Κρητικό beef

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...
Κρητικό beef-1
Οι κρητικές βεντέτες είναι προϊόντα συνέργειας εκείνων που κρατούν τα όπλα και εκείνων που τα ανέχονται.

Τι έρχεται στο μυαλό του μέσου Ελληνα όταν ακούει τη λέξη «βεντέτα»; Γραφικές εικόνες ευέξαπτων Κρητικών που, παρά την ένοπλη οξυθυμία τους, διατηρούν «χρυσή καρδιά», μια «αστεία» ελληνική ταινία από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, μυθιστορηματικές αφηγήσεις για κάποια χωριά στην Κρήτη όπου η ζωή δεν είναι «παίξε-γέλασε», χιουμοριστικές αναφορές σε οξυμένα πάθη και πιστολίδια μεταξύ οικογενειών του θερμόαιμου Νότου. Η πρόσληψη της βεντέτας στις περισσότερες περιπτώσεις χαρακτηρίζεται από ένα στοιχείο ελαφρότητας και σιωπηλής αποδοχής. Δεν μας τρομάζουν οι μακραίωνες έχθρες και τα μαφιόζικα χτυπήματα ανάμεσα σε αντίπαλες οικογένειες, γιατί τα έχουμε εντάξει στο ελληνικό φολκλόρ και τα βλέπουμε με επιείκεια, αν όχι και με σεβασμό. Εγκλήματα τιμής, αυτοδικία και καθημερινή, ανεξέλεγκτη βία αντιμετωπίζονται επομένως μοιρολατρικά και ήπια, ως εκδοχές μιας επαρχιακής, μπρουτάλ, αλλά φυσικής ελληνικότητας: «Τι να κάνουμε, έτσι είναι τα πράγματα εκεί πέρα».

Σιωπηλή νομιμοποίηση

Από το μακελειό στα Βορίζια εντυπωσιακή είναι κυρίως η άνεση με την οποία αυτό συνέβη. Την κατανόηση του γεγονότος βοηθάει η γνώση πως το περιστατικό δεν ήταν η αρχή, αλλά η κατάληξη μιας κόντρας η οποία στο παρελθόν είχε εκδηλωθεί ξανά με βίαιο τρόπο, ακόμη και με πυροβολισμούς, χωρίς φυσικά να μάθουμε τίποτα εμείς οι υπόλοιποι. Οι αντίπαλες οικογένειες, που λέγεται ότι είχαν διαφορές για κτηματικά θέματα, απολάμβαναν λοιπόν μια σκανδαλωδώς διευρυμένη ελευθερία: να φέρουν όπλα, να τα χρησιμοποιούν όποτε νομίζουν, να μαχαιρώνουν, να τοποθετούν εκρηκτικούς μηχανισμούς στα σπίτια των εχθρών τους και όλα αυτά σε ένα καθεστώς βολικής κοινωνικής απάθειας και κρατικής απουσίας. Οι βεντέτες, επομένως, δεν είναι ένα ανεξήγητο φαινόμενο περιστασιακής υπερίσχυσης του τοπικού εθιμικού δικαίου εις βάρος των γραπτών κανόνων: πολύ περισσότερο από σειρά μεμονωμένων περιστατικών, είναι μια πάγια κατάσταση, που έχει νομιμοποιηθεί ηθικά, τόσο από εκείνους τους οποίους πλήττει όσο κι από αυτούς που έχουν την υποχρέωση να την καταστείλουν.

Κοινωνία-συνεργός

Ο συγχωριανοί δεν μιλούσαν για να μη φάνε καμιά εκδικητική σφαίρα ως «ρουφιάνοι» εκεί που έπιναν τον καφέ τους. Κατανοητό. Δεν ισχύει όμως για όλους αυτή η δικαιολογία. Ενίοτε, οι αμέτοχοι ντόπιοι δεν αντιδρούν μπροστά στη φρίκη όχι από φόβο για τα αντίποινα, αλλά επειδή βρίσκουν και αυτοί θεμιτή την επίλυση προσωπικών διαφορών με σφαίρες. Στην επαρχία, τα ήθη είναι συχνά αρχαϊκά και συσπειρώνουν τους πολίτες γύρω από αντικοινωνικές ιδέες που αποκτούν αμεσοδημοκρατική περιωπή: οι απομονωμένες κοινωνίες αυτονομούνται και συναινούν στον σκοταδισμό τους. Ετσι, η βεντέτα για πολλούς απ’ όσους την παρακολουθούν να εξελίσσεται στο διπλανό σπίτι δεν είναι πρόβλημα, αλλά απόδοση δικαίου. Δεν σε γλιτώνει, ωστόσο, η εκλογίκευση του εγκλήματος από τις συνέπειές του: κάποιοι από τους τραυματίες που νοσηλεύονται στο Ηράκλειο δεν είχαν καμία σχέση με τις εμπόλεμες οικογένειες.

