Σε πολλές συζητήσεις γύρω από την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος διακρίνει κανείς σύγχυση ως προς την έννοια του όρου «πανεπιστήμιο». Αυτό που ιδιαίτερα ενοχλεί είναι ο επιχειρούμενος μερικός υποβιβασμός των πανεπιστημίων σε οργανισμούς παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και την αμερικανική (αλλά ασφαλώς και τη δική μας) παράδοση το πανεπιστήμιο είναι ο χώρος όπου καλλιεργείται η ανεξάρτητη επιστημονική έρευνα και όπου η κρατούσα επιστημονική άποψη τίθεται υπό αμφισβήτηση ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτόν τον σκοπό απαιτείται διδάσκοντες και διδασκόμενοι να είναι ανεξάρτητοι και αυτόνομοι, κατά το δυνατόν ανεπηρέαστοι από τις επιθυμίες των διαφόρων κέντρων εξουσίας (κρατικής ή οικονομικής). Επίσης, απαιτείται η εκλογή των διδασκόντων και η επιλογή των διδασκομένων να γίνονται μόνο με ακαδημαϊκά κριτήρια. Ακολουθώντας αυτές τις αρχές το Σύνταγμα επιτάσσει το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και προς εξασφάλιση του αυτοδιοίκητου προβλέπει την οργάνωση του πανεπιστημίου σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Μπορεί η κυβέρνηση να προτείνει ένα άλλο νομικό πλαίσιο, το οποίο να διασφαλίζει τις ακαδημαϊκές ελευθερίες; ΄Η μήπως τα λεγόμενα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα παρέχουν εκπαίδευση που θα προσομοιάζει στην παρεχόμενη από τα πανεπιστήμια χωρίς απαραίτητα να ικανοποιούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις;
Η ελευθερία στη διδασκαλία και στην έρευνα και, τελικώς, η ελευθερία στην αμφισβήτηση, είναι ασύμβατες με τον τυχόν πρωταγωνιστικό ρόλο ιδιωτών ή εταιρειών ως ιδιότυπων χορηγών και μάλλον απειλούνται ευθέως από αυτόν. Η προοπτική ενός ιδιωτικού πανεπιστημίου, όπου π.χ. νομικοί χρηματοδοτούνται από επιχειρηματίες, εκδότες, χημικοί από βιομηχανίες τροφίμων και πολεοδόμοι από αυθαιρετούντες δήμους μπορεί να αποτελέσει όραμα για ορισμένους, αλλά ελάχιστα συμβάλλει στην προώθηση της επιστήμης και της έρευνας. Φοβούμαστε επίσης ότι πολλοί υποτιμούν τη δύναμη και την εξουσία που περιέρχονται στα χέρια ιδιωτών μέσω ενός πανεπιστημίου. Το πανεπιστήμιο προσφέρει στους διδάσκοντες αίγλη και επιρροή, είναι φορέας ιδεών και διαδραματίζει ρόλο στην πολιτική. Εχει γίνει αντιληπτό τι σημαίνει αυτή η ισχύς στα χέρια ομάδος ιδιωτών; Τι εξασφαλίζει ότι η ακαδημαϊκή ελευθερία θα είναι σεβαστή και ότι η πρόσληψη προσωπικού θα γίνεται με ακαδημαϊκά κριτήρια μόνο; Δεν αμφιβάλλουμε ότι θα επιλεγούν άνθρωποι με διδακτορικά και εργασίες – δεν σπανίζουν εξάλλου τα εν λόγω προσόντα. Το ζήτημα είναι τι εγγυήσεις μπορούν να δοθούν για το ότι δεν θα προτιμώνται διδάσκοντες με συγκεκριμένες τοποθετήσεις ή φιλίες. Ας σημειώσουμε ότι η δημιουργία «πανεπιστημίων» υπό τη σκέπη δήμων, της ΓΣΕΕ και λοιπών φορέων είναι εξίσου απαράδεκτη, δεδομένου ότι τέτοια ιδρύματα εξ υπαρχής θα στερούνταν ανεξαρτησίας και αυτονομίας. Τέλος, τα περί ιδρυμάτων «μη κερδοσκοπικού» χαρακτήρα είναι ατελέσφορα και ενδεχομένως υποκριτικά και παραπλανητικά. Η ενίσχυση ενός τέτοιου ιδρύματος προσφέρει στους χορηγούς το πλεονέκτημα του αφορολόγητου, ενώ τα χρήματα μπορούν να διοχετεύονται προς εξυπηρέτηση πλήθους σκοπών (ακαδημαϊκών ή μη).
