Στις εκλογές της Τσεχίας του τρέχοντος μηνός μετείχαν δύο επιχειρηματίες, ιδρυτές δικών τους κομμάτων: ο Αντρέι Μπάμπις, ιδρυτής του ευρωσκεπτικιστικού κόμματος ΑΝΟ, και ο Τόμιο Οκαμούρα (Τσέχος ιαπωνικής καταγωγής), ιδρυτής του ακροδεξιού κόμματος Ελευθερία και Αμεση Δημοκρατία. Ο τελευταίος είχε ιδρύσει το 2013 το κόμμα Αυγή της Αμεσης Δημοκρατίας, στο οποίο ενέγραψε μόνον εννέα μέλη, ώστε να το ελέγχει πλήρως· το άφησε το 2015 για να ιδρύσει το Ελευθερία και Αμεση Δημοκρατία. Εχει μικρή επιρροή στο τσεχικό εκλογικό σώμα (8% στις πρόσφατες εκλογές), ενώ ο Μπάμπις, πρωθυπουργός της Τσεχίας μεταξύ 2017-2021, τερμάτισε πρώτος (35%). Και οι δύο ίδρυσαν νέα κόμματα όπως θα άνοιγαν νέες επιχειρήσεις. Αλλο παράδειγμα είναι το βραχύβιο Κόμμα του Λαού στη Ρουμανία (2011-2015), ιδρυμένο από τον τηλεπαρουσιαστή Νταν Ντιακονέσκου (14% των ψήφων το 2012). Πολύ πιο γνωστό είναι το ιταλικό παράδειγμα. Στην Ιταλία το 1994 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι είχε ιδρύσει το κόμμα Φόρτσα Ιταλία, με το οποίο αναδείχθηκε τρεις φορές πρωθυπουργός (1994-1995, 2001-2006, 2008-2011). Στις τυπολογίες τους, οι πολιτικοί επιστήμονες έχουν εντάξει τέτοια κόμματα στον τύπο του «επιχειρηματικού κόμματος». Ενας επιχειρηματίας ιδρύει κόμμα, εξυπηρετώντας τους επιχειρηματικούς και πολιτικούς στόχους του και διαμορφώνοντας αποφασιστικά το προφίλ του κόμματος, ενώ το κόμμα δεν αντικατοπτρίζει κάποια κοινωνική αξίωση (π.χ. δεν στηρίζεται σε κοινωνικό κίνημα).
Ιδρυτής κόμματος, με παρόμοια, όχι όμως ίδια, χαρακτηριστικά, μπορεί να είναι και κάποιος πολιτικός. Ας το σκεφτούμε ως ιδιόκτητο κόμμα, παρότι ο όρος δεν είναι αποδεκτός από νομικής απόψεως, καθώς το κόμμα δεν είναι περιουσιακό στοιχείο. Ιστορικά, τα ιδρυμένα από πολιτικούς κόμματα δεν είναι άγνωστα· ωστόσο, ήταν κόμματα αρχηγικά, όχι ιδιόκτητα.
Πράγματι, στον 20ό αιώνα πολλά κόμματα ήταν προσωπικά δημιουργήματα πολιτικών ηγετών. Ετσι, η στρατηγική και οι κινήσεις τακτικής των κομμάτων εξαρτιόνταν από τον ιδρυτή-αρχηγό τους. Παραδείγματα στη μεταπολεμική Γαλλία ήταν τα κόμματα του Σαρλ ντε Γκωλ και του Πιερ Πουζάντ, ενώ στην Ελλάδα παραδείγματα αποτέλεσαν το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου (ίδρυση: 1910) και ο Ελληνικός Συναγερμός του Αλέξανδρου Παπάγου (ίδρυση: 1951). Κανένας τους, όμως, δεν ήταν ιδιοκτήτης κόμματος.
Επίσης, άλλα κόμματα που αρχικά δεν είναι αρχηγικά, μπορεί στην πορεία να καταλήξουν τέτοια. Στον 21ο αιώνα αναδείχτηκε η τάση «προεδροποίησης» των κομμάτων, ακόμη και όσων είχαν πολλά μέλη, ανεπτυγμένη εσωτερική οργάνωση, πλουραλιστικά καθοδηγητικά όργανα. Προεδροποίηση σημαίνει υπερβολική ενίσχυση των τυπικών αρμοδιοτήτων και της ουσιαστικής εξουσίας του αρχηγού («προέδρου») του κόμματος. Η προεδροποίηση συνοδεύεται από απευθείας εκλογή του αρχηγού από τη βάση του κόμματος, διάνοιξη άμεσων διαύλων επικοινωνίας εκείνου με τους ψηφοφόρους του και πλαισίωσή του από ειδικούς του πολιτικού μάρκετινγκ και της επικοινωνίας. Εντείνεται έτσι η προσωποποίηση των πολιτικών κομμάτων, που πρώτος είχε διαγνώσει ο Μορίς Ντιβερζέ, και μετασχηματίζεται η φθίνουσα εμπιστοσύνη των πολιτών προς τα κόμματα σε εμπιστοσύνη προς τους προέδρους κόμματων (Μάνος Τσατσάνης). Οι πρόεδροι εξαρτώνται όχι από τα μέλη ή τα όργανα του κόμματος, αλλά από τις μετατοπίσεις της κοινής γνώμης γι’ αυτούς (Λαμπρινή Ρόρη).
