Η άποψη ότι η εκλογή του Ζοράν Μαμντάνι αποτελεί ένα ακόμη πολιτικό αποκύημα της «woke κουλτούρας» είναι μια ανεπαρκής εξήγηση της νίκης του νέου δημάρχου της Νέας Υόρκης, γιατί απηχεί ένα μόνο κομμάτι μιας πολύ ευρύτερης πραγματικότητας. Αυτό που δεν λαμβάνει υπόψη η μονοθεματική επίκληση στο woke, είναι οι πρακτικές συνθήκες που ορίζουν το σύγχρονο αστικό βίωμα πέρα από ιδεολογικές εμμονές. Αν κάποιος, λοιπόν, εξετάσει τη ζωή στη Νέα Υόρκη αντικειμενικά, θα διαπιστώσει ότι υπαρξιακά προβλήματα όπως η ακρίβεια, η στεγαστική αβεβαιότητα και η ταξική ψαλίδα απασχολούν τους ψηφοφόρους ανεξάρτητα από το πώς αυτοί τοποθετούνται σε ζητήματα δικαιωμάτων και ταυτοτήτων. Οι μισθοί που δεν ανταποκρίνονται στο κόστος διαβίωσης, η συρρίκνωση της μεσαίας τάξης, η μετατροπή της πόλης σε λούνα παρκ δισεκατομμυριούχων (στη Νέα Υόρκη το να είσαι απλώς εκατομμυριούχος δεν αποτελεί πια εγγύηση ασφάλειας) και ο εκτοπισμός που τα παραπάνω συνεπάγονται για πολλούς ντόπιους είναι καταστάσεις που ζητούν επιτακτικά λύση ή, έστω, μια κάποια διευθέτηση. Αν ο αντίκτυπος του λεγόμενου «ύστερου καπιταλισμού» είναι ορατός πια μέχρι και στην Αθήνα, μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί πόσο έντονα αποτυπώνεται στην ίδια τη μητρόπολη του καπιταλισμού. Ο κόσμος διάλεξε τον Μαμντάνι, μεταξύ άλλων, επειδή ο ανεξέλεγκτος καλπασμός του κεφαλαίου έχει αφήσει πολλούς εκτός παιχνιδιού· εύλογα, οι αποσυνάγωγοι του καπιταλισμού στράφηκαν στον μόνο που υπόσχεται να τους δώσει μια θέση στο τραπέζι.
Η λογική του αιτήματος
Η Νέα Υόρκη των ελίτ και των προωθημένων ιδεών δεν πρέπει να συγκρίνεται επιπόλαια με άλλες αμερικανικές πόλεις, αλλά δεν πρέπει και να αποσπάται αυθαίρετα από το συνολικό αμερικανικό context. Δεν έγινε ξαφνικά ο μέσος ψηφοφόρος σοσιαλιστής με επαναστατικές ροπές, δεν αποκηρύχθηκε συλλογικά η έννοια της οικονομικής επιτυχίας, δεν πέτυχε ο Ζοράν Μαμντάνι την ανατροπή του αμερικανικού ιδεώδους, όπως φαντάζονται διάφοροι αριστεροί Ευρωπαίοι που προφητεύουν ανά τακτά διαστήματα την πτώση του καπιταλισμού. Το αίτημα για μια δικαιότερη διανομή του δημόσιου πλούτου ή η ανάγκη για τη μεταβολή της οικονομικής πολιτικής μιας πόλης προς το σοσιαλιστικότερο δεν είναι καμιά έκρηξη αντισυστημισμού· κοινή λογική είναι. Οταν, για παράδειγμα, ολοένα και περισσότεροι κάτοικοι της πόλης αδυνατούν να καλύψουν το ενοίκιο των μικρών προπολεμικών διαμερισμάτων τους, δεν είναι παράλογο να παρέμβει η εκλεγμένη Αρχή της πόλης για να τους βοηθήσει να μη μείνουν άστεγοι. Ο Μαμντάνι, με λίγα λόγια, εξελέγη για να απαντήσει σε αληθινές ανάγκες επιβίωσης, όχι για να ηγηθεί ενός πολιτισμικού πολέμου ενάντια στους εχθρούς της μοντέρνας Αριστεράς («σιωνιστές», επιχειρηματίες, νεοφιλελεύθερους κ.ο.κ.). Είναι αδιάφορο αν αυτό έχει γίνει κατανοητό από την Αριστερά. Το θέμα είναι να το καταλάβει ο ίδιος.
Το κόστος των μέτρων
Το πρόβλημα με την εκλογή Μαμντάνι, λοιπόν, δεν έχει να κάνει με τα αιτήματα των ψηφοφόρων και την πολιτική αλλαγή που τάχα σηματοδοτούν, αλλά με την ικανότητα του δημάρχου να υλοποιήσει τις υποσχέσεις του. Ο Ζοράν Μαμντάνι είναι πολύ καλός στο να δίνει φωνή στη διαμαρτυρία (όλοι είχαν να πουν τα καλύτερα για τη ζωηρή και έξυπνη προεκλογική καμπάνια του), αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν μπορεί να εκτονώσει τη διαμαρτυρία αυτή παραγωγικά. Το «πάγωμα» των ενοικίων και η αύξηση της φορολογίας των υψηλών εισοδημάτων είναι ενέργειες που ενδέχεται να γίνουν. Πώς όμως θα διασφαλίσει ο δήμαρχος την αποτελεσματικότητά τους; Το κόστος συντήρησης ενός διαμερίσματος στη Νέα Υόρκη (με μια απλή έρευνα μπορεί κανείς να ενημερωθεί για τα ιλιγγιώδη πάγια έξοδα, τα λεγόμενα «monthlies») ίσως για κάποιους ιδιοκτήτες καταστήσει ασύμφορο το «πάγωμα» του ενοικίου. Τι μέτρα θα λάβει ο δήμαρχος για να τους εμποδίσει να αποσύρουν τα σπίτια τους από την αγορά; Θα τα επιτάξει; Η πολιτική υπερφορολόγησης πώς ακριβώς θα αποτρέψει την εκροή κεφαλαίων και τις πιθανές απολύσεις που θα ακολουθήσουν; Η πρόληψη των επιπτώσεων μιας ιδέας είναι συχνά σημαντικότερη από την ιδέα· και διακρίνει τον οραματιστή από τον δημαγωγό.

