Εχει μέλλον η έρευνα στα πανεπιστήμια;

3' 3" χρόνος ανάγνωσης

Παιδεία και έρευνα είναι δύο θεμελιακές συνιστώσες για την ανάπτυξη και προκοπή κάθε χώρας, οι οποίες στη γλώσσα των συστημάτων αποτελούν ένα «κλειστό σύστημα ανατροφοδότησης», τροφοδοτώντας και δίνοντας ζωή η μία στην άλλη. Στα ευνομούμενα κράτη, που έχουν υψηλής στάθμης παιδεία και έρευνα, οι δύο αυτές πηγές γνώσης, καινοτομίας και ανάπτυξης συναναπτύσσονται, συνεργαζόμενες στενά, με καλά σχεδιασμένα ευέλικτα και αποδοτικά θεσμικά πλαίσια. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τα θεσμικά πλαίσια για την παιδεία και έρευνα σχεδιάζονται, αποφασίζονται και υλοποιούνται ξεχωριστά, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό των δυνάμεων και τη μειωμένη προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.

Τελευταία παρουσιάστηκε μια ευκαιρία συντονισμένης προσπάθειας στο χώρο του σχεδιασμού ενός νέου θεσμικού πλαισίου για την έρευνα και τεχνολογία με τη συγκρότηση μιας διυπουργικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής των ΥΠΑΝ και ΥΠΕΠΘ. Στόχος ήταν μια συνδυασμένη μεταρρύθμιση του ισχύοντος νομικού πλαισίου έρευνας όπως αποτυπώνεται στο Ν. 1514/85 του ΥΠΑΝ και το Ν. 2083/92 του ΥΠΕΠΘ, έτσι ώστε η Ελλάδα να πλησιάσει μέχρι το 2010 το 3% του ΑΕΠ στη δημόσια δαπάνη για έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α), όπως απαιτείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση, με ισότιμη συμμετοχή της βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας. Σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση της Ε.Ε. με 0,7% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 2,6% της Δανίας και το 4,8% της Φινλανδίας.

Δυστυχώς, η συνεργασία των δύο υπουργείων δεν φαίνεται να έχει αποδώσει τα αναμενόμενα, με αποτέλεσμα να έχουμε έναν υπό ψήφιση νόμο-πλαίσιο Ε&Τ του ΥΠΑΝ από τον οποίο εξαιρείται η Πανεπιστημιακή Ερευνα και ένα προσχέδιο νόμου για τις μεταπτυχιακές σπουδές του ΥΠΕΠΘ, στο οποίο το όραμα της Πανεπιστημιακής Ερευνας εξαντλείται σε μια υποτονική μη ουσιώδη αναδιάρθρωση της υφιστάμενης δομής των Ερευνητικών Πανεπιστημιακών Ινστιτούτων (ΕΠΙ). Σημαντική διάταξη προηγούμενου νομοσχεδίου του ΥΠΕΠΘ (2002) που ρύθμιζε τα θέματα του προσωπικού των ΕΠΙ ισόνομα με τα Ινστιτούτα του ΥΠΑΝ (Ν. 1514/85) εξαφανίστηκε (γιατί;).

Ως γνωστόν, η Πανεπιστημιακή Ερευνα δεν χρηματοδοτείται από την πολιτεία, αλλά επαφίεται στο «μεράκι» και τον «πατριωτισμό» των μελών ΔΕΠ. Η πολιτεία θέσπισε ένα μηχανισμό διαχείρισης των ερευνητικών προγραμμάτων σε κάθε ΑΕΙ (τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Ερευνας – ΕΛΚΕ) και μερικά ΕΠΙ σε ορισμένα ΑΕΙ και άφησε τα ΑΕΙ μόνα τους στο ψάξιμο των χρημάτων για έρευνα στην εγχώρια και ευρωπαϊκή αγορά έρευνας. Ο μεγάλος αδικημένος από αυτή την αντιμετώπιση είναι η βασική έρευνα που χωρίς αυτήν δεν έχει νόημα η ύπαρξη του Πανεπιστημίου. Ο όλος σχεδιασμός και η υλοποίηση του μηχανισμού αυτού είναι «από κάτω προς τα πάνω» χωρίς κανένα συγκεκριμένο μακροπρόθεσμο στόχο και όραμα.

Πρυτανικές αρχές και άλλοι φορείς της πανεπιστημιακής κοινότητας έχουν επανειλημμένα επισημάνει την υποχρηματοδότηση των ΑΕΙ και το ενδεχόμενο της επερχόμενης συρρίκνωσης της Πανεπιστημιακής Ερευνας παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες της μεγάλης πλειοψηφίας των μελών ΔΕΠ που αγωνίζονται να σταθούν όρθιοι και να μην πνιγούν στο «τσουνάμι» της παγκοσμιοποίησης.

Η πρόταση των Πρυτάνεων στη Σύνοδο της Κρήτης (Ιούνιος 2007) να ιδρυθεί σε κάθε ΑΕΙ ένας ενιαίος ευέλικτος συντονιστικός φορέας έρευνας (Πανεπιστημιακό Ερευνητικό Κέντρο: ΠΕΚ), με χρηματοδότηση ανάλογη των Εθνικών Ερευνητικών Κέντρων του ΥΠΑΝ και τα υπάρχοντα ή νέα ΕΠΙ, εφόσον αξιολογηθούν θετικά, να ενταχθούν σ’ αυτόν, είναι μια ορθή βάση συζήτησης για βελτίωση του θεσμικού πλαισίου και ενίσχυση της Πανεπιστημιακής Ερευνας.

Με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο ερευνητικής λειτουργίας στα ΑΕΙ, που βέβαια είναι προϊόν της εξελικτικής πορείας τριών δεκαετιών, δεν υπάρχει πλέον η ηρεμία που χρειάζεται ο ερευνητής για βασική και εφαρμοσμένη έρευνα μακράς πνοής. Ολοι «τρέχουν» πίσω από προκηρύξεις προγραμμάτων κάθε μορφής, χρονοβόρες διαδικασίες, συσκέψεις για τις συσκέψεις, άεργα ταξίδια, παραδοτέα, αξιολογήσεις και οικονομικούς απολογισμούς. Αληθινά κάτι το σημαντικό πρέπει να γίνει. Διαφορετικά θα βουλιάξουμε, παρά την ψευδαίσθηση των πρόσκαιρων και παραπλανητικών οικονομικών δεικτών.

* Ο κ. Σπύρος Τζαφέστας είναι ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ, διευθυντής του ΕΠΙ Συστημάτων Επικοινωνιών και Υπολογιστών του ΕΜΠ και πρόεδρος της European Union Control Association.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT