδιάζουμε πράγματα εύχρηστα για τους ανθρώπους που θα τα χειρίζονται».

Επέστρεψε για λίγο στα πάτρια εδάφη ώστε να κάνει τη θητεία στο Ναυτικό, που τον έφερε σε μεγαλύτερη τριβή με την Ελλάδα, καθώς στον στρατό συναντάς συνομηλίκους από όλη τη χώρα, και μετά πήγε στο Χάρβαρντ. «Εκεί απέκτησα τις γνώσεις της Διοίκησης Επιχειρήσεων. Το ενδιαφέρον ήταν ότι κάθε μάθημα είχε περιπτώσεις εταιρειών με case studies και αυτό τροφοδοτούσε και διάδραση μεταξύ μαθητών και καθηγητή, την κριτική σκέψη για το πώς μπορεί να λυθεί ένα πρόβλημα μιας επιχείρησης ανάλογα με τα δεδομένα. Στη McKinsey πια εφάρμοσα όλα αυτά που διδάχθηκα, άλλο μεγάλο “σχολείο” και αυτό», προσθέτει. Πολύ γρήγορα ο Αντωνιάδης αποφάσισε κυριολεκτικά να ανοίξει τα δικά του φτερά διαλέγοντας τον χώρο της αεροπλοΐας. Από πολύ μικρός είχε αδυναμία στα αεροπλάνα: «Με θυμάμαι παιδί στον εξώστη του παλιού αεροδρομίου στο Ελληνικό να τα βλέπω να προσγειώνονται και να απογειώνονται. Στο Κολλέγιο έγινα ένας από τους ιδρυτές του αεροναυτικού ομίλου. Θέλησα λοιπόν να μπω στον χώρο αυτό από αγάπη και αρχικά έφτιαξα μια εταιρεία διαχείρισης και συντήρησης μικρών αεροσκαφών. Εκεί ήρθα σε μεγάλη επαφή με το πεδίο και τις ανάγκες του, σαν να έκανα κυριολεκτικά μια αναγνωριστική πτήση. Κάπως έτσι ξεκίνησα να κάνω το χόμπι μου δουλειά, διότι ήδη είχα μάθει να πιλοτάρω όταν ήμουν στο Χάρβαρντ».

Πάντα με απασχολούσε πώς θα ανταποδώσω στη χώρα μου και σκέφτηκα ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος από την παιδεία, διότι αυτό θα βοηθούσε την Ελλάδα να πάει μπροστά.

Τελικά αυτό που τον καταξίωσε επιχειρηματικά ήταν να αναπτύξει μια εταιρεία μερισματικής ιδιοκτησίας αεροσκαφών. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; «Ηταν στα μέσα του ’90 όταν ήρθε στην αγορά των ΗΠΑ η πώληση χρονομεριδίων. Εως τότε ο πελάτης –είτε εταιρεία είτε ιδιώτης– που είχε πτητικές ανάγκες έπρεπε είτε να αγοράσει ένα δικό του αεροπλάνο (άρα να επιβαρύνεται και με το κόστος απόκτησης και συντήρησης) ή να ναυλώνει κάθε τόσο, διατρέχοντας τον κίνδυνο να μην υπάρχει διαθεσιμότητα. Δημιουργήθηκε λοιπόν και μία ακόμα λύση, να μπορεί να αγοράσει ένα μερίδιο σε ένα αεροπλάνο που να του δίνει δικαίωμα σε συγκεκριμένο αριθμό ωρών πτήσης τον χρόνο. H PlaneSense διαθέτει ένα στόλο από όμοια αεροπλάνα και μπορεί με σύντομη προκράτηση της τάξης των 24 ωρών να εγγυηθεί στον πελάτη ότι θα έχει ένα εξ αυτών διαθέσιμο όταν και όπου το χρειαστεί στη Βόρεια Αμερική. Είναι πολύ πιο πρακτικό, αν σκεφτεί κανείς πως ένα εταιρικό ή ιδιωτικό αεροσκάφος τέτοιου τύπου στις ΗΠΑ συνήθως πετάει 300 ώρες το έτος. Είναι σαν να λέμε, λοιπόν, ότι κάποιος θα χτίσει ένα εργοστάσιο που θα λειτουργεί 45 λεπτά την ημέρα. Από κάθε άποψη συμφέρει η μερισματική ιδιοκτησία», λέει ο συνδαιτυμόνας, που πετάει το αεροπλάνο του κάθε μέρα για να πάει από το σπίτι στο γραφείο, μια απόσταση 100 χιλιομέτρων. «Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν έχουμε τέτοια κουλτούρα, αλλά δυστυχώς χάνουμε και την ευκαιρία του ποιοτικού τουρισμού μην επενδύοντας σε τέτοιες υπηρεσίες πολιτικής αεροπορίας», τονίζει.

Είναι ένας άνθρωπος που έζησε το αμερικανικό όνειρο. Σήμερα πώς βλέπει τις ΗΠΑ; «Είναι μια μεγάλη χώρα και μια μεγάλη οικονομία που έχει τους κύκλους της. Σίγουρα έχουν αλλάξει πολλά και υπάρχει αβεβαιότητα λόγω εσωτερικών και εξωτερικών γεγονότων», απαντά λακωνικά. Μετά τόσα χρόνια απουσίας, πώς βλέπει την Ελλάδα; «Θα σας φανεί παράξενο, αλλά δεν θεωρώ ότι έχω ακριβώς φύγει από τη χώρα, καθώς έρχομαι τουλάχιστον μια-δυο φορές τον μήνα και συμμετέχω στα δρώμενα. Ηταν ένα “συμβόλαιο” που έκανα με τον εαυτό μου: να έχω μεν επαγγελματική έδρα εκτός, αλλά να μη χάσω ποτέ τον σύνδεσμό μου με την πατρίδα, ούτε με την οικογένειά μου». Με τον ίδιο τρόπο ο Γιώργος Αντωνιάδης κράτησε ζωντανή και τη σχέση με το Κολλέγιο: «Πάντα με απασχολούσε πώς θα ανταποδώσω στη χώρα μου και σκέφτηκα ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος από την παιδεία, διότι αυτό θα βοηθούσε την Ελλάδα να πάει μπροστά».

