«Τρελαίνομαι. Αν έπρεπε να διαλέξω να γίνω αρχιτέκτονας ή παππούς, θα διάλεγα παππούς, αλλά part time, χωρίς να θέλω να αντικαταστήσω τους γονείς. Από τον γιο μου και την κόρη μου έχω τέσσερα εγγόνια, δύο κορίτσια από τον Νικόλα και δύο αγόρια από την Κατερίνα. Τρε-λαί-νο-μαι με τα εγγόνια μου, το βρίσκω τελείως χαζοτικό. Κάνουμε μαζί βόλτες με τον Ντίνο, τον σκύλο μου, πάντα έχοντας εγώ ένα στυλ παππού – “διαφθορέα”. Μοιραζόμαστε μεταξύ μας μυστικά για σκανταλιές. Ενώ ο μπαμπάς και η μαμά απαγορεύουν τις τσίχλες, εμείς πάμε στο περίπτερο και δεν λέμε σε κανέναν τίποτα… Περνάμε τέλεια. Το να επικοινωνείς με ανθρωπάκια που διαμορφώνονται και εσύ πας να μεταφέρεις μια εμπειρία ζωής, είναι πολύ ενδιαφέρον. Μέσα από τα εγγόνια μου αρχίζω να ψηλαφίζω έναν “νέο μου εαυτό”», λέει ο Ανδρέας Κούρκουλας. Θυμάμαι τις φωτογραφίες τους με τη Μαρία Κοκκίνου, που προβλήθηκαν κατά την πρόσφατη εκδήλωση «Τυπολογίες συναισθημάτων, Κοκκίνου – Κούρκουλας, αρχιτέκτονες και συνεργάτες». Το φως κάθε φωτογραφίας αποτύπωνε την εποχή και η ματιά τους τη δική τους θερμή διαδρομή μέσα στον χρόνο. Από το 1974 ήταν μαζί. Πάντα γοητευτικοί, λαμπεροί. Μαζί δημιούργησαν ένα σπουδαίο αρχιτεκτονικό γραφείο, που δραστηριοποιείται για πάνω από 35 χρόνια στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έχοντας σχεδιάσει διάσημα κτίρια, όπως το Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, τα γραφεία της Generali στο Μαρούσι και το κτίριο πολλαπλών χρήσεων Shop and Trade στον Ταύρο. Η Μαρία Κοκκίνου έχει φύγει από τη ζωή, αλλά η εικόνα της είναι ακόμη έντονη σε όσους τη γνώρισαν.
«Η μεταπολίτευση μας βρήκε στο Πολυτεχνείο να περιμένουμε τις γενιές που έζησαν τον μύθο του Πολυτεχνείου και της εξέγερσης. Εμείς, που ήμασταν εκεί, λαμπυρίζαμε σαν φωτοστέφανα που έκαναν βόλτα στο κτίριο Αβέρωφ. Η Μαρία ήταν νεότερή μου και ανέλαβα να τη “στρατολογήσω” στον «Ρήγα Φεραίο». Στρατολόγηση λέγαμε την ένταξη σε μια παράταξη! (γέλιο…). Ηταν συγκλονιστικής ομορφιάς και η οργάνωσή μας φημιζόταν για τα υψηλά αισθητικά κριτήρια. Δεν το κατάφερα. Δεν μπήκε σε καμία οργάνωση, δεν ενέδωσε. Αμφισβητούσε τα πάντα. Ηταν μια τρομερή προσωπικότητα. Δεν ήταν εύκολο κορίτσι…».
