Η αναταραχή που καταγράφεται τις τελευταίες εβδομάδες στο πολιτικό σκηνικό παρουσιάζεται συχνά ως ένδειξη μιας επερχόμενης ανατροπής. Η δημόσια συζήτηση, τροφοδοτούμενη από την ένταση ορισμένων κοινωνικών αντιδράσεων και τον διαρκή κατακερματισμό του δημόσιου λόγου, τείνει να μεγεθύνει κάθε επεισόδιο, κάθε γκάφα, κάθε κυβερνητική αστοχία σε τεκμήριο βαθιάς κρίσης. Πίσω όμως από τον θόρυβο, η εικόνα της πραγματικής πολιτικής ισορροπίας παραμένει πολύ πιο ανθεκτική από όσο θα επιθυμούσαν οι αντίπαλοι της κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα το πολιτικό σκηνικό παραμένει ίδιο, καθώς δεν έχουμε αλλαγή στα θεμελιώδη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν βρίσκεται στην πιο άνετη φάση της πρωθυπουργίας του. Η κόπωση, η τριβή της εξουσίας, οι υψηλές απαιτήσεις μιας κοινωνίας που δεν έχει πια ανοχές για καθυστερήσεις και παλινωδίες δημιουργούν ένα κλίμα δυσπιστίας που δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Η κυβέρνηση έχει πληγές άλλοτε από κακούς χειρισμούς, άλλοτε από υπερβολικές προσδοκίες που διαψεύστηκαν, άλλοτε από συγκυρίες που δεν μπόρεσε να ελέγξει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το έδαφος έχει υποχωρήσει κάτω από τα πόδια της. Το κρίσιμο στοιχείο είναι ότι παρά τα προβλήματα δεν έχει διαμορφωθεί ένας πειστικός αντίπαλος πόλος. Η αντιπολίτευση, αντί να εκμεταλλευθεί την κυβερνητική φθορά με όρους στρατηγικής ωριμότητας, εμφανίζεται να παρασύρεται από τις κορυφώσεις της συγκυρίας. Στηρίζεται υπερβολικά στην επικοινωνιακή ένταση, σαν να πιστεύει ότι η επανάληψη μομφών και πλήρους απαξίωσης συνιστά πολιτική πρόταση. Η κοινωνική δυσαρέσκεια είναι ορατή αλλά δεν μεταφράζεται αυτομάτως σε εκλογικό ρεύμα, κι αυτό δεν είναι απλώς αδυναμία της αντιπολίτευσης αλλά και αποτέλεσμα της παραδοχής ότι οι πολίτες, παρά τις ενστάσεις τους, δεν βλέπουν ακόμη μια αξιόπιστη εναλλακτική. Οταν τίθεται το εύλογο ερώτημα «μετά τον Μητσοτάκη, ποιος» δεν υπάρχει μια αυθόρμητη και κυρίως αυτονόητη απάντηση.
Σε αυτό το περιβάλλον, η αναταραχή μπορεί να μην ευνοεί τον πρωθυπουργό, όμως δεν τον απειλεί πραγματικά, αν και προφανώς έχει κόστος και μάλιστα σωρευτικό. Τον δυσκολεύει στην άσκηση πολιτικής, υπονομεύει το αφήγημα της αποτελεσματικότητας και εντείνει τη δυσφορία στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης. Αλλά δεν έχει μετατραπεί σε δύναμη ικανή να ανατρέψει τους συσχετισμούς. Η δημοκρατία δεν αλλάζει ισορροπίες μόνο με θόρυβο· χρειάζεται βάθος, οργάνωση, αφήγημα και κυρίως προοπτική. Η μεγαλύτερη απειλή για την κυβέρνηση δεν προέρχεται από τους αντιπάλους της, αλλά από τη δική της αδράνεια. Αν επιτρέψει στη φθορά να εξελιχθεί σε μοχλό απαξίωσης, αν συνεχίσει να υποτιμά το βάθος των κοινωνικών προβλημάτων και να υπερτιμά τη διοικητική της επάρκεια, τότε η ισορροπία μπορεί να ανατραπεί. Προς το παρόν, όμως, αυτό δεν έχει συμβεί.
Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια ενδιαφέρουσα αντίφαση, καθώς έχουμε πολιτική αναταραχή χωρίς πολιτική μετατόπιση. Ο πρωθυπουργός καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να μετατρέψει αυτή την εύθραυστη πραγματικότητα σε ευκαιρία ανασύνταξης. Η αντιπολίτευση, ότι μπορεί επιτέλους να αποτελέσει κάτι περισσότερο από τον αντίλαλο της κοινωνικής κόπωσης. Για όσο χρόνο η αντιπολίτευση θα αναζητάει την παλινόρθωση σωτήρων και δεν θα ανοίγει το βήμα της, η κυβερνητική παράταξη –παρότι δεν βρίσκεται στο απόγειο της ισχύος της– θα παραμένει κυρίαρχη.