Το κράτος απέχει

Το κράτος, από την άλλη, απέχει διακριτικά από τις αιματηρές εκδηλώσεις της κρητικής λεβεντιάς, για τον ίδιο λόγο που κωλύεται να επιβληθεί οπουδήποτε δραστηριοποιούνται εκτεταμένα και πολυπλόκαμα πελατειακά δίκτυα. Η διαχρονική άρνηση των κυβερνήσεων να ενοχλήσουν τοπικά συμφέροντα με πρόσβαση σε δεξαμενές ψηφοφόρων ή να θίξουν το γόητρο πολιτισμικών αρχετύπων (όπως είναι η περιλάλητη κρητική λεβεντιά) επιβάλλοντας τον νόμο, ατσαλώνει το φρόνημα των παραβατικών λεβέντηδων όσο τίποτε άλλο. Τι λένε οι ντόπιοι;

Οτι η βεντέτα δεν περατώνεται με δύο θανάτους· θα ακολουθήσουν και άλλοι. Πόσοι αστυνομικοί χρειάστηκε να επιστρατευτούν σε ένα χωριό 500 κατοίκων; 400. Ακόμη και μετά το φονικό, ακόμη και μετά τη μαζική κινητοποίηση που προκάλεσε, οι Αρχές μοιάζουν αδύναμες μπροστά στο τέρας που εξέθρεψαν διά της παραλείψεως. Φοβούνται. Είναι, δε, τόσο έκδηλη η πολιτική αμηχανία που προκαλεί ο «φόβος της Κρήτης», ώστε παρατηρείται μια προσπάθεια μετατροπής της σε δόκιμο προβληματισμό: «Να σκεφτούμε πώς να αφοπλίσουμε την Κρήτη», λένε κάποιοι, αδυνατώντας να καταλάβουν ότι και μόνο η αντιμετώπιση της Κρήτης ως εξαιρετικής περίπτωσης τονώνει την πεποίθηση των πρωταγωνιστών της βεντέτας πως είναι εξαιρετικοί και άρα οι νόμοι δεν τους αφορούν.

Συνεπαρμένα media

Προβληματική είναι και η στάση των Μέσων απέναντι στην κουλτούρα της τοπικής οικογενειακής βίας. Αντί οι δημοσιογράφοι να επικεντρωθούν επιθετικά στο σύμπλεγμα εκείνο από το οποίο η βεντέτα αντλεί την ισχύ της, στη διαστρέβλωση της έννοιας της τιμής και στην εργαλειοποίηση της παράδοσης, το ενισχύουν ασμένως: εμβαθύνουν στις (πραγματικά αδιάφορες) προσωπικές διαφορές των εμπλεκομένων, δραματοποιούν μια έτσι κι αλλιώς δραματική κατάσταση με γλοιώδεις επικλήσεις στο συναίσθημα και καλύπτουν τις κηδείες των νεκρών σαν λαογραφικής αξίας δρώμενα (τι συμβαίνει αν ένας γονιός πεθάνει πριν βαπτιστούν τα παιδιά του; – το μάθαμε κι αυτό!).

Αντί να συμβάλουν στην απομυθοποίηση του «μάτσο» τοπικισμού και των εξωφρενικών νοοτροπιών βίαιης ανταποδοτικότητας (μου «έφαγες» το κτήμα, άρα θα σου σκοτώσω την οικογένεια) περιγράφουν τα συμπτώματά τους σχεδόν συνεπαρμένοι. Είναι μακριά η Κρήτη, σκέφτονται. Τι μας νοιάζει εμάς τι συμβαίνει εκεί κάτω; Ξεχνούν ότι τίποτα δεν γεφυρώνει τις χιλιομετρικές αποστάσεις τόσο καλά όσο η ηθική εγγύτητα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT