Το 1991 γυρίστηκε μια ταινία στην Αμερική, που νομίζω κανένας δεν θυμάται πια. Ο αγγλικός τίτλος είναι «Ο γιατρός» και πρωταγωνιστεί ο Γουίλιαμ Χαρτ. Υποδύεται έναν επιτυχημένο, πλην όμως ψυχρό χειρουργό. Είναι καλός γιατρός, αλλά κατά τα άλλα παίρνει μηδέν.
Ωσπου μια ωραία μέρα ανακαλύπτει ότι έχει καρκίνο του φάρυγγα. Από γιατρός (και μάλιστα επιτυχημένος) γίνεται ασθενής. Για πρώτη φορά στη ζωή του έρχεται αντιμέτωπος με την αδιαφορία των συναδέλφων του – προσοχή, όχι ως προς την ιατρική συνθήκη αλλά ως προς τη συμπεριφορά. Ολα ξεκινούν από την ανακοίνωση της ασθένειάς του.
Η ταινία βασίζεται στα απομνημονεύματα του γιατρού Εντουαρντ Ρόζενμπαουμ με τον ενδεικτικό τίτλο «Η γεύση του δικού μου φαρμάκου» (A Taste of my Own Medicine, 1988) και τη θυμήθηκα διαβάζοντας το νέο βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη «Η ανακοίνωση της αλήθειας στον άρρωστο» (εκδ. Πόλις).
Διατρέξαμε αυτό το σύντομο βιβλίο τούτη την εβδομάδα, σύντομο επειδή προέρχεται από ομιλία του συγγραφέα σε συνέδριο που διοργάνωσε το Ελληνικό Κολλέγιο Μαστολογίας, ενώ βασίζεται στην προσωπική περιπέτεια του συγγραφέα, και τακτικού συνεργάτη της «Κ», με το πολλαπλό μυέλωμα.
Ποια η πυρηνική ιδέα αυτού του σημαντικού κειμένου που θίγει ένα πολύ λεπτό ζήτημα; Το συμπυκνώνει προς το τέλος: «Εκείνο όμως το οποίο πρέπει να έχουν οι γιατροί σταθερά στον νου τους είναι ότι η ανακοίνωση δεν είναι ένα διαδικαστικό, υπηρεσιακό καθήκον, η ανακοίνωση αποτελεί ηθική πράξη. Η ανακοίνωση αποτελεί πράξη ηθικής ευθύνης».
Επιπλέον: «Η ανακοίνωση αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιατρικής τέχνης και επομένως είναι κάτι στο οποίο μπορεί κανείς να ασκηθεί και να μάθει να το κάνει όσο πιο σωστά γίνεται».
Ο Στ. Ζουμπουλάκης επισημαίνει κάτι πολύ καίριο, που, νομίζω, δεν έχει ειπωθεί ή πάντως δεν λέγεται συχνά: «Τα νοσοκομεία είναι και σχολεία, μέσα εκεί κυρίως εκπαιδεύονται οι γιατροί, με πολλούς και ποικίλους τρόπους».
Ο συγγραφέας τονίζει με έμφαση ότι απαιτείται η εκπαίδευση ώστε να «ασκούνται οι γιατροί της κλινικής τους στην τέχνη της ανακοίνωσης».
Τι κομίζω, από την πλευρά μου, εδώ, μέσα από την εμπειρία γονέα παιδιού με λευχαιμία που νοσηλεύτηκε σε δημόσιο νοσοκομείο και πήγε μια χαρά: προσπάθειες που έγιναν τότε προκειμένου να συμμετάσχουν γιατροί και νοσηλεύτριες σε ψυχολογικού χαρακτήρα σεμινάρια, στέφθηκαν με αποτυχία. Σε ορισμένες τέτοιες δράσεις δεν προσήλθε κανένας(!).
Οι γιατροί έχουν βαρύ πρόγραμμα. Κυρίως όμως, τη λεγόμενη «ψυχολογία» δεν τη θεωρούν δική τους δουλειά. Και όμως είναι – ειδικά στις ογκολογικές (και παιδογκολογικές) κλινικές. Οχι για να γίνουν ψυχοθεραπευτές, όχι. Αλλά για να μυηθούν (άλλος για πρώτη φορά, άλλος βαθύτερα) στο στοιχείο του «ψυχικού συμμερισμού» (Ζουμπουλάκης).
Ειδικά ο καρκίνος, ενηλίκων και ανηλίκων, αξιώνει μια προσέγγιση πιο ριζοσπαστική· απαιτεί μια προσέγγιση όσο το δυνατόν πιο ολιστική. Ετσι κι αλλιώς, «τα νοσοκομεία είναι τα μεγάλα σχολεία της ζωής, όπου μαθαίνουμε όλοι»…

