Προσωπικά, δεν έχω δει άλλη πόλη στην Ευρώπη που να είναι τόσο καθυστερημένη σε ό,τι αφορά την ένταξη των ανθρώπων με αναπηρία στον κοινωνικό ιστό. Πουθενά η αναπηρία κι η βλάβη δεν είναι εύκολα πράγματα. Ωστόσο, στις πινακοθήκες όλου του κόσμου βλέπεις ανθρώπους στο καροτσάκι. Στα μπαρ ανάπηρους που διασκεδάζουν. Ακόμα και στις χώρες που επλήγησαν από την οικονομική κρίση –και μας έχουν αφήσει εκατό χρόνια πίσω– δεν υπάρχει σύγκριση στον τρόπο μεταχείρισης των ανθρώπων με βλάβη: στη στενή και ανηφορική Λισσαβώνα υπάρχουν τρόποι να μετακινηθείς με αμαξίδιο.
Η είδηση ότι «προκαλεί αντιδράσεις» η ίδρυση δομής φιλοξενίας για ανθρώπους με δυσκολίες, αναπηρίες και βλάβες στο Μαρούσι δεν μου κάνει εντύπωση. Οι Αθηναίοι δεν είναι χειρότεροι από τους άλλους Ευρωπαίους. Απλώς, ζουν σε μία χώρα που τους δυσκολεύει τη ζωή. Καλούνται διαρκώς να διαλέξουν ανάμεσα στο απάνθρωπο και το απάνθρωπο. Θέλετε μετρό ή πλατεία; Πράσινο ή αλληλεγγύη προς όσους δυσκολεύονται; Θέλετε πανάκριβη στέγη με δύο δεντράκια στην είσοδο της πολυκατοικίας ή πανάκριβη στέγη χωρίς;
Τα συμφέροντα κατοίκων και ανθρώπων με αναπηρία κατά κανόνα συστοιχίζονται σε μία σύγχρονη πόλη. Αμφότεροι έχουν συμφέρον από χώρους πρασίνου, κοινωνική κατοικία, φαρδιά πεζοδρόμια και δομές υποστήριξης. Αλλωστε όλοι είμαστε προσωρινά μόνον υγιείς κι όσο ο πληθυσμός της Ελλάδας γερνάει, η αναπηρία θα τίθεται στο προσκήνιο ως σκέτο, αναπόφευκτο γεγονός της ζωής. Δεν είναι ή το ένα ή το άλλο (πράσινο ή δομή φιλοξενίας αναπήρων). Είναι και τα δύο. Και τα δύο είναι απολύτως στοιχειώδη για τη ζωή σε πόλη. Αλλωστε, ένα καλό πάρκο είναι και χώρος συμπερίληψης, βλέπε Νιάρχος, όπου μπορεί κανείς να απολαύσει το πράσινο και τον πολιτισμό ακόμη κι αν εμποδίζεται σωματικά.
Σε κάθε γειτονιά θα έπρεπε να υπάρχει χώρος –όχι απαραιτήτως διαβίωσης– αλλά απασχόλησης και δημιουργίας για άτομα με διανοητική ή σωματική βλάβη. Συχνά οι βιβλιοθήκες λειτουργούν ως τέτοιοι χώροι, αλλά ξέχασα, ούτε πολλές βιβλιοθήκες έχουμε. Και το χειρότερο: δεν έχουμε συνηθίσει στη θέα αναπήρων που διασκεδάζουν, παράγουν τέχνη, τραγουδούν, απολαμβάνουν τα ψώνια τους, ενώ θα έπρεπε να είναι το πιο αυτονόητο θέαμα του κόσμου. Πρόκειται για μία ολόδική μας υστέρηση, των προσωρινά υγιών. Εμείς χάνουμε, η φαντασία μας μάς προδίδει. Γιατί δεν μπορούμε να φανταστούμε μία επαφή με τον κόσμο αλλιώς και να τη διευκολύνουμε;
Η σωματική ή νοητική βλάβη δεν στερεί από τους ανθρώπους την ανάγκη για επαφή, βόλτες, δημιουργικότητα. Σκεφτείτε την τυφλότητα στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, ήταν συνδεδεμένη με το να είσαι ποιητής, να βλέπεις αυτό που οι άλλοι δεν βλέπουν και να το λες μέσα από επικούς ή λυρικούς στίχους. Στον σύγχρονο κόσμο, η φασίζουσα αποθέωση ενός σώματος που δεν γερνά και δεν φθείρεται, σε συνδυασμό με την κατάρρευση των δημόσιων συστημάτων υγείας, παράγει συγκρούσεις κι αποκλεισμό. Ομως, οι άνθρωποι με αναπηρία εξακολουθούν να λαχταρούν ένα απόγευμα άθλησης στην πισίνα ή έναν παγωμένο φρέντο εσπρέσο στην καφετέρια. Δεν είναι διαφορετικοί και «άλλοι». Εμείς, όλοι, είμαστε «οι άλλοι».
Η συζήτηση που υπονοεί πως οι κάτοικοι καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα στα δέντρα και στις δομές υποστήριξης διακρίνεται από ιδιαίτερη σκληρότητα προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Είναι σημάδι ότι η πόλη και η πολιτική πρέπει ν’ αλλάξουν ριζικά προσανατολισμό, προκειμένου να φροντίσουν επιτέλους τους κατοίκους και ειδικά τους πιο ευάλωτους. Θα χρειασούνί όραμα και η καλλιέργεια μη εμπορεύσιμης ενσυναίσθησης. Ο αποκλεισμός των αναπήρων από την καθημερινότητα αποτελεί σφάλμα της συλλογικής μας αυτο-αντίληψης, ανήθικο λάθος, έλλειψη φαντασίας και σχεδίου. Η Ελλάδα έχει καθυστερήσει πάρα πάρα πολύ.