Το οικοτροφείο

Αναρωτήθηκα εάν το σχολείο από το οποίο αποφοίτησε μοιάζει με το σημερινό Κολλέγιο, ένα εκπαιδευτήριο στο οποίο πολλοί προσάπτουν γιγαντισμό και νοοτροπία ελίτ: «Εχει μεγαλώσει σε μέγεθος αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό, εφόσον υπάρχει η ποιότητα στη διδασκαλία, καθώς ευεργετούνται από αυτήν πολύ περισσότερα παιδιά. Δεν υπάρχει πια το οικοτροφείο, που έκλεισε το 1983 και ήταν κάποτε η “καρδιά” του εκπαιδευτηρίου, πυλώνας της άριστης παιδείας. Εδινε την ευκαιρία σε παιδιά που κατάγονταν εκτός Ελλάδας και εκτός Αθηνών ή που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να φοιτούν στο Κολλέγιο. Ηταν ένα κέντρο ζωής στο campus, που ωφελούσε την ώσμωση. Τη χρησιμότητα του οικοτροφείου την ξαναείδα ως γονιός πια, μια και η κόρη μου, που αποφοίτησε σε ένα πολύ καλό ιδιωτικό σχολείο της Βοστώνης και έμενε σπίτι μας, περνούσε κάποια βράδια εκεί ύστερα από ορισμένες σχολικές δραστηριότητες που τελείωναν αργά. Θα ήταν χρήσιμο λοιπόν να ξεκινήσει μια συζήτηση επανίδρυσης του οικοτροφείου. Πιστεύω ότι σημαντικό μέλημα για το σχολείο –πέραν της σφαιρικότητας της γνώσης– είναι να συμπεριλαμβάνει ανθρώπους από όλη την ελληνική κοινωνία και την περιφέρεια, όπως και παλαιότερα. Συχνά λέω ότι το Κολλέγιο πρέπει να είναι φάρος, όχι καθρέφτης της κοινωνίας. Προσωπικά θα ήθελα να δω το alma mater μου να εξελίσσεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στο μέλλον. Το σημερινό εξαιρετικό κλίμα συνεργασίας ανάμεσα στο συμβούλιο των επιτρόπων στις ΗΠΑ και στο διοικητικό συμβούλιο του σχολείου στην Ελλάδα δημιουργεί υψηλές προσδοκίες, που μπορεί να οδηγήσουν στον επιθυμητό αυτό δρόμο».

«Think big» στην εκπαίδευση

«Θα ήθελα το Κολλέγιο να γίνει ένα από τα καλύτερα σχολεία διεθνώς. Σημαντικό βήμα για να επιτευχθεί η διεθνής αριστεία είναι το endowment, που καταφέραμε να το υπερδιπλασιάσουμε προσθέτοντας 20 εκατ. δολάρια με την 9μηνη εκστρατεία που κάναμε πριν από λίγο καιρό και είχε εξαιρετικά αποτελέσματα. Πιστεύω ακράδαντα στη δύναμη του καταπιστεύματος (endowment), μια και το ποσό επενδύεται και μέρος της απόδοσης δωρίζεται στο σχολείο. Το εκπαιδευτήριο που οραματιζόμαστε δεν μπορεί να είναι διδακτροκεντρικό, διότι έτσι στερείται δυνατοτήτων και στρατηγικών επιλογών για τη βέλτιστη εξέλιξή του. Οσο μεγαλώνει το καταπίστευμα τόσο τα χρήματα που επιστρέφουν και κατατίθενται για την αριστεία είναι όλο και περισσότερα. Αυτό θα δώσει στη διοίκηση του σχολείου και την ικανότητα να αναλογιστεί το αύριο σε εντελώς άλλη βάση. Think big –που λένε και οι Αμερικανοί– στην εκπαίδευση».

Η συνάντηση

Βρεθήκαμε στο εστιατόριο Παπαϊωάννου στο Κεφαλάρι, που είναι η γειτονιά όπου μεγάλωσε ο Γιώργος Αντωνιάδης. Θέλαμε και οι δυο να τσιμπήσουμε ελαφρά και έτσι το γεύμα επικεντρώθηκε στη… δωρικότητα του ωμού ψαριού: «Οταν έρχομαι για διακοπές στην Ελλάδα τρώω ψάρι κάθε μέρα», ήταν από τις πρώτες του κουβέντες. Ετσι, απολαύσαμε ωμό ροφό, σφυρίδα, τόνο και επίσης αστακό, που ήταν όλα πολύ ωραία. Ηπιαμε ξινό νερό. Η ατμόσφαιρα ήταν χαλαρή και το σέρβις άψογο. Επέμενε να αναλάβει τον λογαριασμό. Δίπλα μας κάποιες παρέες ξένων μιλούσαν για δουλειές και, ευτυχώς, η «κατάβαση» της Κηφισίας προς το κέντρο ήταν άνευ μποτιλιαρίσματος.

Γιώργος Αντωνιάδης: Σχολείο-φάρος, όχι καθρέφτης της κοινωνίας-1
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT