Η υπόθεση με το πολλαπλό βιβλίο φαίνεται πως οδεύει στις ελληνικές καλένδες. Ο λόγος είναι η αδιαφορία; Η άγνοια; Μήπως ότι το πρότζεκτ αποφασίστηκε από άλλον υπουργό και «άσ’ το να βουλιάξει»; Είναι η ενεργός αντίθεση που εξαρχής υπήρχε από διαφόρους εμπλεκόμενους φορείς και πρόσωπα; Μάλλον είναι ένας συνδυασμός λόγων που η εφαρμογή του πολλαπλού βιβλίου μετατίθεται από σχολική σε σχολική χρονιά. Ηταν να εφαρμοστεί πλήρως –δηλαδή οι μαθητές να πάρουν το ένα βιβλίο που θα επέλεγε ο διδάσκων του μαθήματος και τα άλλα να τα έχουν ψηφιακά– το 2026-2027, και τώρα μετατίθεται για το 2027-2028. Δηλαδή, στην επόμενη κυβέρνηση.
Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση της πρώτης κυβέρνησης Μητσοτάκη, που θα οδηγούσε τα ελληνικά σχολεία από το ένα βιβλίο-ισοδύναμο με τις πλάκες του Μωυσή σε κάθε μάθημα στα βιβλία-ανοιχτά παράθυρα στην ποικιλία της γνώσης. Στόχος της μεταρρύθμισης ήταν η αλλαγή στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης και στον τρόπο προσέγγισής του από εκπαιδευτικούς και μαθητές.
Τα επιχειρήματα που ακούγονται για τη νέα μετάθεση έχουν ισχυρό αντίλογο. Για παράδειγμα λέγεται ότι οι εκπαιδευτικοί θα υποβάλουν διορθωτικές προσθήκες στις συγγραφικές ομάδες των βιβλίων, και αυτές θα τις υιοθετήσουν ή όχι. Ωστόσο, στη σχετική νομοθεσία δεν προβλέπεται διόρθωση από τους εκπαιδευτικούς. Οι εκπαιδευτικοί καλούνται απλώς να επιλέξουν από βιβλία που έχουν αξιολογηθεί και εγκριθεί. Οι όποιες διορθώσεις, και ήταν πολλές, έχουν ήδη γίνει από τις επιτροπές αξιολόγησης και έχουν ενσωματωθεί από τις συγγραφικές ομάδες. Εάν περίπου 140.000 εκπαιδευτικοί των σχολείων της χώρας κληθούν να τα μελετήσουν και να υποβάλουν σχόλια, και κατόπιν συγγραφικές ομάδες κληθούν να τα ενσωματώσουν, είναι μια ιστορία που η ολοκλήρωσή της παραπέμπει στο 2050 (τρόπος του λέγειν).
Ως προς τα μαθήματα για τα οποία δεν έχουν υποβληθεί προτάσεις βιβλίων (γυμναστική, καλλιτεχνικά, μουσική, γερμανικά, ιταλικά) και για εκείνα που έχει υποβληθεί μόνο μία πρόταση, ο νόμος προβλέπει επαναπροκήρυξη ή συγγραφή από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), χωρίς αυτό να καθυστερεί την όλη διαδικασία.
Πέραν όλων των προηγουμένων, πάντως, είναι δυνατόν η επίκληση γραφειοκρατικού τύπου εμποδίων, που είναι απολύτως αντιμετωπίσιμα, να ακυρώνει ένα σχέδιο εθνικής εμβέλειας; Δεν υπάρχει πλέον η πολιτική βούληση να προχωρήσει το σχέδιο;