– Πώς αντέξατε;
– Ολοι το ίδιο με ρωτούσαν, πώς αντέξαμε. Αυτού του είδους οι σχέσεις είναι δύσκολο μοντέλο, δεν το έχω δει να κυκλοφορεί πολύ. Είναι ένα μοντέλο σχέσης «πάνω, κατά πάνω». Ηταν μια σχέση ανταγωνιστική, αλλά με όρους αγάπης. Την κριτική που έχω ακούσει από τη Μαρία για τη δουλειά μας δεν την έχω ακούσει από άλλον. Είναι σπάνιο να δουλεύεις και να ζεις μαζί και μάλιστα τόσα χρόνια. Αλλά είχαμε βρει ισορροπίες, χαλαρωτικές και δημιουργικές. Με επηρέασε τρομερά. Της χρωστώ τα πάντα.
– Τι εννοείτε λέγοντας «λαμπυρίζαμε σαν φωτοστέφανα στο κτίριο Αβέρωφ»;
– Μα η συμμετοχή στην αντίσταση κατά της χούντας είχε στοιχεία «ηρωικής» πράξης. Και πολλοί από τις επόμενες γενιές κάπως έτσι την είδαν. Επεσε τεράστιο βάρος, μοιάζαμε κάτι σαν ιερές αγελάδες. Αλλά, όλες οι μεγάλες λάμψεις μπορεί να τυφλώσουν. Πολλοί τυφλώθηκαν ή έμειναν στήλη άλατος και δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν τη ζωή τους. Θεωρώ ότι στάθηκα τυχερός γιατί κατάφερα και «απεγκλωβίστηκα». Αυτό το οφείλω στη Μαρία, που επέμενε να φύγουμε και να συνεχίσουμε στο Λονδίνο.
– Πώς επιλέξατε να σπουδάσετε αρχιτεκτονική;
– Μικρός είχα κάποιο ταλέντο να σκιτσάρω. Μου άρεσε και αυτό με έκανε να σκεφτώ τις εικαστικές τέχνες, τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Αλλά η ανασφάλειά μου για το εάν είμαι αληθινά καλός, με οδήγησε να επιλέξω κάτι πιο στέρεο που να σχετίζεται με το σχέδιο. Επίσης, όταν ήμουν μαθητής γνώρισα τον σπουδαίο αρχιτέκτονα Αρη Κωνσταντινίδη και δεν ξέρω, ίσως κι αυτό να με έσπρωξε σ’ αυτή την επιλογή.
– Η αρχιτεκτονική δεν έχει πολλά στοιχεία τέχνης;
– Η αρχιτεκτονική είναι κατ’ εξοχήν κοινωνική τέχνη, με σημαντικές παρεμβάσεις στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Εχει καθοριστική σημασία στη συγκρότηση των κοινωνιών. Στην αρχιτεκτονική συνυπάρχουν στοιχεία που είναι απολύτως μετρήσιμα και αυστηρά «επιστημονικά» προσδιορισμένα, που συντίθενται όμως με τρόπους που το τελικό αποτέλεσμα, η αίσθηση του χώρου δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια, όλο διαφεύγει. Η αρχιτεκτονική είναι φίλτρο που παραλαμβάνει φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα για να τους δώσει νόημα. Χωρίζει και ενώνει φυσικά φαινόμενα και ανθρώπους, ενορχηστρώνοντας «κοινωνικές μελωδίες».
– Πόσο έχει αλλάξει η Αθήνα τα χρόνια της επαγγελματικής σας διαδρομής;
– Τέλος του ’70, όταν τελείωνα το Πολυτεχνείο, το logo μας ήταν: «Η Αθήνα σώζεται μόνο με έναν σεισμό! Μετά η αρχιτεκτονική να αναλάβει τον σχεδιασμό της σύμφωνα με τα πρότυπα της σύγχρονης πολεοδομίας». Ομως, το ’80 τα πρότυπα αυτά κατέρρευσαν παταγωδώς. Από το ’90 και μετά, δειλά δειλά, η Αθήνα παρουσιάζεται ενδιαφέρουσα περίπτωση ζωντανής πόλης. Μην το ξεχνάμε, υπάρχουν πόλεις – νεκροταφεία. Στην Αθήνα η δομή του δρόμου και του μικρού οικοδομικού τετραγώνου συμβάλλουν στην πυκνότητα των τυχαίων συναντήσεων. Της ζωντάνιας της δηλαδή. Αποτελεί αντίδοτο στη μοναξιά του Διαδικτύου. Ωστόσο, η έκρηξη του τουρισμού αλλάζει πολλά δεδομένα. Τώρα πρέπει να συζητήσουμε τι πρέπει να γίνει σε μια πόλη όπως η Αθήνα, που εμφανίζει ένα πολύτιμο προτέρημα που την κάνει σέξι: την κοινωνική ζωντάνια. Το βασικό είναι να οραματιστούμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής σε δεδομένες συνθήκες υψηλών πυκνοτήτων. Αυτό είναι ο ορισμός της σύγχρονης μεγαλούπολης, άλλωστε. Εάν εστιάσουμε και κατανοήσουμε τα ειδικά χαρακτηριστικά της Αθήνας, μπορούμε με ήπιες «βελονιστικές» παρεμβάσεις να την απογειώσουμε.
Στην Αθήνα, η δομή του δρόμου και του μικρού οικοδομικού τετραγώνου συμβάλλουν στην πυκνότητα των τυχαίων συναντήσεων. Της ζωντάνιας της. Αποτελεί αντίδοτο στη μοναξιά του Διαδικτύου. Ωστόσο, η έκρηξη του τουρισμού αλλάζει πολλά δεδομένα.
– Πώς είναι το σπίτι σας;
– Ζω στο κέντρο της Αθήνας, μου αρέσει πολύ. Το σπίτι μου είναι μικρό διαμέρισμα με μεγάλο μπαλκόνι, που μετεωρίζεται ανάμεσα στην πόλη και στον Λυκαβηττό. Ξυπνάω, βλέπω τον λόφο και κατεβαίνω. Σε ένα λεπτό είμαι στη ζωή της πόλης. Οι Κινέζοι λένε ότι η όψη τού απέναντι γείτονα σου ανήκει. Γεννήθηκα σε προάστιο, αλλά με κέρδισε η πόλη. Μου αρέσει η βοή του κέντρου. Γούστα είναι αυτά.
– Εχετε αποχωρήσει από το ΕΜΠ. Σας λείπει η διδασκαλία;
– Μου λείπει η συστηματική επαφή με νέους ανθρώπους. Ηταν για μένα μια συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Αναπολώ μαθήματα τρομερής δημιουργικής αύρας. Ενα από τα τελευταία μαθήματα με θέμα τις ταράτσες του μέλλοντός μας. Τις ταράτσες στην εποχή των αυτοκινούμενων αερομεταφορών. Της πόλης του μέλλοντός μας.
– Πρόκειται για ρεαλιστική πιθανότητα;
– Μην απορείτε. Κοιτάξτε τι γίνεται με τη χρήση drones στις μεγαλουπόλεις, έστω σε πειραματικό επίπεδο. Είναι θέμα χρόνου τα αυτοκινούμενα επιβατικά drones. Μεγάλο ζητούμενο στη διδασκαλία είναι η αμφισβήτηση των σημερινών δεδομένων και η διερεύνηση συνθηκών που αλλάζουν τους βασικούς όρους της ύπαρξής μας. Η φαντασίωση της πόλης του μέλλοντος και η έγκαιρη κατανόηση των παραμέτρων που θα τη χαρακτηρίζουν. Η απελευθέρωση του φαντασιακού οδήγησε πολλές τέτοιες απόπειρες μαθημάτων σε δημιουργικές εκρήξεις. Εντυπωσιακές εργασίες και συζητήσεις. Τα έδωσαν όλα. Δυστυχώς, μαζί με τη χαρά της δημιουργικότητας στο Πολυτεχνείο βίωσα και μια στείρα κομματίλα…
– Δηλαδή;
– Δηλαδή μειοψηφίες να θέλουν να επιβάλουν τη λογική τους, να διακόπτουν, να καταλαμβάνουν, να τρομοκρατούν. Σε αγαστή συνεργασία με κάποιος διδάσκοντες. Μια σκοτεινή πλευρά της εκπαίδευσης.
