Αν ήσουν Ελληνας, το θέαμα ήταν όντως καθηλωτικό: οι εθνικές ομάδες μπάσκετ της Ελλάδας και της Κύπρου παρατεταγμένες στις δύο άκρες του υποβλητικά φωτισμένου γηπέδου και στο κέντρο του ο Κύπριος τραγουδιστής Σταύρος Κωνσταντίνου να ερμηνεύει α καπέλα τον «Υμνον εις την Ελευθερίαν».
Συγκινητικό; Σίγουρα. Αρκεί να μην είσαι Τουρκοκύπριος, να μην ανήκεις δηλαδή στην πληθυσμιακή μειοψηφία του μελλοντικού δικοινοτικού κράτους, το οποίο υποτίθεται ότι επιθυμούμε διακαώς Ελληνες και Ελληνοκύπριοι, σε αντίθεση με την αναθεωρητική Τουρκία που επιμένει στη λύση των δύο κρατών με αναγνώριση των τετελεσμένων του 1974.
Πώς θα αισθανόσασταν αν ήσασταν Τουρκοκύπριος και βλέπατε το θέαμα του κοινού εθνικού ύμνου στον αγώνα Ελλάδας – Κύπρου;
Δεν ήταν απλώς η ανάκρουση των δύο εθνικών ύμνων που (κακώς, κατά την προσωπική μου γνώμη) είναι κοινός. Στην περίπτωση του Eurobasket οργανώθηκε και σκηνοθετήθηκε ολόκληρο οπτικοακουστικό θέαμα (α λα NBA), ζητήθηκε η ειδική άδεια της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Μπάσκετ (FIBA), επιστρατεύτηκε τραγουδιστής για να εκτοξεύσει τη συναισθηματική φόρτιση και να τοκίσει τη συγκίνηση. Ακόμα χειρότερα: έτσι «χρησιμοποίησε» η Κυπριακή Δημοκρατία μία από τις σπάνιες ευκαιρίες που έχει ως οικοδέσποινα μεγάλων αθλητικών γεγονότων για να συστηθεί στο (ευτυχώς περιορισμένο) διεθνές τηλεοπτικό κοινό του Eurobasket. Υπογραμμίζοντας τον πολύ ειδικό δεσμό με την εθνική μήτρα της πλειοψηφίας των κατοίκων του νησιού. Διπλωματικό αυτογκόλ από τα λίγα.
Η Συμφωνία της Ζυρίχης αλλά και το Σύνταγμα του νεοσύστατου κυπριακού κράτους του 1960 δεν προέβλεπε εθνικό ύμνο. Η κάθε κοινότητα θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τους εθνικούς ύμνους της Ελλάδας και της Τουρκίας. Γρήγορα, όμως, προέκυψε αδιέξοδο. Τον Ιούνιο του 1961, όταν ο Μακάριος επισκέφθηκε την Αίγυπτο, ακούστηκε εμβατήριο που είχαν επιλέξει οι Αιγύπτιοι, ενώ τον Μάιο του 1962 στο Δυτικό Βερολίνο οι Γερμανοί υποδέχθηκαν τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας με τον «Υμνο της Χαράς» του Μπετόβεν. Το κενό επιχειρήθηκε να καλυφθεί με απευθείας ανάθεση στον σημαντικό Κύπριο συνθέτη Σόλωνα Μιχαηλίδη, διευθυντή τότε του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης. Ο ύμνος (διαθέσιμος στο YouTube) ήταν έτοιμος στις αρχές του 1963, αλλά κανείς δεν γνωρίζει αν χρησιμοποιήθηκε ποτέ επισήμως (δεν υπάρχει κάποιο σχετικό ντοκουμέντο), για τον επιπλέον λόγο ότι τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από τις δομές της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αλλά σημασία έχει το «τώρα». Ποιος ξένος, ανεξάρτητος, καλοπροαίρετος διπλωμάτης δεν θα ακούσει με ανανεωμένο ενδιαφέρον τις «ανησυχίες» των Τουρκοκυπρίων για τη σχέση της άλλης πλευράς με το «εθνικό κέντρο» βλέποντας το βίντεο του Eurobasket; Οπως έγραψε η πρώην Πρώτη Κυρία της Κυπριακής Δημοκρατίας, Ανδρούλα Βασιλείου, «αύριο που θα το χρησιμοποιεί ο Τατάρ (σ.σ. ηγέτης των Τουρκοκυπρίων) ως παράδειγμα της μισαλλοδοξίας μας θα τρέχουμε να τα μπαλώσουμε. Ή μήπως νομίζουμε ότι αυτές οι εθνικιστικές εξάρσεις μένουν μεταξύ μας;». Δυστυχώς δεν μένουν. Ακόμα κι αν δεν έχεις δει ούτε μισό παιχνίδι μπάσκετ στη ζωή σου.