Η καλλιεργούμενη σύγχυση
Στην περί αναθεώρησης συζήτηση συχνά γίνεται χρήση της απατηλή φράσης «κρατικό μονοπώλιο στην ανώτατη Παιδεία», δίνοντας την εντύπωση ό,τι η σχέση ιδιωτικού πανεπιστήμιου προς δημόσιο είναι περίπου ότι και η σχέση π.χ. ιδιωτικής εταιρείας τηλεφωνίας προς κρατική. Τα ήδη πανεπιστήμια είναι δημόσια και όχι κρατικά και δεν διαθέτουν αγαθά προς πώληση. Το ότι το κράτος εγγυάται την ελευθερία στην έρευνα ασφαλώς δεν καθιστά την έρευνα κρατική περιουσία. Τα πανεπιστήμια του εξωτερικού για να ενισχυθούν οικονομικά παρέχουν υπηρεσίες, όπως μεταπτυχιακά προγράμματα με σχετικά υψηλά δίδακτρα και ίσως κάποιοι εκτός ακαδημαϊκού χώρου θεωρούν αφελώς ότι αυτή είναι η κύρια δραστηριότης ενός πανεπιστημίου. Η υπερβολική μάλιστα ενασχόληση με την άγρα χρήματος έχει συχνά ως συνέπεια τη σχετική ακαδημαϊκή υποβάθμιση των πανεπιστημίων. Σε όσους ονειρεύονται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ως κάτι ανάλογο των ιδιωτικών σχολείων, ας υπενθυμίσουμε ότι ο σκοπός των πανεπιστημίων δεν είναι να παρέχουν εύπεπτες έτοιμες γνώσεις σε ευχάριστο περιβάλλον και ότι ο σκοπός των σχολείων δεν είναι να προωθούν την ανεξάρτητη έρευνα. Αυτός ο μερικός υποβιβασμός των πανεπιστημίων εκφράστηκε τα τελευταία χρόνια και μέσω της λεγόμενης «ανωτατοποίησης» των τεχνολογικών ιδρυμάτων (περιττό να θυμίσουμε ότι αυτή η πολιτική απέφερε πολλές ψήφους στο τότε κυβερνών κόμμα). Τα ΤΕΙ προετοιμάζουν τους σπουδαστές τους για συγκεκριμένα επαγγέλματα ή θέσεις στη βιομηχανία. Η εν λόγω εκπαιδευτική διαδικασία και η συνακόλουθη εφαρμοσμένη και περιορισμένου βεληνεκούς έρευνα σε ουδεμία περίπτωση συνιστούν πανεπιστημιακή λειτουργία. Ο υποβιβασμός των πανεπιστημίων θα γίνει πληρέστερος με την παρείσφρηση του «τεχνολογικού» δίπλα στον «πανεπιστημιακό» τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης.
