Οι γενιές που παρακολουθούν τα τελευταία 50 χρόνια την Εθνική Ελλάδας δεν θυμούνται άλλη εκδοχή της να παίζει τόσο μοντέρνο και απολαυστικό ποδόσφαιρο. Προφανώς σε μισό αιώνα έχει αλλάξει το ίδιο το ποδόσφαιρο. Εχει γίνει πολύ πιο απαιτητικό άθλημα, πολύ πιο γρήγορο και θεαματικό, μια εκδοχή παιχνιδιού στην οποία διαχρονικά δυσκολεύονταν να προσαρμοστούν οι παίκτες μας, οι οποίοι για μια σειρά λόγων (περιορισμένες παραστάσεις, χαμηλή αυτοπεποίθηση κ.ά.) υιοθετούσαν κατά βάση ένα μάλλον παθητικό, αμυντικογενές παιχνίδι, ελάχιστα ελκυστικό στους θεατές και σπάνια αποτελεσματικό.
Υπήρξε, φυσικά, η έκπληξη των εκπλήξεων, η λαμπρή εξαίρεση της κατάκτησης του Euro 2004, που σε μεγάλο βαθμό αποδόθηκε στην εξαιρετική αμυντική λειτουργία της ομάδας του Οτο Ρεχάγκελ και πολύ λιγότερο στην εκρηκτικότητα της μεσαίας και της επιθετικής μας γραμμής. Αλλά το ποδόσφαιρο που παιζόταν το 2004 όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στις πολύ πιο ανεπτυγμένες, ποδοσφαιρικά, χώρες, δεν έχει καμία σχέση με αυτό που βλέπουμε σήμερα στα μεγάλα γήπεδα του κόσμου. Με τα σημερινά κριτήρια ήταν ένα «πρωτόγονο» ποδόσφαιρο, σαν να βλέπεις videogame σε αργή κίνηση.
Αν τα πράγματα εξελίσσονταν απολύτως γραμμικά, το παραδοσιακά προβλέψιμο ποδόσφαιρο της Εθνικής μας δεν θα είχε καμία τύχη στη σημερινή συγκυρία. Ο καλός Θεός όμως προίκισε με πλούσιο ταλέντο μια νέα γενιά παικτών που ανδρώνονται, στην πλειονότητά τους, εκτός Ελλάδας. Υπό την καθοδήγηση του νέου προπονητή δείχνουν εδώ και ένα χρόνο τα δόντια τους. Eπιθετικό ποδόσφαιρο, αυτοματισμοί, ομαδικό πνεύμα, ατομικές προσπάθειες υψηλού επιπέδου. Πέρυσι, σαν σήμερα, κερδίσαμε τους Αγγλους με 2-1 μέσα στο Γουέμπλεϊ.
Δεν κερδίζει πάντα ο καλύτερος στο ποδόσφαιρο. Αλλά η επένδυση στη «νέα» Εθνική Ελλάδας πρέπει να συνεχιστεί απρόσκοπτα.
Προχθές, σχεδόν ένα χρόνο μετά, χάσαμε από τη Σκωτία ένα «δικό μας» παιχνίδι. Και αν δεν κερδίσουμε αύριο στην Κοπεγχάγη, αποχαιρετάμε (ξανά) το όνειρο του Μουντιάλ. Εδώ, όμως, υπάρχει μια λεπτή γραμμή που θα πρέπει να προσέξουμε. Αυτή τη φορά δεν είναι «μια από τα ίδια». Το ταλέντο βγάζει μάτια, όπως άλλωστε και οι αδυναμίες. Τις είδαμε στο ματς της Γλασκώβης αλλά και στην κατά κράτος επικράτηση των Δανών προ ολίγων εβδομάδων στο «Γ. Καραϊσκάκης»: έλλειμμα συγκέντρωσης, πρόβλημα στα χαφ και στην αμυντική λειτουργία. Ενας πολύ πιθανός αποκλεισμός μπορεί να μας κάνει να επικεντρωθούμε περισσότερο στο πρόβλημα παρά στη δυνατότητα και στο μέλλον. Αυτή θα είναι η πραγματική ήττα κι όχι το 3-1 από τους τεχνικά υποδεέστερους Σκωτσέζους. Γιατί αυτά τα παιδιά χαίρεσαι να τα βλέπεις ακόμα κι όταν χάνουν.
Δεν πρέπει επ’ ουδενί να τα γκρεμίσουμε όλα (σαν καλοί Ελληνες), αλλά να επενδύσουμε σε μια φουρνιά παικτών που η καλή τύχη το έφερε έτσι και παίζουν όλοι μαζί. Ερχονται κι άλλοι από πίσω, ο χρόνος είναι μαζί τους.

