«Μόλις πάρκαρε τη μηχανή του και έρχεται», με ενημερώνει η Ροζαλία Φούντα, διερμηνέας της ελληνικής νοηματικής γλώσσας, χωρίς τη συμβολή της οποίας η συνέντευξη δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί. «Νομίζω ότι η οδήγηση θα είναι από τα πρώτα που θα συζητήσετε», συνεχίζει βλέποντας απορία στο βλέμμα μου. «Τα ηχητικά σήματα είναι σημαντικά στη διάρκεια της οδήγησης, γι’ αυτό απορώ», δικαιολογούμαι. «Είναι ένας από τους πολλούς μύθους για τους κωφούς, ότι δεν μπορούν –και ίσως δεν πρέπει– να οδηγούν», θα μου εξηγήσει λίγα λεπτά αργότερα ο Κωνσταντίνος Σίμψης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος, μόλις κάθεται στο τραπέζι μας.
«Η αναπηρία μας είναι αόρατη, δεν υπάρχει σωματικό πρόβλημα που να επηρεάζει την επάρκειά μας ως οδηγών. Η επικοινωνία μας είναι κυρίως οπτική: παρακολουθούμε με προσοχή κάθε αλλαγή στην κίνηση. Αν δούμε, για παράδειγμα, ότι τα αυτοκίνητα μετακινούνται ξαφνικά προς τη μία πλευρά του δρόμου, θα υποθέσουμε ότι πλησιάζει ασθενοφόρο και θα το επιβεβαιώσουμε μέσα από τους καθρέφτες μας· δεν είναι απαραίτητο να ακούσουμε τη σειρήνα του. Παρά ταύτα, ενώ μπορούμε να βγάλουμε άδεια οδήγησης για Ι.Χ., μοτοσικλέτα, ακόμη και σκάφος, η πεπαλαιωμένη νομοθεσία δεν επιτρέπει το ίδιο για φορτηγό και ταξί. Είναι μια μεγάλη αδικία».
– Μιλήσατε για μύθους που επικρατούν για τους κωφούς. Ποιους άλλους θα μπορούσατε να αναφέρετε;
– Οι βασικοί είναι ότι δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε –και γι’ αυτό συνήθως μας αποφεύγουν– και ότι υπάρχει περιορισμός σε όσα μπορούμε να κάνουμε. Κι όμως, ένας κωφός έχει τη δυνατότητα να κάνει τα πάντα, να εργαστεί ακόμη και ως μηχανικός αυτοκινήτων. Πώς γίνεται αυτό, αφού δεν ακούει τη μηχανή για να διαπιστώσει αν λειτουργεί σωστά ή όχι; θα αναρωτηθούν κάποιοι. Κι όμως, υπάρχουν και οι υπόλοιπες αισθήσεις. Θα το καταλάβει μέσω της δόνησης, με την αφή. Αλλωστε η τεχνολογία μάς δίνει πλέον πολλά εργαλεία. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι η κώφωση αλλά η νοοτροπία, οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα. Οι κωφοί μπορούν να κάνουν τα πάντα, όπως και οι ακούοντες. Φτάνει να έχουν πρόσβαση στη γνώση και την εκπαίδευση.
– Σ’ αυτό το «μέτωπο» ποιες είναι οι εξελίξεις;
– Τα προβλήματα παραμένουν. Οταν δεν υπήρχε πρόγραμμα διερμηνείας στην Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος, όταν δηλαδή δεν είχαμε τη δυνατότητα να τους παρέχουμε διερμηνείς, τα κωφά παιδιά που περνούσαν σε σχολές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αντιμετώπιζαν τεράστιες δυσκολίες: δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα –πόσο αποτελεσματική είναι η χειλεανάγνωση σε ένα αμφιθέατρο;–, έπρεπε να βρίσκουν σημειώσεις από καθηγητές και συμφοιτητές, εξαρτιόνταν από την καλή τους διάθεση. Στην πλειονότητά τους, λοιπόν, ή εγκατέλειπαν τις σπουδές τους ή αργούσαν πάρα πολύ να τις ολοκληρώσουν. Το 2006 ξεκίνησε μεν το πρόγραμμα διερμηνείας, αλλά και πάλι οι δωρεάν ώρες που μπορούσαμε να διαθέσουμε δεν ήταν αρκετές: 25 ώρες ετησίως πώς να καλύψουν τις ανάγκες ενός φοιτητή;
Τα περισσότερα μέλη μας τις αξιοποιούσαν για συναλλαγές με το Δημόσιο, επισκέψεις σε γιατρούς ή νοσοκομεία, δικαστήρια και κάποιοι αναγκάζονταν να πληρώνουν οι ίδιοι για επιπλέον ώρες. Επειτα ενέσκηψε η οικονομική κρίση. Η επιχορήγηση της Ομοσπονδίας από τον κρατικό προϋπολογισμό περικόπηκε δραματικά, το πρόγραμμα σταμάτησε για μία διετία και όταν επανήλθε είχε μειωθεί σε 15 ώρες. Πώς μπορούμε να μιλάμε για ισότιμη πρόσβαση των κωφών στα πανεπιστήμια με τέτοιες συνθήκες;
Το 2017 η Ελλάδα αναγνώρισε τη νοηματική γλώσσα ως ισότιμη με την ελληνική ομιλουμένη, βάσει της σύμβασης του ΟΗΕ. Αυτό όμως δεν έχει υλοποιηθεί, όπως στις περισσότερες χώρες της Δύσης, μένει στα χαρτιά. Η νοηματική δεν είναι κώδικας, δεν είναι παντομίμα, είναι μια πλήρης οπτικοκινησιακή γλώσσα, με δική της σύνταξη και δομή. Κι εμείς διεκδικούμε το κόστος της διερμηνείας για τις σπουδές των κωφών να καλύπτεται από το υπουργείο Παιδείας.
– Πόσα κωφά παιδιά σπουδάζουν σήμερα;
– Περίπου διακόσια. Μόνο ένα τρίτο των παιδιών που αποφοιτούν από τα ειδικά σχολεία συνεχίζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα περισσότερα αποθαρρύνονται από τις δυσκολίες και δεν το προσπαθούν καν. Τα ποσοστά ανεργίας είναι τεράστια. Αν η ελληνική πολιτεία εξασφάλιζε προγράμματα επαγγελματικού προσανατολισμού και ισότιμη πρόσβαση, αυτό θα άλλαζε.
Oταν μπήκα στο πανεπιστήμιο, ένιωθα ότι όλοι με κοιτούσαν παράξενα και ότι έπρεπε να απολογούμαι γι’ αυτό που είμαι. Ηταν πολύ ψυχοφθόρος ο πόλεμος μέσα μου μέχρι να αποδεχθώ την ίδια μου την ταυτότητα.
– Και πόσοι είναι συνολικά οι κωφοί πολίτες στη χώρα;
– Αυτό μας ρωτούν διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις. Είναι δική μας ευθύνη να τους καταμετρήσουμε; Στον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δεν υπάρχει κατηγοριοποίηση των αναπηριών, αθροίζονται όλες μαζί. Κατ’ εκτίμηση, λοιπόν, και βάσει των διεθνών στατιστικών, σύμφωνα με τις οποίες το 0,8%-1,2% του πληθυσμού μιας χώρας είναι άτομα με κώφωση, θα σας απαντήσω: 80.000-120.000. Ομως, στο Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας πρόσφατα μπήκε ειδικός κωδικός για κάθε αναπηρία, οπότε σε λίγα χρόνια θα έχουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα.
– Είστε εκ γενετής κωφός; Ποιες είναι οι οικογενειακές καταβολές σας;
– Γεννήθηκα στον Αγιο Ιωάννη Σπάρτης. Εχασα την ακοή μου σε ηλικία ενός έτους, πιθανότατα λόγω παρενεργειών κάποιου φαρμάκου που μου χορηγήθηκε όταν ανέβασα πολύ υψηλό πυρετό. Ο πατέρας μου, που εργαζόταν ως ράφτης, ήταν κωφός και η μητέρα μου, που είχε το κατάστημα ψιλικών του χωριού, ακούουσα, όπως και η αδελφή μου.
Εκείνος δεν ήξερε νοηματική, δεν υπήρχε ενημέρωση ούτε πρώιμη παρέμβαση, δεν γνώριζαν πώς να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Στην πρώτη τάξη πήγα σε δημοτικό σχολείο ακουόντων και οι δάσκαλοι επέμεναν ότι δεν μπορούσα να προχωρήσω. Οι γονείς μου τότε, μέσω της ηθοποιού Μαρίας Αλιφέρη, που ήταν συμμαθήτρια του πατέρα μου, έμαθαν για το σχολείο του Συλλόγου Προνοίας Κωφών και Βαρηκόων στην Εκάλη, το οποίο διέθετε και οικοτροφείο για τα παιδιά από την επαρχία. Μια ωραία μέρα, λοιπόν, η μητέρα μου με πήγε εκεί και έφυγε κλαίγοντας.
Το σοκ ήταν μεγάλο, νόμιζα ότι με εγκατέλειψαν. Σήμερα τους ευγνωμονώ γι’ αυτή την απόφαση. Ιδιαίτερα για το γεγονός ότι έπειτα από λίγα χρόνια άφησαν τα πάντα πίσω τους και ήρθαν στην Αθήνα, ξεκινώντας από το μηδέν, για να επανενωθεί η οικογένεια.
– Πώς αντιμετώπιζε ο κοινωνικός σας περίγυρος την ιδιαιτερότητά σας;
– Ταλαιπωρήθηκα πολύ από την έλλειψη επικοινωνίας, τις κοροϊδίες, το μπούλινγκ κάποιων παιδιών, ιδιαίτερα στο χωριό. Στην Αθήνα αυτό άρχισε κάπως να αμβλύνεται, καθώς έγινα πιο αυτόνομος, σε ηλικία εννέα ετών πήγαινα μόνος στο σχολείο με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Ομως εξακολουθούσα να ντρέπομαι, δεν ήθελα να νοηματίζω. Ακόμη και όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο –αποφοίτησα από την τότε ΑΣΟΕΕ– ένιωθα ότι όλοι με κοιτούσαν παράξενα και ότι έπρεπε συνεχώς να απολογούμαι γι’ αυτό που είμαι. Ηταν πολύ ψυχοφθόρος αυτός ο πόλεμος μέσα μου μέχρι να αποδεχθώ την ίδια μου την ταυτότητα.
– Σε ένα νέο ζευγάρι που αποκτά παιδί με κώφωση, τι θα λέγατε;
– Να χαίρονται που δημιούργησαν οικογένεια, είναι σπουδαίο πράγμα, δεν χωράει ίχνος θλίψης ή απογοήτευσης και να μεγαλώσουν σωστά το παιδί τους: να κατανοούν τις ανάγκες του και να είναι πάντα στο πλευρό του.
– Τι είναι για εσάς αναπηρία, κύριε Σίμψη;
– Οταν ήμουν μικρός πίστευα ότι είναι κάτι πολύ βαρύ, άγριο και σκληρό, που δεν μπορούσα να νικήσω. Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι κάθε άνθρωπος έχει ιδιαιτερότητες, ότι η κώφωση είναι η δική μου και ότι μπορούσα να εξελιχθώ και να προχωρήσω, όχι παρά την αναπηρία μου, αλλά με την αναπηρία μου. Τα εμπόδια που έβρισκα μπροστά μου δεν προέρχονταν άλλωστε από την κώφωση· τα δημιουργούσε ο τρόπος που είναι δομημένη η κοινωνία μας. Δεν έπρεπε, λοιπόν, να αλλάξω εγώ αλλά η κοινωνία, για να συμμετέχουμε όλοι ισότιμα σ’ αυτήν.
Η συνάντηση
Γευματίσαμε στο Black Duck. Ο Κωνσταντίνος Σίμψης και η Ροζαλία Φούντα χτύπησαν δύο φορές το τραπέζι πριν ξεκινήσουμε· έτσι λένε οι κωφοί «καλή όρεξη». Στην κουβέντα μας χώρεσαν κι άλλα: τα 13 χρόνια που, λόγω δυσκολιών πρόσβασης, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος χρειάστηκε για να πάρει το πτυχίο της ΑΣΟΕΕ («στο μεταξύ, για να βιοπορίζομαι έκανα διάφορες δουλειές: σε φούρνο, ντελιβεράς και κούριερ»), για τον προπονητή της ομάδας μπάσκετ της Παλλήνης που τον έκανε να αγαπήσει το άθλημα, για την πρωτιά της ελληνικής ομάδας Κωφών Ανδρών στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2000 που του άνοιξε τον δρόμο για μια θέση στο Δημόσιο. «Ποια είναι η αγαπημένη σας λέξη στη νοηματική;», τον ρώτησα πριν αποχαιρετιστούμε. «Πείσμα!». Και τα χέρια του σε γροθιές χτύπησαν το ένα το άλλο…
Τα δελτία ειδήσεων
«Το 1973 η νομοθεσία προέβλεψε επίδομα στους κωφούς μέχρι τα 18 έτη τους (ή τα 25 αν σπούδαζαν). Το 1982 επεκτάθηκε και μετά τα 65 έτη. Δεν ήταν παράλογο; Δηλαδή από τα 19 ή τα 26 και μέχρι τα 64 οι κωφοί άκουγαν; Το 1995 ξεκίνησαν οι προσπάθειές μας να αρθεί η αδικία: με υπομονή, επιμονή, συναντήσεις με υπουργούς διαφόρων κυβερνήσεων και εκπροσώπους κομμάτων, αμέτρητα υπομνήματα. Φέτος ο αγώνας όλων των διοικήσεων της Ομοσπονδίας και σύσσωμης της κοινότητάς μας δικαιώθηκε. Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την επέκταση της χορήγησης του επιδόματος και στις ηλικίες 19 έως 65 ετών. Αλλά πολλά πρέπει ακόμη να γίνουν, ιδιαίτερα στον τομέα της ενημέρωσης. Πότε θα γίνουν προσβάσιμα σε εμάς τα κεντρικά δελτία ειδήσεων και οι ειδησεογραφικές εκπομπές; Για τους κωφούς υπάρχει καθημερινά μόνο ένα δελτίο στη νοηματική, διαρκείας επτά λεπτών στα ιδιωτικά κανάλια και δεκατεσσάρων στην ΕΡΤ. Μέσα σε τόσο περιορισμένο χρόνο μπορούμε να ενημερωθούμε επαρκώς για ό,τι γίνεται στην Ελλάδα και στον κόσμο;».