Ο θανάσιμος κρατικός εναγκαλισμός
Θα πίστευε κανείς ότι πριν καταφύγουμε στον νεωτερισμό των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα υιοθετούσαμε μια ενδιάμεση πορεία χαλαρώνοντας το ασφυκτικό νομικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των δημοσίων πανεπιστημίων. Ετσι εξάλλου επιτάσσει και το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων. Δυστυχώς μέσω των πανεπιστημίων οι κυβερνήσεις έχουν ασκήσει κοινωνική πολιτική φροντίζοντας για τις οικογένειες πολυτέκνων και περιφερειακή πολιτική ιδρύοντας τμήματα ανά την επικράτεια. Ο αριθμός των φοιτητών καθορίζεται από το υπ. Παιδείας με άγνωστα και πάντως όχι ακαδημαϊκά κριτήρια. Τα κριτήρια εισαγωγής των υποψηφίων φοιτητών επίσης ρυθμίζονται κεντρικά από το υπουργείο Παιδείας. Ισως η εισαγωγή του θεσμού των ιδιωτικών πανεπιστημίων μακροπρόθεσμα σημάνει και τη χειραφέτηση των δημοσίων πανεπιστημίων. Φοβούμαστε, όμως, ότι βραχυπρόθεσμα θα υπάρξει μια έντονη εξάρτηση του ιδιωτικού πανεπιστημίου από το υπουργείο Παιδείας και πιθανότατα μια εξίσου έντονη ανταλλαγή εξυπηρετήσεων.
Οι επιφυλάξεις μας
Είναι ακατανόητο για ποιο λόγο η κυβέρνηση προωθεί με τόση ζέση το θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ισως υπάρχει η άποψη ότι έτσι εκ των πραγμάτων δρομολογούνται αλλαγές και στα δημόσια πανεπιστήμια. Είναι σαφές ότι το εν Ελλάδι νέο χρήμα επιθυμεί ένα πιο νοικοκυρεμένο έως και αποστειρωμένο περιβάλλον για τη μόρφωση των παιδιών του στις σύγχρονες δεξιότητες. Σε ένα τέτοιο σχήμα θεσμοί όπως το άσυλο και συμμετοχή φοιτητών στην εκλογή πρυτάνεων δεν έχουν θέση. Ισως κάποια στιγμή στο μέλλον τεθεί ζήτημα διδάκτρων ή και διαφοροποίηση αποδοχών καθηγητών από ίδρυμα σε ίδρυμα. Αν όμως κάποιοι έχουν αυτά κατά νουν, να το πουν ευθέως και να συζητηθεί το θέμα. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση συστηματικά θολώνουν το τοπίο της ανώτατης εκπαίδευσης μπλέκοντας πανεπιστήμια, από τη μια μεριά, με σχολές όπου εκ προοιμίου αποκλείεται να υπάρχει ελευθερία στην έρευνα (όπως οι ανώτατες εκκλησιαστικές του πρόσφατου νόμου) ή σχολές που έχουν συγκεκριμένο επαγγελματικό χρωματισμό (όπως τα τεχνολογικά ιδρύματα), από την άλλη. Μέσα σε αυτήν τη σύγχυση επιχειρείται να φυτρώσουν και τα «ιδιωτικά πανεπιστήμια». Δυστυχώς η κυβέρνηση στερείται πολιτικών ανακλαστικών και ευαισθησίας στα θέματα εκπαίδευσης και γενικώς το κράτος έχει αποδειχθεί ανεπαρκές στη διαχείριση τέτοιων θεμάτων. Τελικά δεν ξέρουμε τι φοβίζει περισσότερο, η ίδρυση πανεπιστημίων από ιδιώτες ή το ότι αυτό θα γίνει «υπό τον αυστηρό έλεγχο και την εποπτεία του κράτους». Φαίνεται ότι η αναθεώρηση του άρθρου 16 θα προχωρήσει. Ελπίζουμε μόνο ότι ο νόμος που θα προέλθει από την επόμενη Βουλή να μην είναι τόσο κακός και τόσο πρόχειρος όσο τα πρόσφατα κατορθώματα του υπ. Παιδείας. Αν η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να αλλάξει κάτι στον χώρο της Παιδείας καταφέρει να ξεπουλήσει τα ασημικά της οικογένειας, υπονομεύοντας το αγαθό της ανώτατης δημόσιας εκπαίδευσης, τότε θα έχει όντως μεγαλουργήσει.
* Ο Α. Καλογεράκος είναι επισκέπτης καθηγητής της Θεωρητικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ. Διδάσκει στη Σχολή Ικάρων.

