Η Ελλάδα και κατ’ επέκτασιν η Ευρώπη βρίσκονται μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή: το μεταναστευτικό δεν είναι πια ένα τεχνικό ή συγκυριακό ζήτημα, αλλά ένα βαθύ αξιακό δίλημμα που αγγίζει την ίδια την ταυτότητα των κοινωνιών μας.
Από το 2019 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εφαρμόζει σταθερά και απαρεγκλίτως το δόγμα της αυστηρής αλλά δίκαιης μεταναστευτικής πολιτικής. Μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για την παράνομη μετανάστευση, που ορίζει ότι όποιος έρχεται παράνομα στη χώρα έχει ποινικές κυρώσεις και δεν θα νομιμοποιηθεί ποτέ, υπήρξε έντονη κριτική για το αν η συγκεκριμένη πολιτική συνιστά ακραία πολιτική. Μάλιστα, η κριτική αυτή προσπαθεί να εντάξει τρεις βασικούς πυλώνες: α) ότι η Ελλάδα έχει δημογραφικό πρόβλημα και οι μετανάστες μπορούν να το λύσουν, β) ότι παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και γ) ότι σε κάθε περίπτωση, χρειαζόμαστε μετανάστες ως εργατικό δυναμικό.
Την επιχειρηματολογία αυτή ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό τις προηγούμενες δεκαετίες οι χώρες της Ευρώπης. Σήμερα οι ίδιες χώρες είναι οι πρώτες οι οποίες πλήττονται από την παράνομη μετανάστευση και ευθέως πλέον αντιλαμβάνονται ότι οι δυτικές κοινωνίες, όπως τις είχαν δομήσει με τις αρχές και αξίες της Ευρώπης, καταρρέουν.
Το δημογραφικό δεν είναι αριθμητικό πρόβλημα, δεν μπορείς να πεις γεννήθηκαν 100.000 Ελληνες λιγότεροι, άρα να φέρνω 100.000 μετανάστες. Η Ελλάδα είναι Πατρίδα και οι Ελληνες είμαστε Εθνος. Το δημογραφικό θα λυθεί με πολιτικές στήριξης της οικογένειας, που υλοποιεί ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, και όχι αντικατάστασης του πληθυσμού.
Προφανώς μετανάστες που έχουν μείνει πολλά χρόνια στη χώρα, γεννήθηκαν εδώ, πήγαν σε ελληνικό σχολείο και επιθυμούν να παραμείνουν, έχουν τη δυνατότητα της πολιτογράφησης, αλλά αυτό δεν μπορεί να συνιστά λύση στο δημογραφικό πρόβλημα.
Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι βαθιά αξιακό. Μετανάστες που έρχονται από διάφορες χώρες επικαλούμενοι, δήθεν, την προσφυγική ιδιότητα, στη συντριπτική πλειονότητά τους δεν επιθυμούν να ενταχθούν στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και να επηρεαστούν από τις αρχές και τις αξίες τους· αντιθέτως, επιθυμούν να επιβάλουν τις δικές τους αξίες στην Ευρώπη, την οποία αντιμετωπίζουν ως ένα χώρο όπου θα περάσουν καλύτερα οικονομικά, μεταφέροντας τον αξιακό τρόπο ζωής που είχαν στις χώρες τους και συνεχίζουν να διατηρούν και τις περισσότερες φορές είναι απολύτως αντίθετος με τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.
Υπό αυτό το πρίσμα, δεν τίθεται θέμα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων όταν έντιμα λες σε αυτούς τους ανθρώπους ότι αν ήλθατε παράνομα στη χώρα και δεν δικαιούστε άσυλο, έχετε διαπράξει εγκληματική πράξη παραβιάζοντας τον ελληνικό νόμο, θα οδηγηθείτε στη φυλακή και θα επιστρέψετε. Αντίστοιχα, δεν θα νομιμοποιηθείτε ποτέ διότι η πολιτεία πλέον δεν πριμοδοτεί την παρανομία σας.
Ο νόμος, λοιπόν, απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν είναι πρόσφυγες, σε ανθρώπους οι οποίοι δεν κινδυνεύουν στη χώρα τους και απλώς θέλουν να επιβληθούν στην κοινωνία μας. Εάν αυτό το επιτρέψουμε, τα μόνα ανθρώπινα δικαιώματα που πλήττονται είναι των Ελλήνων και των Ευρωπαίων πολιτών, που επιθυμούν να διαφυλάξουν τις κοινωνίες τους και την ταυτότητά τους.
Συνεπώς, τόσο το επιχείρημα της δημογραφικής κάλυψης όσο και αυτό της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν ευσταθούν. Για να το πούμε απλά: στην Αίγυπτο και στη Λιβύη υπολογίζεται ότι πάνω από 5 εκατ. πολίτες τρίτων χωρών θέλουν να έλθουν στην Ευρώπη, κυρίως άνδρες 18-25 ετών. Αν η λογική είναι ότι με αυτούς τους ανθρώπους θα λύσουμε το δημογραφικό πρόβλημα, και πρέπει να σεβαστούμε τα δικαιώματά τους και να τους επιτρέψουμε την είσοδο, τότε μιλάμε για μία άλλη Ευρώπη, που προφανώς κανένας δεν θέλει.
Ευλόγως θα πει κάποιος, εργατικά χέρια δεν χρειαζόμαστε στην Ευρώπη; Προφανώς, η λύση όμως αυτή μπορεί να έλθει με δύο βασικούς τρόπους: με τις νόμιμες οδούς τις οποίες πρέπει να ενισχύσουμε, όπου εκεί επιλέγουμε τον κόσμο και το χρονικό διάστημα για το οποίο θα έρθουν και με την αξιοποίηση ατόμων τα οποία έχουν λάβει την προσφυγική ιδιότητα. Εδώ έρχεται το επόμενο στάδιο της πολιτικής μας, του δραστικού περιορισμού των επιδομάτων που παίρνουν όσοι λάβουν την προσφυγική ιδιότητα. Είναι άραγε ακραία πολιτική να λες σε κάποιον που έλαβε άσυλο ότι αν εσύ επιλέξεις να μείνεις στην Ελλάδα, θα εργάζεσαι σε εργασίες που έχουμε ανάγκη και δεν θα σε ταΐζει ο Ελληνας και Ευρωπαίος φορολογούμενος; Προφανώς όχι. Αντιθέτως, είναι μία απολύτως ρεαλιστική πολιτική, που στηρίζεται στο ότι όποιος τελικά πάρει άσυλο, δεν θα ζει εις βάρος της Ευρώπης, αλλά θα εργάζεται στην Ευρώπη και θα αποδεχθεί τις αρχές και τις αξίες της.
Σε μία χώρα με δημογραφικό πρόβλημα, όπου οι νόμιμοι μετανάστες ανέρχονται με τις εκκρεμείς αιτήσεις στις 800.000 και όσοι λαμβάνουν άσυλο και μένουν στη χώρα μπορεί να φθάνουν και τις 20.000 τον χρόνο, είναι αυτονόητο ότι μία πολιτική πάταξης της λαθρομετανάστευσης δεν είναι ακραία πολιτική, αλλά αναγκαία πολιτική. Σίγουρα, πάντως, είναι ωφέλιμη για την πατρίδα.
*Ο κ. Θάνος Πλεύρης είναι υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου.

