Hρωες και μύθοι χρειάζονται και δημιουργούνται στις μεγάλες ιστορικές κρίσεις και κατεξοχήν στους πολέμους. Στη σύγχρονη εποχή, το κράτος είναι προπαντός εκείνο που εξασφαλίζει προνομιακή μεταχείριση και διάρκεια στους μύθους και τους ήρωες που το ίδιο υιοθετεί.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Δαβάκη. Από όλους τους επώνυμους πρωταγωνιστές του ίδιου πολέμου, ο συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης έχει καταλήξει να είναι σήμερα το μοναδικό όνομα που συνδέουν οι περισσότεροι Eλληνες με το 1940-41.
Από τα τωρινά σχολικά βιβλία, μόνο εκείνο της ΣΤ΄ Δημοτικού μνημονεύει κάποιο όνομα και αυτό είναι μόνο του Δαβάκη – απλώς επειδή παραθέτει την ημερήσια διαταγή του προς το Απόσπασμα Πίνδου στις 3/9/1940, μόλις ανέλαβε τη διοίκησή του.
Η ακραία αυτή περίπτωση επιλεκτικής συλλογικής μνήμης μόνον ως αποτέλεσμα κρατικών επιλογών μπορεί να εξηγηθεί, που οι διάφορες κατά καιρούς διαμαρτυρίες στάθηκαν ανίκανες να αποτρέψουν.
Eπαιξε ασφαλώς ρόλο το εμβατήριο «Πίνδος», που καθιερώθηκε επίσημα για τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου και εξυμνεί «του Δαβάκη τ’ άξια παληκάρια». Είναι σύνθεση του 1949.
Ακόμη καθοριστικότερο ρόλο έπαιξε ο αδελφός του Δημήτριος Δαβάκης, βουλευτής Λακωνίας από το 1951 μέχρι και το 1981, ιδίως όταν έγινε υφυπουργός Εθνικής Αμύνης το 1956-58. Τότε, όπως φαίνεται, επιβλήθηκε πανελλαδικά η τυποποιημένη ονομασία «Οδός Δαβάκη Πίνδου» ή «Δαβάκη-Πίνδου» (που είναι συντακτικά ακατανόητη για όποιον δεν γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα).
Η ηρωοποίηση αποκλειστικά και μόνο του Δαβάκη δημιούργησε μάλιστα την ψευδή εντύπωση ότι αυτός σκοτώθηκε πολεμώντας. Το 2018 κυκλοφόρησε με την εφημερίδα «Τα Νέα» μία ιστορική έκδοση για το 1940-41. Στην εισαγωγή του ο επιμελητής δημοσιογράφος γράφει: «Το όνομα του συνταγματάρχη Δαβάκη, του πρώτου ήρωα που έπεσε στη μάχη […] έγινε το σύμβολο που περιέχει όλα τα ονόματα».
Ο Δαβάκης όμως δεν έπεσε στη μάχη. Μόνο τραυματίστηκε και μάλιστα υπό συνθήκες που αμφισβητήθηκαν. Επιπλέον, δεν σταμάτησε αυτός τους Ιταλούς στην Πίνδο. Αντίθετα, έφθασαν μέχρι τη Βωβούσα. Αλλοι τους σταμάτησαν και τους απώθησαν εκ των υστέρων, όταν ο ίδιος είχε πλέον μεταφερθεί τραυματισμένος στην Αθήνα. Δύο χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1943, πνίγηκε όταν το πλοίο που τον μετέφερε στην Ιταλία αιχμάλωτο με άλλους αξιωματικούς βυθίστηκε από βρετανικό υποβρύχιο.
Στις αρχές του 1945, έγιναν κρίσεις των συνταγματαρχών. Ο Δαβάκης κρίθηκε μετά θάνατον επιεικώς «στάσιμος» λόγω του τραυματισμού του. Επικρατούσε η άποψη ότι το Απόσπασμα Πίνδου είχε αποτύχει στην αποστολή του. Ωστόσο, στις 8 Ιουνίου 1945 ο Δαβάκης επανακρίθηκε «επ’ ανδραγαθία προακτέος σε Υποστράτηγο». Οχι όμως παμψηφεί, αλλά μόνο κατά πλειοψηφία. Πάντως, η αρθρογραφία η αρνητική για το Απόσπασμα Πίνδου συνεχίστηκε.
Τελικά, το 1972 ο απόστρατος υποστράτηγος Αθανάσιος Γιαννακόπουλος δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο «Πίνδος 1940: Αλήθειες που δεν εγράφησαν». Σ’ αυτό αποκαθιστά μεθοδικά τον Δαβάκη ως πραγματικό νικητή στην Πίνδο και αμφισβητεί την επίσημη στρατιωτική ιστορία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ). Υποστηρίζει ότι υπήρξε συνωμοσία σε βάρος του Δαβάκη για να καλυφθούν οι βαρύτατες ευθύνες των ανωτέρων του στην 1η Μεραρχία και στο Β΄ Σώμα Στρατού. Φρόντισε μάλιστα να επισκεφθεί με επιζώντες αυτόπτες μάρτυρες το ακριβές σημείο όπου τραυματίστηκε πολεμώντας ο Δαβάκης.
Στη θέση του Δαβάκη ως ήρωα του 1940, έπρεπε κανονικά να βρίσκεται ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, διοικητής της 8ης Μεραρχίας από τις αρχές του 1938. Αυτός σταμάτησε τους Ιταλούς, στο Καλπάκι.
Εκανε όμως ύστερα το λάθος να αναλάβει υπουργός (πρώτα Εργασίας, ύστερα Γεωργίας) για τέσσερις μήνες στην κατοχική κυβέρνηση Γ. Τσολάκογλου. Γι’ αυτό και μόνο καταδικάστηκε ως δωσίλογος σε πέντε χρόνια κάθειρξη και έμεινε στη φυλακή τέσσερα και πλέον χρόνια. Υστερα αποκαταστάθηκε και δημοσίευσε το 1954 το δικό του βιβλίο για τη δράση της 8ης Μεραρχίας, με τίτλο «Η Ηπειρος προμαχούσα».
Ακολούθησε η σταδιακή αποκατάστασή του στη συλλογική μνήμη ως νικητή στο Καλπάκι, με δημοσιεύματα, προτομές, λίγες ονομασίες οδών και πλατειών (όπως έχει τεκμηριώσει ο Αγησίλαος Κανελλόπουλος σε πρόσφατη μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία του στο ΕΑΠ). Ακόμη όμως και το 2016 σημειώνονταν σφοδρές αντιδράσεις (λ.χ. στον Δήμο Αθηναίων).
Υπήρξε και μία έκπληξη, που επιβεβαιώνει όσα έγραφα άλλοτε («Κ», 26.7.2020) για «Χρήση και κατάχρηση της στρατιωτικής ιστορίας» – ιδίως όταν γράφεται από στρατιωτικούς. Το 1975, είκοσι ένα ολόκληρα χρόνια μετά το βιβλίο του Κατσιμήτρου (και δεκατρία μετά τον θάνατό του), ο επιτελάρχης του στην 8η Μεραρχία Χαρίλαος Δρίβας (ως απόστρατος αντιστράτηγος πλέον) κυκλοφόρησε ένα δικό του βιβλίο, για να αποκαλύψει τα «ψεύδη που εχαλκεύθησαν» και «τις αλήθειες που απεκρύβησαν» από τον τότε διοικητή του.
Ο υποστράτηγος Γιαννακόπουλος στο βιβλίο του, το 1972, καταλήγει πειστικά στο συμπέρασμα ότι: «Επρεπε να υπάρξουν και αι δύο νίκαι – και της Πίνδου και της Ηπείρου – διά να υπάρξει η νίκη». Φαίνεται λοιπόν ότι πρωτοστάτησαν σ’ αυτήν τόσο ο Δαβάκης όσο και ο Κατσιμήτρος…
*Το νέο βιβλίο του καθηγητή Γιώργου Θ. Μαυρογορδάτου έχει τίτλο «1975: Αγωνίες για το νέο Σύνταγμα» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

