«Ε, όχι κρυοπαγήματα και οι Ιταλοί!». Eτσι αντέδρασε αγανακτισμένη πριν από πολλά χρόνια μία γνωστή τότε δημοσιογράφος, όταν είπα, στην τηλεοπτική συζήτηση στην οποία με είχε καλέσει, ότι ο ιταλικός στρατός στην Αλβανία δεν ήταν προετοιμασμένος για τον βαρύ χειμώνα, με αποτέλεσμα να παθαίνουν κρυοπαγήματα και οι Ιταλοί. Στο μυαλό της, καθώς φαίνεται, τα κρυοπαγήματα ήσαν κάτι σαν σήμα ηρωισμού και αυτοθυσίας, που δικαιούνταν μόνο οι Ελληνες – όχι οι Ιταλοί. Φρόντισε ύστερα στο μοντάζ να απαλείψει τα λεγόμενά μου…
Από την ελληνική, αλλά και τη συμμαχική βρετανική, προπαγάνδα παρουσιάστηκε από την πρώτη στιγμή η πολεμική σύγκρουση Ελλάδας και Ιταλίας το 1940 σαν αναμέτρηση Δαυίδ με Γολιάθ. Στη μυθοπλασία αυτή συνέβαλε καθοριστικά ο ίδιος ο φανφαρόνος Μουσολίνι με τα παραληρήματά του. Καυχιόταν ότι η Ιταλία είχε τάχα στρατό με 8 εκατ. ξιφολόγχες. Ομως στις 28 Οκτωβρίου, τα στρατεύματα που ήσαν στα ελληνοαλβανικά σύνορα, μάχιμα και έτοιμα να εισβάλουν στην Ελλάδα, αντιστοιχούσαν σε μόλις 1% αυτού του εντελώς φανταστικού αριθμού.
Στις 18 Νοεμβρίου, όταν η εισβολή είχε πια αποκρουσθεί, ο Μουσολίνι υποσχόταν ακόμη ότι «της Ελλάδας θα της σπάσουμε τα πλευρά» (spezzeremo le reni alla Grecia) – μία εικόνα τυπικά φασιστικής βιαιότητας και ωμότητας, που αποτυπώθηκε ακόμη και σε μετάλλια. Ωστόσο, οι δυνάμεις του είχαν ήδη αποδειχθεί ανεπαρκείς – όχι μόνο σε αριθμό, αλλά και σε εξοπλισμό, σε εφοδιασμό, ακόμη και σε ιματισμό… Μόνο στην αεροπορία διέθετε η ιταλική επίθεση αδιαμφισβήτητη υπεροχή (που δεν αξιοποιήθηκε όμως στον μέγιστο δυνατό βαθμό). Σύμφωνα με την πιο γνωστή ιταλική ιστορία του πολέμου (του Μάριο Τσέρβι), δεν επρόκειτο τελικά για αναμέτρηση Δαυίδ με Γολιάθ, αλλά για σύγκρουση δύο Δαυίδ, από τους οποίους ο ένας πολεμούσε με τη δύναμη που του έδινε το δίκιο. Οι ελλείψεις και οι κακουχίες, πάντως, δεν εμπόδισαν ορισμένες ιταλικές μονάδες να επιδείξουν ηρωισμό, όπως λ.χ. οι αλπινιστές της μεραρχίας Julia στην Πίνδο.
Ενας ακόμη ανόητος αλλά ανθεκτικός μύθος αρνείται στον Ιωάννη Μεταξά την ευθύνη και τη δόξα του ΟΧΙ. «Δεν το είπε ο Μεταξάς, αλλά ο Ελληνικός λαός!». Δεν ήταν τάχα δική του ελεύθερη απόφαση. Δεν είχε τάχα άλλη επιλογή, επειδή διαφορετικά θα τον έπαυε ο Γεώργιος Β΄. Αν όμως προτιμούσε πράγματι ο Μεταξάς να παραδώσει αμαχητί τη χώρα στον Αξονα, δεν χρειαζόταν καν να αποδεχθεί το ιταλικό τελεσίγραφο, βάζοντας σε κίνδυνο τη θέση του και την ίδια τη ζωή του. Μπορούσε κάλλιστα να παραιτηθεί, προκαλώντας χάος και εμποδίζοντας έτσι την αποτελεσματική απόκρουση της ιταλικής εισβολής. Υστερα, θα μπορούσε να επανέλθει ως κατοχικός δικτάτορας…
Με το ΟΧΙ, ο Μεταξάς δεν μίλησε μόνο εξ ονόματος και για λογαριασμό του Ελληνικού λαού, που τον ακολούθησε σύσσωμος, αλλά και εφάρμοσε συνειδητά την πολιτική που είχε προ πολλού αποφασίσει – τη μόνη που υπηρετούσε μακροπρόθεσμα τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας.
Ηδη από το φθινόπωρο του 1936 είχε δηλώσει εμπιστευτικά στην ηγεσία του Ναυτικού, στο Ανώτατο Ναυτικό Συμβούλιο, όταν ρωτήθηκε: «Αυτό που θα σας είπω δεν θα το ανακοινώσετε εις κανένα. Προβλέπω πόλεμον μεταξύ Αγγλικού και Γερμανικού συγκροτήματος. Πόλεμον πολύ χειρότερον από τον προηγούμενον. Εις τον πόλεμον αυτόν, θα κάνω ό,τι ημπορώ δια να μη εμπλακή η Ελλάς, αλλά τούτο δυστυχώς θα είναι αδύνατον. Και, επαναλαμβάνω και πάλιν, αυτό προ παντός να μη εξέλθη της αιθούσης αυτής, είναι περιττόν να σας είπω ότι η θέσις μας εις την σύρραξιν αυτήν θα είναι παρά το πλευρόν της Αγγλίας».
Ακριβώς τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 30 Οκτωβρίου 1940, ο Μεταξάς μίλησε εμπιστευτικά στους ιδιοκτήτες και αρχισυντάκτες του αθηναϊκού τύπου για να τους εξηγήσει το ΟΧΙ, θέλοντας να εξασφαλίσει την ολόψυχη συμμετοχή τους στην πολεμική προσπάθεια που άρχιζε. Τους είπε λοιπόν ότι προέβλεπε με βεβαιότητα την τελική νίκη του «Αγγλοσαξονικού κόσμου», απαλλαγμένος πλέον από τις γερμανόφιλες παρωπίδες που τον εμπόδιζαν να κάνει παρόμοια πρόβλεψη το 1915. Είχε έτσι την πεποίθηση ότι η Ελλάδα, ακόμη και «δουλωμένη προσωρινώς» στη διάρκεια του πολέμου, θα βρισκόταν τελικά στο στρατόπεδο των νικητών και μάλιστα μεγαλωμένη, τουλάχιστον κατά τα Δωδεκάνησα – όπως ακριβώς έγινε.
*Το νέο βιβλίο του καθηγητή Γιώργου Θ. Μαυρογορδάτου έχει τίτλο «1975: Αγωνίες για το νέο Σύνταγμα» και κυκλοφορεί στις 30 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Πατάκη.

