Το όραμα για τα Πανεπιστήμια

3' 48" χρόνος ανάγνωσης

Στο πρόσφατο συνέδριο της ελληνικής εταιρείας Βιοχημείας και Μοριακής Βιολογίας ανακοινώθηκαν 270 εργασίες, μερικές άριστες και οι περισσότερες εξαιρετικής επιστημονικής ποιότητας, ανάλογης με αυτήν αντίστοιχων διεθνών συνεδρίων και ήδη δημοσιευμένες ή υπό δημοσίευση σε κορυφαία διεθνή επιστημονικά περιοδικά. Το συνέδριο παρακολούθησαν περίπου 1.000 νέοι ειστήμονες, γεμάτοι ταλέντο και δίψα για επιστήμη και πρόοδο. Το συνέδριο υποστήριξε πειστικά και σε πείσμα όσων πρεσβεύουν το αντίθετο, ότι ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας είναι προικισμένο με εξαιρετική ποιότητα και μεγάλες δυνατότητες, τις οποίες μπορεί να αναδείξει και στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες της νεοελληνικής πραγματικότητας που κυριαρχείται από θιασώτες της ήσσονος προσπάθειας και εχθρούς του μόχθου για αριστεία. Η παραγωγικότητα αυτών των νέων ταλαντούχων επιστημόνων θα ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη εάν λειτουργούσαν σε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον, στο οποίο θα έλειπε η βίαιη και αντιδημοκρατική συμπεριφορά μειοψηφίας φοιτητών, που αβασάνιστα προχωρούν εδώ και χρόνια σε καταλήψεις, εμποδίζονας για μήνες την απρόσκοπτη εκτέλεση του ερευνητικού και εκπαιδευτικού έργου ή επιβάλλουν βίαια τη διακοπή λειτουργίας των διοικητικών οργάνων, παραλύοντας τα πανεπιστήμια. Η εικόνα των πανεπιστημίων μας θα ήταν τελείως διαφορετική εάν ενδιαφέρονταν για τη διοίκησή τους εμπνευσμένοι πανεπιστημιακοί διεθνούς αναγνώρισης, οι οποίοι τώρα δεν έχουν καμία τύχη εκλογής, διότι δεν ενδίδουν στη «συναλλαγή» με τους φοιτητές και τα πολιτικά κόμματα για την άγρα ψήφων. Η συμμετοχή των προπτυχιακών φοιτητών σε ποσοστό σχεδόν 50% στην εκλογή των διοικητικών οργάνων των πανεπιστημίων μας είναι ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία. Ακόμη και στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες η φοιτητική συμμετοχή στη διοίκηση των πανεπιστημίων δεν ξεπερνούσε το 5% στις περισσότερες δε ήταν μηδενική! Είναι απίστευτη παραδοξότητα η απόφαση, για το ποιος διοικεί ένα τόσο μεγάλο οργανισμό όπως ένα πανεπιστήμιο, να αφήνεται, για λόγους μικροπολιτικής, στους λιγότερο έμπειρους φοιτητές.

