Η ρωσοφιλία είναι ενδημικό φαινόμενο της πολιτικής μας ζωής. Και δεν εννοώ βέβαια το ΚΚΕ, το τελευταίο κομμουνιστικό κόμμα στην Ευρώπη που δεν έχει ξεχάσει τη σταλινική ορθοδοξία, ούτε τα συντρίμμια που προέκυψαν από τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Οσες κι αν είναι οι διαφορές που τα χωρίζουν, τα συνδέει η ρωσοφιλία τους. Κι ας εμφανίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ ως το αποπαίδι του ευρωκομμουνισμού που γεννήθηκε στην Ελλάδα μετά την εισβολή της Σοβιετικής Ενωσης στην Τσεχοσλοβακία το 1968. Περασμένα ξεχασμένα. Και για να εξηγούμαι, χάριν οικονομίας αποκαλώ ΣΥΡΙΖΑ όλα αυτά τα σχήματα που συνωστίζονται σε μια Αριστερά η οποία μπορεί να μην έχει πολιτική πρόταση για την Ελλάδα, διεκδικεί όμως το μερίδιο στην κοινή μνήμη της Ιστορίας. Πυλώνες αυτής της μνήμης, η νοσταλγία του εμφυλίου πολέμου –τη ζήσαμε εν δράσει στον καιρό των μνημονίων– και η πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία κάθε χρόνο στην επέτειο του Πολυτεχνείου. Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης η ρωσοφιλία εδραιώθηκε στον αντιαμερικανισμό, που είχε αποκτήσει χαρακτηριστικά εθνικής ιδεολογίας. Και κατ’ επέκταση στη δυσπιστία απέναντι στην Ευρώπη. Εν ολίγοις, στη φαντασίωση μιας Ελλάδας η οποία είναι σε μόνιμη ψυχολογική σύγκρουση με τον δυτικό κόσμο. Σε ποιον κόσμο ανήκει; Στον εαυτό της, τον εθνικό ναρκισσισμό που θεωρεί ότι η μικρή χώρα με τη μεγάλη Ιστορία είναι το κέντρο του κόσμου. Η ρωσοφιλία είναι μέρος αυτής της ψευδαίσθησης. Από την εποχή του «ξανθού γένους» που θα μας απελευθέρωνε από τον οθωμανικό ζυγό ώς την ημέρα εκείνη που πίστεψε πως η Ρωσία του Πούτιν θα την απαλλάξει από το βάρος του χρέους που την είχε οδηγήσει στη χρεοκοπία.
Γι’ αυτό και η ρωσοφιλία είναι συνυφασμένη με τον εθνικισμό. Δεν έχει σημασία ότι οι εθνικιστές, όσο κι αν ψάξουν στις σελίδες της Ιστορίας, δύσκολα θα βρουν μια περίπτωση που η Ρωσία βοήθησε την Ελλάδα. Εως σήμερα ακόμη. Αναρωτιέμαι τι έχουν να πουν οι Βελόπουλοι και κομπανία για τις πρόσφατες δηλώσεις της κ. Ζαχάροβα. Η οποία όχι μόνον αποκάλεσε τη Βόρεια Μακεδονία απλώς Μακεδονία, αλλά απέδωσε την ευθύνη για την κατοχή μέρους της Κύπρου από την Τουρκία στο πραξικόπημα που επιχείρησε η Ελλάδα. Ξεχνώντας βέβαια να πει ότι η Ελλάδα καταδίκασε τους πραξικοπηματίες σε θάνατο και οι περισσότεροι απ’ αυτούς τελείωσαν τη ζωή τους στη φυλακή. Πώς συμβιβάζεται η ρωσοφιλία του κ. Βελόπουλου με τις θέσεις της κ. Ζαχάροβα; Ειδικά αν υπολογίσουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του ακροατηρίου του βρίσκεται στη Βόρεια Ελλάδα, την τόσο ευαίσθητη για το όνομα της Βόρειας Μακεδονίας; Θα μου πείτε, σ’ αυτούς τους χώρους η λογική δεν ευδοκιμεί. Η ρωσοφιλία έχει ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Συμπυκνώνει τον ελληνικό εθνικισμό, ο οποίος σε πείσμα της Ιστορίας μας εξακολουθεί να παραμένει αντιδυτικός.

