Η κατασκευή του υποθαλάσσιου καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ (Great Sea Interconnector – GSI) έχει εξελιχθεί δυστυχώς σε άλλο ένα πεδίο αντιπαράθεσης με την Αγκυρα. Ασχέτως αν η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας επιτρέπει ξεκάθαρα την υλοποίηση του στρατηγικού έργου, η τουρκική πλευρά φαίνεται έτοιμη να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική της ισχύ για να εμποδίσει το συγκεκριμένο εγχείρημα. Το έπραξε έξω από την Κάσο το καλοκαίρι του 2024 και προφανώς μπορεί να το επιχειρήσει ξανά στην ίδια θαλάσσια περιοχή ή σε κάποια άλλη. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει σύντομα να αποφασίσει αν θα εγκαταλείψει το έργο οριστικά με ό,τι κακό συνεπάγεται ή θα προχωρήσει με αποφασιστικότητα στην κατασκευή, όπως το επιτάσσει το εθνικό συμφέρον.
Τα υποθαλάσσια καλώδια αποτελούν μια κρίσιμη υποδομή για τη διασύνδεση ενεργειακών δικτύων μεταξύ χωρών και περιοχών. Μειώνουν σημαντικά την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και ενισχύουν την ανθεκτικότητα των εθνικών δικτύων σε περιόδους διεθνών κρίσεων, όπως εκείνη της Ουκρανίας. Το καλώδιο Northlink, για παράδειγμα, επιτρέπει την ανταλλαγή πλεονάζουσας πράσινης ενέργειας ανάμεσα στη Νορβηγία και τη Γερμανία. Με άλλα λόγια, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις συνεισφέρουν στην προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ενισχύουν την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια.
Η κατασκευή και λειτουργία υποθαλάσσιων καλωδίων δεν είναι σίγουρα μια εύκολη υπόθεση. Συνήθως το κόστος είναι υψηλό και η χρηματοδότηση εξαρτάται από διακρατικές συμφωνίες και ξένα επενδυτικά κεφάλαια. Επίσης, η αγορά ηλεκτρισμού υπόκειται σε μεταβολές τιμών και πολιτικές ρυθμίσεις που υπονομεύουν τη βιωσιμότητα τέτοιων ενεργειακών έργων. Ωστόσο, οι περιφερειακές διασυνδέσεις δημιουργούν ένα πλέγμα συνεργασιών με βασική αρχή την οικονομική και ενεργειακή αλληλεξάρτηση. Χωρίς αμφιβολία, οι καλωδιακές υποδομές συνιστούν ένα όχημα που μπορεί να φέρει διαφορετικές οικονομίες και κοινωνίες εγγύτερα. Πρόκειται για έργα με μεγάλη προστιθέμενη αξία, τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε γεωοικονομικό επίπεδο.
Η κυβέρνηση πρέπει σύντομα να αποφασίσει αν θα προχωρήσει με αποφασιστικότητα στην κατασκευή του έργου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, όπως επιτάσσει το εθνικό συμφέρον.
Ταυτόχρονα, αν και τεχνικά προηγμένα, τα υποθαλάσσια καλώδια είναι αρκετά ευάλωτα σε σκόπιμες ενέργειες. Τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί περιστατικά που προκαλούν μεγάλη ανησυχία ειδικά σε χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία. Τον Δεκέμβριο του 2024 το δεξαμενόπλοιο «Eagle S» έσυρε εσκεμμένα την άγκυρά του για να προκαλέσει ζημιά σε πέντε υποθαλάσσια καλώδια, μεταξύ των οποίων ένα ηλεκτρικό καλώδιο που ενώνει την Εσθονία με τη Φινλανδία. Δικαιολογημένα, λόγω ισχυρών ενδείξεων, οι υποψίες στρέφονται προς τη Μόσχα. Αντίστοιχες ενέργειες έχουν γίνει από τους Χούθι εναντίον κρίσιμων τηλεπικοινωνιακών διασυνδέσεων στον βυθό της Ερυθράς Θάλασσας που ενώνουν την Ασία με την Ευρώπη. Τέτοιες δολιοφθορές δεν επηρεάζουν μόνο την τεχνική λειτουργία των καλωδιακών υποδομών, αλλά και την οικονομική σταθερότητα σε περιφερειακό ή και παγκόσμιο επίπεδο. Απαιτείται, επομένως, ισχυρή διεθνής συνεργασία και σημαντικές επενδύσεις σε τεχνολογίες παρακολούθησης. Ηδη το ΝΑΤΟ έχει δραστηριοποιηθεί στη Βαλτική Θάλασσα για την προστασία των καλωδίων που συνδέουν τα κράτη-μέλη του, χωρίς φυσικά να είναι εφικτό να εποπτεύεται διαρκώς ολόκληρη η περιοχή. Παράλληλα, οι ενεργειακές υποδομές χρειάζεται να προστατεύονται επαρκώς από κυβερνοεπιθέσεις κρατικών ή μη κρατικών δρώντων, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν διακοπή της λειτουργίας ή υποκλοπή απόρρητων δεδομένων. Και σε αυτόν τον τομέα, όμως, είναι απαραίτητος ο συντονισμός, όπως καταδεικνύει η πρόσφατη συνεργασία της Διεθνούς Επιτροπής Προστασίας Υποθαλάσσιων Καλωδίων (ICPC) με τη Διεθνή Ενωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) για την ανθεκτικότητα των καλωδίων.
Τούτων λεχθέντων, αν τελικά προχωρήσει η κατασκευή του καλωδίου GSI, η ελληνική πλευρά θα πρέπει να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργικότητα του έργου. Κάτι τέτοιο όμως ξεφεύγει από τις σημερινές δυνατότητες της Αθήνας, αφού το καλώδιο θα βρίσκεται κυρίως εντός των διεθνών υδάτων της Ανατολικής Μεσογείου. Συνιστά λοιπόν παραδοξότητα ότι η ενέργεια παραμένει παράγοντας εθνικής ισχύος, αλλά η ασφάλεια υποθαλάσσιων καλωδίων προϋποθέτει τη στοιχειώδη συνεννόηση σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
*Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London.

