Η δολοφονία του Τσάρλι Κερκ παρουσιάζει μια ιδιομορφία: αντί να μας απασχολήσει ως έγκλημα, μας απασχολεί κυρίως ως ερμηνευτικό πρόβλημα. Δεν πέθανε άνθρωπος· γεννήθηκε ντιμπέιτ. Λένε οι πολιτικοί του αντίπαλοι, με έναν τόνο χαιρεκακίας όχι πολύ καλά κρυμμένο, πως δεν υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Ο «δεξιός ακτιβιστής» ουσιαστικά έδρεψε τους καρπούς της ρητορικής του, μετατρέποντας εαυτόν σε ζωντανό –αν και νεκρός– παράδειγμα πολιτικής ειρωνείας: ένας άνθρωπος που τασσόταν με πάθος υπέρ της οπλοφορίας και οπλοχρησίας, τελικά σκοτώθηκε από το όπλο που με τόση θέρμη υπερασπιζόταν. Εχει όμως ένα σφάλμα το πεισιθάνατο επιχείρημα: παρά τη χονδροειδέστατη (και δημοσίως εκπεφρασμένη) αντίληψη του Κερκ πως μερικοί θάνατοι από πυροβολισμό τον χρόνο είναι ένα μικρό τίμημα μπροστά στο δικαίωμα της οπλοφορίας, δεν προκύπτει από πουθενά ότι ο ινφλουένσερ της Δεξιάς εννοούσε ανθρωποκτονίες με δόλο. Είναι άλλο πράγμα το δικαίωμα στην οπλοφορία (λαμβανομένων υπόψη των άφθονων προβληματικών παραμέτρων του) και άλλο η εγκληματική δραστηριότητα που χρησιμοποιεί το όπλο ως μέσο επίτευξης του εγκλήματος. Ο Κερκ, με λίγα λόγια, δεν φαίνεται να συμβούλεψε ποτέ το κοινό του να αρπάξει ένα όπλο και να αρχίσει να σκοτώνει· τη Δεύτερη Τροπολογία προάσπιζε, επιφυλάσσοντάς της την ερμηνεία που της επιφυλάσσει πλήθος Αμερικανών χωρίς δολοφονικούς ιδεασμούς.
Εντός ορίου
Το ότι ο Κερκ ήταν ένας θρησκόληπτος τραμπικός συνωμοσιολόγος, που περιφρονούσε τα δικαιώματα των μειονοτήτων και τα προτάγματα του ανθρωπισμού, είναι αρκετός λόγος για να διαφωνεί κανείς μαζί του. Το αντικείμενο της διαφωνίας, όμως, είναι και το όριό της. Δεν χρειάζεται η πολιτική αντίθεση να επεκτείνεται στον θάνατο· ο διαφωνών δεν δικαιώνεται επιχαίροντας για τη δολοφονία του πολιτικού του αντιπάλου ή αποδίδοντας σε αυτήν ποιότητες άσχετες με την πραγματικότητα και με την ίδια τη διαφωνία («προκάλεσε τον θάνατό του», «η δολοφονία του είναι Θεία Δίκη»). Το γεγονός λοιπόν ότι πολλοί εξ όσων θεωρούσαν τον Κερκ αποκρουστικό, βρήκαν ανακουφιστική τη δολοφονία του, λέει περισσότερα για τις δικές τους αδυναμίες παρά για του δολοφονημένου. Ο Τσάρλι Κερκ κατέκτησε την υψηλή δημοτικότητά του ακριβώς επειδή τα πολιτικά ήθη της εποχής εστιάζουν στο άτομο, αντί να εστιάζουν στις απόψεις του· επειδή ως πολιτική νίκη νοείται η εξουδετέρωση του αντιπάλου και όχι η εξουδετέρωση των ιδεών του. Η ικανότητα του Κερκ να «αποδομεί» τη «woke κουλτούρα» δεν απέρρεε από κάποια υπερδύναμη, αλλά από την αξιοποίηση της τάσης των Αμερικανών αριστερών και φιλελεύθερων να σνομπάρουν σε βαθμό απανθρωποποίησης όσους βρίσκονται στην αντίπερα πολιτική όχθη. Η αντιμετώπιση μιας στυγερής δολοφονίας ως αστείου ή αυτοεκπληρούμενης προφητείας το επιβεβαιώνει. Οταν η πολιτική εγκαταλείπεται για χάρη του προσωπικού μένους, οι πεφωτισμένοι δεξιοί κήρυκες ακμάζουν (ασχέτως αν μερικές φορές δολοφονούνται μετά).
Η αιτία της αντιπάθειας
Ο υπερδεξιός Κερκ ενέπνεε αντιπάθεια στον δημοκρατικό κόσμο για όλα όσα ήταν. Ενέπνεε ακόμη περισσότερη αντιπάθεια όταν θύμιζε στους ιδεολογικούς του αντιπάλους όσα είχαν πάψει να είναι αυτοί. Η στρατηγική του 31χρονου θυμίζει εκείνη πολλών ομοϊδεατών του, που κατά καιρούς αποκτούν «ρεύμα» στα κοινωνικά δίκτυα με γνήσιο δεξιό ή alt right προφίλ: μιλούσε, συνομιλούσε, δοκίμαζε τις αντοχές του δημόσιου διαλόγου, σε αντίθεση με μεγάλο μέρος των αντιπάλων του, οι οποίοι, νιώθοντας απολύτως βέβαιοι για την ανωτερότητά τους, αρνούνται να περάσουν τις ιδέες τους από τη βάσανο της αμφισβήτησης. Αυτό είναι που του έδινε πλεονέκτημα. Δεν δήλωνε αξιωματικά πως ανήκε «στη σωστή πλευρά της Ιστορίας», αλλά αγωνιζόταν για να το αποδείξει (έστω με πενιχρά πνευματικά εργαλεία και προπαγανδιστικές μεθόδους). Η εκλογίκευση του εγκλήματος εις βάρος του και η κρυφή ή φανερή χαρά για τον θάνατό του δεν προδίδουν μόνο ηθική κατάπτωση, αλλά και οκνηρία. Οι επικίνδυνες απόψεις δεν ηττώνται ούτε με σφαίρες ούτε με μικροψυχία· το κλειδί βρίσκεται στην καλόπιστη αντιπαράθεση και στην επιμονή. Οταν οι δημοκρατικοί πολίτες επανέλθουν στο τραπέζι της συζήτησης, θα θυμηθούν ότι το παιχνίδι ορίζουν όσοι παραμένουν σε αυτό.

