Ξεκινώ απ’ αυτό που μου έκανε την πιο δυσάρεστη εντύπωση. Είναι η παρουσία ατόμων που συμπαρίσταντο έξω από το δικαστήριο στους κατηγορουμένους για τη δολοφονία του Αλκη Καμπανού. Πώς λειτουργεί το μυαλό τέτοιων ανθρώπων; Τι σκέφτονται, αν σκέφτονται. Οτι καλά έκαναν και σκότωσαν έναν νέο άνθρωπο ο οποίος δεν τους είχε κάνει τίποτε; Είναι ένα βήμα αναβάθμισης της εξαθλίωσης του κοινωνικού ήθους. Κυκλοφορούν ανάμεσά μας συνάνθρωποί μας οι οποίοι θεωρούν τη δολοφονία δικαιολογημένη και για τη συνείδησή τους είναι νόμιμη. Επειδή ξεφεύγει από τα όρια της ανθρώπινης λογικής, για να την περιγράψει ο δημοσιογραφικός λυρισμός την ονομάζει «οπαδική βία». Αλήθεια, τι θα πει «οπαδική βία»; Είναι ο ναρκισσισμός ανθρώπων που θέλουν να επιδείξουν τη δύναμη της ταυτότητάς τους φτάνοντας έως τη δολοφονία. Θέλουν να ξεχωρίσουν από τους υπόλοιπους διότι αυτοί τολμούν εκεί που οι άλλοι δεν τολμούν. Οπως ο δολοφόνος του άτυχου αστυνομικού Λυγγερίδη. Προχθές κάποιοι άλλοι μαχαίρωσαν ένα παιδί στη Χαλκίδα, πάλι εξαιτίας της «οπαδικής βίας». Η «φανέλα» είναι το πρόσχημα, το περιτύλιγμα. Το κίνητρο είναι ο θυμός που γίνεται μίσος «παρά τον λόγον». Και το μίσος είναι αυτό που δίνει ταυτότητα σ’ έναν κόσμο που θεωρεί κυρίαρχο υπαρξιακό έρεισμα το πληθωρικό «εγώ». Είτε τρέχεις με διακόσια στην Πατησίων, είτε βγάζεις μαχαίρι και σκοτώνεις. Μίσος «οπαδικό», μίσος «πολιτικό», μίσος «κοινοτικό».
Αυτό το τελευταίο εντυπωσίασε την επικράτεια με όσα συνέβησαν στα Βορίζια. Βόμβες, πάνω από χίλια βλήματα, δύο νεκροί. Πρωταγωνιστές νέοι άνθρωποι, όλοι κάτω των τριάντα. Το λέμε «βεντέτα» για να το εξορκίσουμε. Η «βεντέτα» έχει κάτι το ευγενές, ανήκει στις παραδόσεις, όπως ο πεντοζάλης. Αν κατάλαβα καλά, δύο οικογένειες είχαν χωρίσει το χωριό σε Νότιο και Βόρειο Κορέα και η μία καταπάτησε την επικράτεια της άλλης. Την υπόθεση την ανέλαβαν οι νέοι μαχητές με τα όπλα που, όπως διάβασα κάπου, είναι το δώρο του πατέρα προς τον γιο αντί για αυτοκίνητο. Ετσι ο γιος αποκτά ταυτότητα και εργαλείο για να απελευθερώσει τον ναρκισσισμό του. Ενα εκατομμύριο όπλα κυκλοφορούν σε έναν πληθυσμό 600.000. Ευτυχώς στη χώρα μας απαγορεύεται η οπλοφορία. Δεν είμαστε Αμερική.
Πού είναι αποθηκευμένο τόσο μίσος; Ο αγριάνθρωπος μέσα μας είναι ένας καταπιεσμένος νάρκισσος που βλέπει τον κόσμο σαν πεδίο επιβεβαίωσής του. Λες και η ζωή περισσεύει. Και το χειρότερο είναι ότι αυτός ο αγριάνθρωπος εμφιλοχωρεί στις νεότερες γενιές. «Παρά τον λόγον». Αναίτια. Δεν οφείλεται ούτε στον κοινωνικό αποκλεισμό ούτε σε διακρίσεις. Και γι’ αυτό είναι δύσκολη, αν όχι αδύνατη, η θεραπεία του. Ας το δεχθούμε τουλάχιστον ως κοινωνικό φαινόμενο. Είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την εμπιστευθούμε στους πολιτικούς.