– Σας γνωρίζω χρόνια. Τις εντυπώσεις μου για εσάς τις κρατώ για μένα, αν και είναι δύσκολο οι αναγνώστες να μη διακρίνουν τη συμπάθεια. Γι’ αυτό δεν ρωτώ εάν έχετε, θέλω να μου πείτε ποια ελαττώματα έχετε.
– Να σας πω αυτά που ξέρω, υπάρχουν κι άλλα που δεν ξέρω. Είμαι επιπόλαια ευκολόπιστος. Εχω μια αφοπλιστική αθωότητα ή ηλιθιότητα. Είμαι πολυλογάς. Αλλοι λένε ότι υπήρξα ανταγωνιστικό κοκοράκι.
Μόδα στα ρούχα και τα κτίρια
– Τι είναι το καλό γούστο για εσάς;
– Το γούστο είναι μία έννοια φασματική, χωρίς διακριτά στοιχεία. Είναι μια κοινωνική συμφωνία περί του ωραίου, με δαιδαλώδεις διαδρομές. Η αλλαγή γούστου έχει χρονικότητα που ποικίλλει από τομέα σε τομέα, από πολιτισμό σε πολιτισμό. Για παράδειγμα, στα ρούχα το γούστο έχει νευρικότητα, δηλαδή αλλάζει με ρυθμό εποχής – άνοιξη, καλοκαίρι κ.λπ. Αντίθετα, η εικόνα των βράχων του τοπίου παραμένει σταθερή χωρίς ευδιάκριτες μεταβολές. Η αρχιτεκτονική είναι κάπου ανάμεσα στα βράχια και τη μόδα των ρούχων. Στην αρχιτεκτονική η «μόδα» μπορεί να έχει χρονικότητα ετών ή αιώνων. Ο χρόνος είναι αργός.
– Ποιο είναι το αγαπημένο σας χρώμα;
– Το βαθύ μπλε, το ούλτρα μαρίν. Δεν μου αρέσει το μαύρο, παρόλο που θεωρείται το «χρώμα των αρχιτεκτόνων». Τη δεκαετία του ’80 το μαύρο ήταν dress code, ήταν τρομερή μόδα στα ρούχα των αρχιτεκτόνων. Το χρώμα στην αρχιτεκτονική σχετίζεται με το φως. Το πώς εκτίθεται ένα κτίριο στο φως, πώς το φιλτράρει, τι εκπέμπει.
Η συνάντηση
«Μπα όχι, εγώ δεν μαγειρεύω. Η γυναίκα μου δεν με άφηνε να πλησιάζω την κουζίνα. “Ασ’ το, τα κάνεις χειρότερα” μου φώναζε! Δεν κατάφερα να εξοικειωθώ με το μαγείρεμα».
Επέλεξε να γευματίσουμε σε ένα παλιό στέκι, γνώριμο σε πολλούς λάτρεις του κέντρου, την ταβέρνα του Οικονόμου στα Πετράλωνα. Ηλθε με το σκούτερ του. «Ερχομαι εδώ, ούτε που θυμάμαι πόσα χρόνια. Μου αρέσει που η ταβέρνα ανανεώθηκε διατηρώντας το ύφος της», παρατηρεί.
Μοιραστήκαμε χόρτα, γίγαντες, μελιτζάνες φούρνου και μπάμιες, και ακολούθησε το παραδοσιακό κέρασμα του Οικονόμου, χαλβάς σιμιγδαλένιος. Ολα, όπως πάντα, πολύ νόστιμα. Ηπιαμε μπίρα «Νύμφη» με την ήπια πικρή επίγευση – δική του επιλογή, καθώς προτιμά τις πικρές μπίρες. Η εξυπηρέτηση εξαιρετική και ο λογαριασμός 45 ευρώ.


