Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ ανάμεσα στους πολλούς αφορισμούς του είχε πει ότι «Η Δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με εξαίρεση όλα τα άλλα» (ή κάπως έτσι). Συμμερίζομαι αυτή την άποψη, αλλά θα προσέθετα και έναν άλλο αφορισμό που, αν δεν κάνω λάθος, ανήκει στον σπουδαίο Ραϊμόν Αρόν: «Ολες οι δημοκρατικές κοινωνίες είναι υποκριτικές, και δεν μπορούν να μην είναι». Στο όνομα της ισότητας στην εκλογική διαδικασία, δημιουργούνται ανισότητες, κοινωνικές, οικονομικές και συχνά πολιτικές, οι οποίες επί της ουσίας αναιρούν τη λογική της πολιτικής εξίσωσης πάνω στην οποία στηρίζεται η δημοκρατία. Ας λάβουμε δε υπόψη μας ότι ακόμη και τα αυταρχικά καθεστώτα του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος (τα καθεστώτα των λεγόμενων spin dictators), δρούσαν και δρουν στο όνομα της δημοκρατίας.
Ωστόσο, ακόμη και αυτή η δημοκρατία όπως την έχουμε ζήσει στον τόπο μας παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις από εποχή σε εποχή. Ας πάρουμε τη μεταπολεμική εποχή: μπορεί να είχαμε μια ψυχροπολεμική δημοκρατία, με όσα και αυτή συνεπαγόταν, αλλά ταυτόχρονα είχαμε και μια δημοκρατία με συγκεκριμένους στόχους, που καθοδηγούνταν από πολιτικές ηγεσίες με φιλοδοξίες για μια καλύτερη Ελλάδα. Αυτές οι ηγεσίες (και όχι μόνο οι πολιτικές, αλλά και οι οικονομικές και οι διανοούμενοι) αγωνίζονταν με συγκεκριμένους στόχους. Επίσης, ως επί το πλείστον είχαν εκπαιδευθεί σε σχολεία που τους επέτρεπαν να έχουν επαφή με την τρέχουσα πραγματικότητα. Τα ιδιωτικά ήταν λίγα και η δημόσια εκπαίδευση μπορούσε να ανταποκριθεί στις φιλοδοξίες κοινωνικής ανόδου που είναι αυτονόητες σε κάθε κοινωνία, όχι όμως και πάντοτε εφικτές. Σήμερα;
Οι συζητήσεις για το μέλλον της δημοκρατίας δίνουν και παίρνουν, επερχόμενοι κίνδυνοι τονίζονται, αλλά αναρωτιέμαι σε ποια έκταση οι ελίτ της χώρας λαμβάνουν υπόψη τους το τι ακριβώς συμβαίνει στην καθημερινότητα του πολίτη. Γιατί δεν μπορείς να έχεις ένα πολιτικό σύστημα το οποίο να λειτουργεί για τις ελίτ. Θα πρέπει το σύστημα διακυβέρνησης να είναι σε θέση να ενσωματώνει τους πολίτες –και όχι να τους διώχνει–, που σημαίνει να λύνει τα προβλήματά τους ή τουλάχιστον να προτείνει λύσεις. Η έμφαση στον πολιτικό λόγο δίνεται σε θέματα δευτερεύουσας ή τριτεύουσας σημασίας, ή τουλάχιστον σε θέματα που δεν έχουν λόγο να απασχολούν τον μέσο πολίτη. Η υπόθεση του Αγνωστου Στρατιώτη αποτελεί το κατεξοχήν παράδειγμα της αδυναμίας των πολιτικών ηγεσιών να παρακολουθήσουν τις ανάγκες των πολιτών. Πρόκειται για μια υπόθεση που εξευτελίζει το κράτος, γιατί όταν έπρεπε δεν πήρε τα μέτρα που όφειλε να πάρει, αλλά συνάμα δείχνει την αδυναμία της αντιπολίτευσης να ξεφύγει από το «μη πολιτικό». Μα καλά, τι πιστεύουν; Οι κραυγές και οι οιμωγές δεν πρόκειται να τους δώσουν παραπάνω ψήφους, ει μη μόνο εξευτελίζονται στα μάτια ακόμη και των ψηφοφόρων τους. Για ποιο λόγο να τους ψηφίσει κανείς;
Ας πάμε ένα βήμα παραπέρα. Για ποιο λόγο ο μέσος Ελληνας πολίτης θα ασχοληθεί με τα πολιτικά κόμματα και τις κοκορομαχίες τους, τη στιγμή που έχει πολύ σημαντικότερα προβλήματα να αντιμετωπίσει; Ποια είναι η επαφή της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας με την καθημερινότητα του μέσου Ελληνα; Εχουν βγει να περπατήσουν στους δρόμους, έχουν εμπειρία από τη δημόσια εκπαίδευση, τη δημόσια υγεία, από τις προσπάθειες των εργαζομένων να ανταποκριθούν στις καθημερινές απαιτήσεις; Γελώ όταν ακούω τις συζητήσεις για το δημογραφικό πρόβλημα, χωρίς αυτές να συνοδεύονται από το αίτημα της άμεσης δημιουργίας βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών, που είναι το μόνο μέσο για να υπάρχει κίνητρο για αύξηση της γεννητικότητας. Στη Γαλλία το ποσοστό κάλυψης είναι 100%, εδώ νομίζω 30%… Ας μην τρέφουμε λοιπόν αυταπάτες.
Ορισμένα ζητήματα μπορεί να μην είναι κατανοητά στον μέσο Ελληνα, όπως το γεγονός ότι η χώρα μας έχει, κατά τον ΟΟΣΑ, το πιο κοινωνικά άδικο φορολογικό σύστημα μεταξύ όλων των χωρών-μελών του, αλλά είναι αδύνατο να μην το αισθάνεται σε πραγματικούς όρους. Αδυνατώ δε να κατανοήσω πως ακόμη και η Αριστερά –ή όσοι πιστεύουν ότι ανήκουν στο κλίμα αυτό– δεν τολμά να ασκήσει κριτική στο γεγονός ότι η φορολογία των μερισμάτων είναι 5% και η φορολογία των μεσαίων εισοδημάτων πάνω από 40%. Η προσωπική μου εντύπωση είναι ότι το πολιτικό σύστημα έχει μετατραπεί σε έναν κλειστό μηχανισμό που αυτοαναπαράγεται χωρίς καμία επαφή με την πραγματικότητα. Και ότι θα συνεχίσει έτσι μέχρις ότου συμβεί κάποια στραβή.
Οι συζητήσεις για τη δημοκρατία στη σημερινή Ελλάδα αγνοούν τα θέματα αυτά, μένουν στην επιφάνεια, ωστόσο όσες προτάσεις και αν γίνουν, αν δεν αντιμετωπιστούν τα πραγματικά προβλήματα της χώρας, δύσκολα κάποιος με τον στοιχειώδη ρεαλισμό θα μπορεί να αντιμετωπίσει με αισιοδοξία το μέλλον.
*Ο κ. Κώστας Κωστής είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ.

