Οκτώ μήνες μετά την τραγωδία που έπληξε την κωμόπολη Κότσανι στη Βόρεια Μακεδονία, ξεκίνησε τούτες τις μέρες η δίκη των υπαιτίων.
Εξήντα τρεις νέοι, έφηβοι στην πλειονότητά τους, κάηκαν ζωντανοί και άλλοι διακόσιοι σώθηκαν με εγκαύματα, όταν στην ασφυκτικά γεμάτη με κόσμο ντισκοτέκ, όπου δινόταν συναυλία, ξέσπασε πυρκαγιά από πυροτεχνήματα και το κτίριο λαμπάδιασε.
Ο χρόνος πάγωσε στη μικρή κοινωνία της γειτονικής χώρας, η οποία, με το που συνήλθε από το τρομερό σοκ, αξίωσε την αναζήτηση και απόδοση ευθυνών προς «πάσα κατεύθυνση».
Εγιναν και εξακολουθούν να γίνονται συγκεντρώσεις συγγενών με αίτημα την απόδοση δικαιοσύνης, αλλά το θέμα δεν μπήκε στις μυλόπετρες τοξικής πολιτικής αντιπαράθεσης, για να διχάσει την κοινωνία.
Τα κόμματα, μολονότι αντάλλαξαν κάποιες κατηγορίες, ως προς τις ευθύνες τους διαχρονικά, απέφυγαν να εργαλειοποιήσουν προς όφελός τους και πολύ περισσότερο να εμπορευθούν τον ανθρώπινο πόνο.
Αφησαν τη δικαιοσύνη, που στη Βόρεια Μακεδονία παραδοσιακά κατηγορείται για διαφθορά, να κάνει τη δουλειά της και απέφυγαν να τροφοδοτήσουν τη (δικαίως) φορτισμένη συναισθηματικά κοινή γνώμη με θεωρίες συνωμοσίας. Ούτε (ανύπαρκτες) κρυφές αποθήκες με βενζίνες στο υπόγειο του κτιρίου για λογαριασμό κάποιου πολιτικού ή του ΝΑΤΟ, ούτε «εξαϋλωμένους» νεκρούς εφηύραν, ούτε λαϊκά δικαστήρια και ικριώματα στήθηκαν στις πλατείες και στα τηλεοπτικά τραπέζια. Για τους συγγενείς, την κοινωνία, την κοινή γνώμη, στην εν λόγω δίκη δεν θα κριθεί η τύχη της σημερινής κυβέρνησης, ούτε της προηγούμενης, αλλά το κύρος της δικαιοσύνης.
Η υπόθεση της φονικής πυρκαγιάς στην ντισκοτέκ του Κότσανι είναι τεστ για έναν κορυφαίο θεσμό που στη Βόρεια Μακεδονία εμπιστεύεται μόλις το 2% των πολιτών. Το εν λόγω δικαστήριο καλείται να εμβαθύνει σε όλα τα επίπεδα ευθύνης, κρατώντας αποστάσεις από πολιτικές πιέσεις, που ωστόσο έως τώρα δεν έχει προκύψει ότι υπήρξαν κατά τη διαδικασία των ερευνών.
Οπως το έθεσε η πρόεδρος του δικαστηρίου, Ντανιέλα Ντίμοβσκα, «το διακύβευμα δεν είναι μόνο η νομική ακρίβεια, αλλά η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο κράτος δικαίου».

