«Πώς θα αντιμετωπίσεις έναν θυμωμένο αγρότη; Μπορείς να το καταφέρεις αυτό;». Αυτή ήταν μια από τις πολλές ερωτήσεις τις οποίες δέχθηκε η Ελλη Τσιφόρου κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων που χρειάστηκε να περάσει για να προσληφθεί στη θέση που είναι σήμερα. «Γιατί να μην μπορώ; Θα είμαι εκεί για να βοηθήσω και ο στόχος μου είναι ευρύτερος από την κατάσταση που μπορεί να αντιμετωπίζω μια συγκεκριμένη στιγμή», απάντησε.
Το γεγονός πάντως είναι ότι εδώ και πέντε μήνες είναι η νέα γενική γραμματέας της Copa-Cogeca, της Ενωσης των Ευρωπαίων Αγροτών και των Ευρωπαϊκών Συνεταιριστικών Οργανώσεων. Από το 1962, οπότε οι δύο πανευρωπαϊκές αγροτικές ενώσεις ξεκίνησαν να λειτουργούν μαζί, εκπροσωπώντας 22 εκατομμύρια αγρότες, είναι η πρώτη φορά που στη συγκεκριμένη θέση προσέλαβαν γυναίκα.
Μιλήσαμε για το πόσο διαφέρει η παραγωγική διαδικασία ανάμεσα στα κράτη-μέλη και πόσο δύσκολο, αλλά ταυτόχρονα αναγκαίο είναι να διαμορφωθεί μια κοινή αγροτική πολιτική που να προσφέρει ασφάλεια στους Ευρωπαίους αγρότες και κατ’ επέκταση στους Ευρωπαίους καταναλωτές. Για τους λόγους που οι αγρότες βγαίνουν στους δρόμους και βέβαια για το τι είναι αυτό που χρειάζεται η ελληνική αγροτική παραγωγή και γιατί τόσα χρόνια τώρα δεν το έχει καταφέρει.
Δεν ήταν καθόλου εύκολο να βρεθούμε διά ζώσης ή και διαδικτυακά ακόμη. Το πρόγραμμά της είναι εξαιρετικά φορτωμένο με δύσκολες αποστολές καθημερινά. Αν μπορούσαμε να περιγράψουμε με έναν τίτλο τη δουλειά της θα ήταν: να ενημερωθούν, να συζητήσουν, να συνεννοηθούν και να καταλήξουν σε αποφάσεις οι Ευρωπαίοι αγρότες. Μετά οι αποφάσεις αυτές θα πρέπει να φθάσουν μέχρι τις Βρυξέλλες με πολλούς τρόπους. Σχεδόν ακατόρθωτο.
«Για μένα, το να εξασφαλίζω την ενότητα είναι η βασική μου δουλειά και ας μην περιγράφεται στο καταστατικό για την πρόσληψή μου. Εχει σημασία η προετοιμασία. Πρέπει να γνωρίζω το σημείο εκκίνησης των διαφόρων αντιπροσωπειών, των οργανώσεων και των κυβερνήσεων, και να προσπαθώ να κατανοήσουν ο ένας τον άλλον. Βέβαια εγώ προτείνω, αλλά οι αντιπρόσωποι των αγροτών και των συνεταιρισμών αποφασίζουν τι θα γίνει τελικά», εξηγεί. Αυτό είναι το εσωτερικό μέτωπο της Copa-Cogeca, όπου ο κάθε αντιπρόσωπος από τα κράτη-μέλη εκπροσωπεί διαφορετικά και συχνά αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και νοοτροπίες.
Τα διαφορετικά συστήματα αγροτικής παραγωγής, εμπορίας και διακίνησης στα κράτη-μέλη αποτελούν πλούτο, αλλά ταυτόχρονα δημιουργούν μεγάλη δυσκολία. «Τον Δεκέμβριο ήμουν καλεσμένη στην Ολλανδία, στη Royal Flora Holland που είναι η εταιρεία-ηγέτιδα στην παραγωγή λουλουδιών. Με πήγαν στο δημοπρατήριο λουλουδιών, όπου εγώ φανταζόμουν τεράστιους διαδρόμους με λουλούδια που θα περνάνε μπροστά από τους υποψήφιους αγοραστές. Λοιπόν, το μεγαλύτερο δημοπρατήριο λουλουδιών στον κόσμο είναι μόνο digital. Κάποιος κάθεται μπροστά σε τρεις οθόνες και προσπαθεί να διασφαλίσει τις καλύτερες τιμές για τα προϊόντα. Στο μεταξύ, οι αγοραστές βλέπουν απλώς την εικόνα των λουλουδιών και τις ποιοτικές διασφαλίσεις που τα συνοδεύουν και παραγγέλνουν. Κατέβηκα κάτω στην αποθήκη των logistics, όπου υπάρχουν εκατοντάδες τόνοι λουλουδιών σε καφάσια και μικρά οχήματα-ρομποτάκια που τα οδηγεί ένας υπάλληλος της Royal Flora Holland. Τα οχήματα-ρομποτάκια παίρνουν το μήνυμα της παραγγελίας και πηγαίνουν στο σημείο όπου βρίσκονται τα προϊόντα, τα παραλαμβάνουν και τα παραδίδουν σε συγκεκριμένο μέρος. Ολο αυτό είναι τρομερά μελετημένο, βλέπεις ένα μελίσσι οχημάτων που κινούνται διαρκώς χωρίς να συγκρούονται. Μέσα σε μισή ώρα έχουν τελειώσει όλα χωρίς να ακουστεί μια λέξη. Τα θερμοκήπιά τους παράγουν ενέργεια που μέσω ενός συστήματος διατίθεται στους υπόλοιπους πολίτες. Λίγες ημέρες αργότερα βρέθηκα στη Λετονία, σε έναν γαλακτοκομικό συνεταιρισμό που φτιάχνει φοβερά προϊόντα, αλλά ήταν σαν να βρίσκεσαι στη δεκαετία του 1960. Αυτή η ποικιλομορφία είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και η δυσκολία της. Και έχει σημασία να πάμε μπροστά, αλλά χωρίς να αφήσουμε κανέναν πίσω», διηγείται.
Η Ελλη Τσιφόρου περιγράφει τη δουλειά της λέγοντας ότι εντοπίζει τα κοινά στοιχεία, βρίσκει δρόμους και χτίζει συναινέσεις. «Πολλοί θεωρούν ότι η συναίνεση ταυτίζεται με την υπαναχώρηση. Ομως όταν έχει μέσα εμπειρία, ρεαλισμό και ταυτόχρονα σεβασμό για τις θέσεις του άλλου, τότε μπορεί να γίνει προωθητική δύναμη, να σε πάει μπροστά, με στέρεα όμως βήματα. Προσπαθώ να είμαι ένας γεφυροποιός», καταλήγει γελώντας.
Oταν έφθασαν τα τρακτέρ στο Σύνταγμα, οι άνθρωποι χειροκροτούσαν. Καταλαβαίνουν οι πολίτες ότι υπάρχει μεγάλη αδιαφάνεια στην αλυσίδα και πως δεν φταίει ο αγρότης για τις τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές στο ράφι.
Ωστόσο το πιο δύσκολο μέτωπο είναι, όπως επισημαίνει, αυτό των Βρυξελλών. Οι όποιες αποφάσεις λαμβάνονται στις Βρυξέλλες έχουν άμεσο αντίκτυπο στον αγροτικό τομέα και «δεν μιλάμε μόνο για τα αγροτικά θέματα», υπογραμμίζει. Οι Ευρωπαίοι αγρότες καλούνται να προσαρμοστούν σε πολλές πολιτικές, οι οποίες δεν έχουν άμεση σχέση με τον αγροτικό τομέα, αλλά τον επηρεάζουν.
Για παράδειγμα; «Είναι στόχος για την Ε.Ε. να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Προστασία του περιβάλλοντος, διατήρηση των φυσικών πόρων, ο τρόπος που παράγεις θα πρέπει να αλλάξει. Ομως αυτό σημαίνει ότι για να λάβεις χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα ως αγρότης θα πρέπει να μπορείς να διασφαλίσεις την περιβαλλοντική βιωσιμότητα της εκμετάλλευσής σου», εξηγεί η Ελλη Τσιφόρου.
Οι αποφάσεις που λαμβάνονται γι’ αυτούς χωρίς αυτούς είναι ο λόγος της μεγάλης δυσαρέσκειας και των σφοδρών αντιδράσεων των Ευρωπαίων αγροτών τα τελευταία χρόνια. Ο τρόπος με τον οποίο επιτεύχθηκε η «Πράσινη Συμφωνία» «ήταν λίγο βίαιος, έξω από το πλαίσιο του ευρωπαϊκού fair play όπως το γνωρίζαμε όλα αυτά τα χρόνια», συμπληρώνει. «Πέρασαν κανονισμοί, χωρίς σε πολλές περιπτώσεις να υπάρξουν εκθέσεις για τις συνέπειες της εφαρμογής τους», περιγράφει. «Και όταν οι υπουργοί συμφώνησαν για τη νέα ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), συμφώνησαν επίσης ότι αυτή θα ενσωματώσει όλη τη νομοθεσία για το κλίμα. Κλήθηκαν λοιπόν οι αγρότες να εφαρμόσουν πολιτικές που έρχονταν από τις Βρυξέλλες, οι οποίες όμως δεν είχαν λάβει καθόλου υπόψη την πραγματικότητα των ίδιων των αγροτών».
Και κάπως έτσι οδηγηθήκαμε στις αγροτικές κινητοποιήσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. «Ναι. Νομίζω ότι το σύνθημα “no farmers, no food» ήταν πολύ δυνατό και έφθασε στις Βρυξέλλες. Είναι πολύ σημαντικό ότι αν και αυτές οι κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν σε περιβάλλον πληθωρισμού, η κοινωνία τις υποδέχθηκε θετικά. Θυμάμαι εδώ στην Ελλάδα ότι όταν έφθασαν τα τρακτέρ στο Σύνταγμα, οι άνθρωποι χειροκροτούσαν. Καταλαβαίνουν λοιπόν οι πολίτες ότι υπάρχει μεγάλη αδιαφάνεια στην αλυσίδα και πως δεν φταίει ο αγρότης για τις τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές στο ράφι».
Το στίγμα
Γιατί όμως υπάρχει τόσο μεγάλη απόσταση μεταξύ του αγροτικού κλάδου και των αποφάσεων; «Για πολλούς λόγους. Aυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις για τον αγροτικό τομέα είναι όλο και πιο μακριά από την ύπαιθρο. Υπερισχύουν οι απόψεις των κατοίκων των πόλεων. Επηρεάζονται ακόμη από τις ΜΚΟ (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις), που έχουν πολύ καλό lobbying. Επίσης, μετά την COVID-19 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αποκοπεί σε μεγάλο βαθμό από τα κράτη-μέλη, δεν υπάρχουν πλέον εκπρόσωποι σε εθνικό επίπεδο, οπότε δεν υπάρχει ώσμωση. Ο Φραντς Τίμερμανς –αντιπρόεδρος της Επιτροπής για την κλιματική δράση– είχε πολύ αρνητική στάση απέναντι στους αγρότες. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο τέλος της θητείας της είπε ότι «χρειάζεται διάλογος με τους αγρότες». Oμως όλη αυτή η συμπεριφορά έχει αφήσει ένα στίγμα, χρειάζονται προσπάθεια και καιρός για να αποκατασταθεί μια σχέση εμπιστοσύνης», συμπληρώνει.
«Η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική –έτσι όπως διαμορφώνονται οι διεθνείς συνθήκες– στις εμπορικές συμφωνίες της, ώστε να μην εξαφανίσει τομείς ευρωπαϊκής καλλιέργειας. Το θέμα της διατροφικής επάρκειας επίσης θεωρώ ότι αυτή τη στιγμή είναι και πάλι στο προσκήνιο», καταλήγει.
Δεν έχουμε στρατηγική
«Η ελληνική γεωργία έχει αρνητικά αλλά έχει και θετικά. Χρειάζεται να υπάρχει μια στρατηγική, που θα εκμεταλλευθεί τα θετικά και σταδιακά θα περιορίσει τα αρνητικά. Για να καταρτίσεις όμως μια στρατηγική, θα πρέπει να αναγνωρίσεις την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία λέει “έχουμε ελεύθερη αγορά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα”. Και όμως. Το γαλλικό κράτος έχει ένα φορέα τεχνοκρατικής παρακολούθησης που εποπτεύεται από το υπουργείο Γεωργίας σε συνεργασία με τα υπουργεία Οικονομικών και Περιβάλλοντος. Κάνει έρευνες για κάθε τομέα για να έχει την αίσθηση της αγοράς, δίνει στοιχεία και συνομιλεί με τους παραγωγούς. Σε εμάς υπάρχει η αντίληψη ότι υπάρχει η ΚΑΠ. Μα η ΚΑΠ δεν είναι στρατηγική, είναι εργαλείο που θα έπρεπε να υπηρετεί τη στρατηγική της χώρας. Οσο δεν έχουμε στρατηγική, τόσο θα χάνουμε σε δυναμική».
H συνάντηση
Συναντηθήκαμε σε δύο δόσεις. Αρχικά το ραντεβού μας ήταν στο εστιατόριο Φιλίππου (Ξενοκράτους 19), καθορισμένο πολύ καιρό πριν στο πλαίσιο μιας ολιγοήμερης επίσκεψής της στην Ελλάδα. Εκείνη την ημέρα, όμως, λόγω απρόβλεπτων γεγονότων, δεν υπήρχε αρκετός χρόνος, οπότε κυρίως κάναμε την αναγκαία φωτογράφιση. Δέκα ημέρες μετά μιλήσαμε διαδικτυακά. Η Ελλη Τσιφόρου βρισκόταν στις Βρυξέλλες και ετοίμαζε τις βαλίτσες για το επόμενο ταξίδι της. Εχει αποφασίσει να επισκεφθεί όλα τα κράτη-μέλη ώστε να γνωρίσει από κοντά τους αγρότες και τον τρόπο παραγωγής. Οπως λέει, μόνον όταν δεις με τα ίδια σου τα μάτια πράγματα μπορείς να καταλάβεις την αφετηρία του καθενός και να βοηθήσεις αποδοτικά.


