Το επόμενο διάστημα θα παρακολουθήσουμε μια απόπειρα των ΗΠΑ να περιορίσουν τον ρόλο και την επιρροή της Κίνας στο ελληνικό οικονομικό οικοσύστημα. Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Αποτελεί πάγια πολιτική της Ουάσιγκτον, αλλά είναι σαφές ότι η ενεργοποίηση θα είναι πλέον πιο έντονη και θα έχει συγκεκριμένη στόχευση.
Η νέα Αμερικανίδα πρέσβειρα στην Αθήνα Κίμπερλι Γκίλφοϊλ δεν περιορίζεται σε ρητορικές αναφορές, αλλά προχωράει σε δράσεις. Παρότι σε επίπεδο κορυφής η σχέση ΗΠΑ – Κίνας έχει μερικώς ομαλοποιηθεί μετά τη συνάντηση των προέδρων Τραμπ και Σι προ ολίγων εβδομάδων, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου καλά κρατεί, και στο πλαίσιο αυτό εκτυλίσσεται και επί ελληνικού εδάφους.
Σε αυτή τη φάση, κύριο «σημείο τριβής» είναι το λιμάνι του Πειραιά, στο οποίο επένδυσε το Πεκίνο σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ και γενικότερα η Δύση δεν είχαν επιδείξει την προθυμία να το κάνουν. Την περίοδο που ακολούθησε, όταν η ελληνική οικονομία δοκιμαζόταν και η ανάγκη για επενδύσεις ήταν μεγάλη, πολλοί δυτικοί δεν τόλμησαν να εισέλθουν στην ελληνική αγορά. Ηταν λάθος, τόσο σε εμπορικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Το Πεκίνο ενέταξε το μεγαλύτερο ελληνικό λιμάνι και ένα από τα σημαντικότερα της Ευρώπης στον μακροπρόθεσμο παγκόσμιο εμπορικό σχεδιασμό του, καθιστώντας το βασική πύλη εισόδου στις ευρωπαϊκές αγορές.
Η Ουάσιγκτον δεν έχει κρύψει την αντίθεσή της στον κινεζική επιρροή και έχει βλέψεις σε μια σειρά από επιλογές για την αξιοποίηση της Ελλάδας ως πύλης εισόδου για δικές της εξαγωγές πηγών ενέργειας και όχι μόνον.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η προοπτική μετατροπής της Ελευσίνας σε λιμάνι πολλαπλών χρήσεων, ένα διαμετακομιστικό κέντρο που θα μπορεί να εξυπηρετεί τόσο πολεμικά όσο και εμπορικά πλοία, και το οποίο, αξιοποιώντας το Θριάσιο Εμπορευματικό Κέντρο και υποδομές που θα αναπτυχθούν, θα αποτελέσει έως ένα βαθμό αντίπαλον δέος του μεγαλύτερου σε μέγεθος λιμανιού του Πειραιά.
Η Ελλάδα αξιοποιεί τη γεωγραφική θέση της, τη συμμετοχή της στην Ε.Ε., τη στρατηγική σχέση με την Αμερική, τη στενή συνεργασία με το Ισραήλ, τους παραδοσιακούς δεσμούς με τον αραβικό κόσμο και τις συνέργειες που αναπτύσσονται με την Ινδία, την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, τόσο διμερώς όσο και μέσω των προοπτικών που δημιουργεί ο IMEC, για να διαδραματίσει έναν σημαντικό περιφερειακό ρόλο. Προβάλλει ως αξιόπιστος εταίρος, ο οποίος θα αξιολογεί προτάσεις για επενδύσεις, συνεργασίες και δράσεις, χωρίς αποκλεισμούς και με γνώμονα την εξασφάλιση οικονομικών και γεωπολιτικών οφελών.