Η ίδρυση επιχειρηματικών ή αρχηγικών κομμάτων και η προεδροποίηση των υφιστάμενων κομμάτων, ωστόσο, είναι φαινόμενα διαφορετικά από εκείνο των ιδιόκτητων κομμάτων. Τα ιδιόκτητα κόμματα, έννοια που προτείνεται εδώ για την κατανόηση πρωτοβουλιών πολιτικών ηγετών, δεν έχουν ανάγκη από μέλη ή κομματικά όργανα. Στρατολόγηση μελών και συγκρότηση κομματικών οργάνων θα σήμαινε κίνδυνο ο ιδιοκτήτης του κόμματος να λογοδοτήσει στα μέλη ή στα όργανα. Ο ιδιοκτήτης διορίζει, για λόγους καθημερινής διαχείρισης του κόμματός του, στελέχη σε «θέσεις-κλειδιά», ενώ στις εκλογές επιλέγει προσωπικά τους υποψήφιους βουλευτές.
Οι πρόεδροι εξαρτώνται όχι από τα μέλη ή τα όργανα του κόμματος, αλλά από τις μετατοπίσεις της κοινής γνώμης γι’ αυτούς.
Τα ιδιόκτητα κόμματα σπάνια αρθρώνουν συγκεκριμένα μέτρα δημόσιας πολιτικής. Ο ιδιοκτήτης του κόμματος προβάλλει οραματικές αρχές και κυρίως καταγγέλλει άλλους πολιτικούς. Η στρατηγική του, ίδια όπως αν άνοιγε επιχείρηση, είναι να εξασφαλίσει μια κόγχη (niche) στην αγορά των ψηφοφόρων, όπως θα έκανε προσελκύοντας πελάτες-καταναλωτές.
Σημαντικό για την ίδρυση ιδιόκτητου κόμματος είναι το αρχικό κεφάλαιο. Είτε ο πολιτικός ιδιοκτήτης κόμματος αφιερώνει δικά του κεφάλαια είτε τα εκμαιεύει, αντί μελλοντικών εξυπηρετήσεων, από επιχειρηματίες που επηρεάζουν κλάδους της ιδιωτικής οικονομίας. Στα ιδιόκτητα κόμματα πολιτικών, το «πολιτικό χρήμα» σωρεύεται πριν από την ίδρυση του κόμματος.
Είναι γνωστή η επιρροή ιδιωτικών συμφερόντων σε πολλά κόμματα, όπως και η επικράτηση ολιγαρχίας στην κορυφή τους, η χρήση τεχνικών μάρκετινγκ και επικοινωνίας και η διακίνηση «πολιτικού χρήματος». Ο Αντονι Ντάουνς είχε παρομοιάσει τον ανταγωνισμό μεταξύ κομμάτων για προσέλκυση ψηφοφόρων με τον ανταγωνισμό επιχειρήσεων για προσέλκυση πελατών. Ωστόσο, σήμερα τα κόμματα που ιδρύουν μεμονωμένοι πολιτικοί διαφέρουν από τα προηγούμενα είδη κομμάτων, όπως τα αρχηγικά και τα επιχειρηματικά, ως προς τη στρατηγική των ιδιοκτητών πολιτικών, την εσωτερική οργάνωση, το μάρκετινγκ και τη σώρευση πόρων.
Επιχειρηματικά κόμματα δεν έχουμε (ακόμη) στην Ελλάδα. Ιδιόκτητα κόμματα, ιδρυμένα από πολιτικούς, αλλά βραχύβια, υπήρχαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Εχει χαρακτηριστεί ως ιδιόκτητο κόμμα η Πλεύση Ελευθερίας (Κώστας Κούρκουλος, «The Books’ Journal», Ιούνιος 2023). Ισως εμφανιστούν και άλλα, συντόμως. Αγνωστο είναι αν θα επιβιώσουν.
*Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

