Στο βιβλίο «Φοβίες και μανίες» (μτφρ.: Ειρήνη Αποστολάκη, εκδ. Πατάκη), που παρακολουθούμε αυτές τις μέρες, η Βρετανίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας Κέιτ Σάμερσκεϊλ απαριθμεί ένα σωρό φοβίες και μανίες. Είπαμε ήδη ότι μερικές είναι πασίγνωστες (αγοραφοβία, αραχνοφοβία, κλειστοφοβία κ.ά.), άλλες όμως είναι εντελώς απρόσμενες: βαμβακοφοβία, καγιακοφοβία, μπαλονοφοβία, φυκοφοβία κ.ά.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τις μανίες: από τη μία οι δεδομένες (εγωμανία, κλεπτομανία, μεγαλομανία κ.ά.) και από την άλλη οι αληθινά παράξενες: αβουλομανία, δωρομανία, τουλιπομανία, χορεομανία κ.ά.
Η γνωστή ρήση που θέλει «άβυσσο την ψυχή του ανθρώπου» εδώ επιβεβαιώνεται περίτρανα. Ενα καλό ερώτημα είναι πού τελειώνει μια υγιής σχέση με κάτι που επιθυμούμε (ή φοβόμαστε) και πού αρχίζει η επιθυμία ή ο φόβος να αποκτά ψυχοπαθολογικό χαρακτήρα. Τα όρια είναι μάλλον ρευστά, ενώ συχνά εξαρτώνται και από τις προσλαμβάνουσες της εκάστοτε εποχής. Χώρια που, στην καθομιλουμένη, πολύ συχνά χαρακτηρίζουμε τις συνήθειες ή τα χούγια κάποιου ως φοβία ή μανία, εντελώς καταχρηστικά. Οσες όμως περιλαμβάνει στο βιβλίο της η Σάμερσκεϊλ έχουν καταχωριστεί σε ψυχιατρικά εγχειρίδια, έρευνες και μελέτες.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι, ας πούμε, η ερωτομανία. Οχι, δεν πρόκειται για μανία με το σεξ. Εδώ έχουμε κάτι άλλο: ερωτομανής είναι κάποιος που πιστεύει ακράδαντα ότι ένα άλλο πρόσωπο είναι ερωτευμένο μαζί του. Το αστείο (ένα από τα πολλά όσον αφορά το συγκεκριμένο είδος μανίας) είναι ότι αρχικά ο όρος «περιέγραφε την απόλυτη απόγνωση για τον χωρίς ανταπόκριση έρωτα». Τον 18ο αιώνα, πάλι, «σήμαινε υπερβολική σεξουαλική επιθυμία». Σήμερα πια, αναφέρεται στην ψευδαίσθηση που μπορεί να έχουμε πως κάποιος άλλος άνθρωπος είναι κρυφά ερωτευμένος μαζί μας.
Η διαταραχή αυτή, μαθαίνουμε διαβάζοντας, είναι γνωστή και ως σύνδρομο Ντε Κλεραμπό: «Το 1921 ο Γάλλος ψυχίατρος Γκατιάν ντε Κλεραμπό περιέγραψε την περίπτωση της Λεά-Αννα Μπ., πενηντατριάχρονης πιλοποιού από το Παρίσι, η οποία ήταν πεπεισμένη ότι ο Γεώργιος Ε΄ είναι ερωτευμένος μαζί της».
Είπαμε, έχει πολλές κωμικές πτυχές η μανία αυτή – όταν την κοιτάς από έξω φυσικά. Διότι για τη Λεά-Αννα πρέπει να ήταν βασανιστικό: «Ταξίδευε συχνά στο Λονδίνο και μπορούσε να σταθεί ώρες έξω από τις πύλες του Μπάκιγχαμ, περιμένοντας τον βασιλιά να της στείλει κωδικοποιημένο μήνυμα ανοιγοκλείνοντας τις κουρτίνες της βασιλικής αίθουσας»…
Αυτό που έχει ακόμα λιγότερη πλάκα είναι όταν ο ερωτομανής περνάει στο στάδιο της μνησικακίας και της βίας: π.χ., κάποιος «εμποδίζει» τη «σχέση», οπότε πρέπει να βγει από τη μέση…
Γενικά, «οι ερωτομανείς ζουν σε έναν κόσμο τον οποίο έχουν επινοήσει οι ίδιοι». Εγκλωβισμένοι μέσα εκεί –μέσα στο μυαλό τους, στην ουσία– είναι ικανοί για τα πάντα. Ο έρωτας είναι ανίκητος στη μάχη, όπως λέει το γ΄ στάσιμο στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Το ίδιο όμως και η τρέλα.