Ενας άλλος παράγοντας που θα συνεισέφερε καθοριστικά στην επίτευξη επιστημονικής αριστείας στα παν/μιά μας είναι η γενναιόδωρη, σταθερή και όχι περιστασιακή χρηματοδότηση για την ανάπτυξη σύγχρονης ερευνητικής υλικοτεχνικής υποδομής και την αύξηση του νέου ερευνητικού προσωπικού. Αυτό θα σήμαινε ότι το 0,58% του ΑΕΠ που δίνεται σήμερα για την έρευνα θα έπρεπε να αυξηθεί στο 1,7% και στο 3,6% του ΑΕΠ για την Παιδεία και στο 5,5%, που είναι οι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι. Προκαλεί πραγματικά θλίψη η σύγκρισή μας με τα πολύ πρόσφατα νέα μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Πολωνία και Ουγγαρία, τα οποία ήδη επενδύουν στην Ερευνα και την Τεχνολογία στο 1,1% του ΑΕΠ τους! Προβληματίζει η πρόσφατα εκφρασμένη πρόθεση της κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει το Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής με το 25% των αποθεματικών των Ειδικών Λογαριασμών Ερευνας των παν/μίων, χρήματα που εξασφαλίζονται με μεγάλη προσπάθεια από ανταγωνιστικές ευρωπαϊκές και άλλες διεθνείς πηγές και τα οποία υποκαθιστούν ένα μικρό μέρος αυτών που θα έπρεπε να δίνονται για την έρευνα από το ελληνικό κράτος, όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες του σύγχρονου κόσμου! Πράγματι, τα τελευταία 5 χρόνια απουσιάζουν οι εγχώριες προκηρύξεις για τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων ενίσχυσης του νέου ερευνητικού προσωπικού. Είναι ανησυχητική επίσης η χαμηλότερη κατά 3,7 εκατ. φετινή χρηματοδότηση του Ινστιτούτου Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ), του κατά τεκμήριο σημαντικότερου ερευνητικού πόλου της χώρας.

Εάν οι δύο αυτές αρνητικές συνθήκες (προβληματική διοίκηση, υποχρηματοδότηση) αντιμετωπίζονταν αποτελεσματικά, είναι βέβαιο ότι το ταλέντο, η ποιότητα και η εργατικότητα των νέων Ελλήνων επιστημόνων θα έκαναν τη διαφορά, αναβαθμίζοντας ουσιαστικά τα ελληνικά παν/μια και θα τους έδινε τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στην πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και στην κοινωνική ευημερία με την ανάπτυξη καινοτόμων υπηρεσιών και προϊόντων. Το σύγχρονο πανεπιστήμιο, εκτός από την εκπαίδευση ικανών επιστημόνων και ώριμων πολιτών, έχει την υποχρέωση να συμβάλλει και στην ανάπτυξη και ευημερία της κοινωνίας. Είναι πλέον παγκοίνως γνωστή η σημαντικότατη συνεισφορά των πανεπιστημίων στην οικονομική και κοινωνική ευημερία «μικρών» ευρωπαϊκών χωρών (Φινλανδία, Σουηδία, Ολλανδία, Ιρλανδία), με την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών Πληροφορικής, τηλεπικοινωνιών, βιοϊατρικής, που όλοι μας χρησιμοποιούμε καθημερινά.

Ο σημερινός πρωθυπουργός συχνά αναφέρεται στην πολιτική του απόφαση για επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο (εκπαίδευση, έρευνα, τεχνολογία), για την προώθηση της κοινωνίας και της οικονομίας της γνώσης. Εάν πραγματικά το εννοεί, θα πρέπει να ενεργήσει άμεσα, με όραμα για το μέλλον και όχι ως απλός διαχειριστής της ζοφερής νεοελληνικής πραγματικότητας. Η επένδυση στην έρευνα, στην τεχνολογία και την εκπαίδευση είναι η μόνη που μπορεί να κάνει τη διαφορά, δρώντας πολλαπλασιαστικά και επιταχύνοντας την προσπάθεια για ουσιαστική σύγκλιση με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Τα πανεπιστήμιά μας και οι νέοι επιστήμονές τους είναι έτοιμοι να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί σε αυτή την προσπάθεια. Θα πρέπει, όμως, να τους εξασφαλισθούν οι ελάχιστες συνθήκες που υπάρχουν σε κάθε σύγχρονη χώρα: το μέλλον της χώρας απαιτεί άμεση έξοδο από αναχρονιστικές, μικροπολιτικές αγκυλώσεις και συναινετική νομοθέτηση με υπευθυνότητα και όραμα για σύγχρονα διοικούμενα και ικανοποιητικά χρηματοδοτούμενα πανεπιστήμια.

* Ο κ. Αχιλλέας Γραβάνης είναι καθηγητής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT