νέαΣε αναζήτηση εκλογικής στρατηγικής που θα της επιτρέψει να παραμείνει στην εξουσία παρά την πτώση που καταγράφει στις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται η Νέα Δημοκρατία. Η απώλεια υποστήριξης δημιουργεί ένα περίπλοκο σκηνικό και εκ των πραγμάτων μεταβάλλει τους εκλογικούς υπολογισμούς.
Προς το παρόν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει αποφασισμένος να μην επιχειρήσει καμία αλλαγή στον εκλογικό νόμο, επιμένοντας στον σεβασμό των θεσμών. Αν και πολλοί τον προτρέπουν να αναθεωρήσει τη στάση του, σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, ακόμη και αν αλλάξει η διαδικασία του μπόνους με την εξασφάλιση 50 επιπλέον εδρών από το πρώτο κόμμα ανεξαρτήτως ποσοστού, ή από την άλλη, αυξηθεί το όριο εισόδου στη Βουλή, από το 3% πιθανώς στο 5%, δεν είναι βέβαιο πως η Ν.Δ. θα εξασφαλίσει αυτοδυναμία.
Υπό αυτό το πρίσμα, πρωταρχικός στόχος δεν θα έπρεπε να είναι οι όποιες αλχημείες με τον εκλογικό νόμο, αλλά η αναζήτηση συμπεριφορών και πολιτικών που θα διευκολύνουν τη δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας. Το επιβάλλουν τα δημοσκοπικά δεδομένα και η κοινή λογική. Πέρα από το γεγονός ότι, ακόμη και αν ήταν εφικτό, μάλλον δεν θα ήταν κοινωνικά αποδεκτό και πρακτικά βιώσιμο να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση από ένα κόμμα με χαμηλό ποσοστό.
Αν δεχθούμε αυτή την πραγματικότητα, εισερχόμαστε σε έναν άλλου είδους προβληματισμό: με ποια κόμματα που θα βρίσκονται στη Βουλή και άρα θα αποτελούν δυνητικούς κυβερνητικούς εταίρους, και υπό ποιες προϋποθέσεις, μπορεί να σχηματισθεί βιώσιμη κυβέρνηση συνεργασίας.
Αντί για αλχημείες με τον εκλογικό νόμο, νέα στρατηγική για συμπεριφορές και πολιτικές.
Το ζητούμενο σε αυτή την περίπτωση για τη Ν.Δ. είναι αν θα αναζητήσει στήριξη από το Κέντρο ή από τα δεξιά. Η επιλογή θα καθορίσει τη στρατηγική που θα ακολουθήσει, αλλά και τις πολιτικές που θα πρέπει να εφαρμόσει το προσεχές διάστημα έως τις εκλογές.
Η εξίσωση καθίσταται ακόμη πιο σύνθετη από το γεγονός ότι, για τους δικούς τους προσωπικούς λόγους, οι κ. Νίκος Ανδρουλάκης και Αντώνης Σαμαράς (αν ιδρύσει κόμμα) δύσκολα θα στηρίξουν μια κυβέρνηση υπό τον σημερινό πρωθυπουργό.
Μία ακόμη διάσταση του σύνθετου παζλ, που θεωρητικά συνηγορεί στην αύξηση του ορίου εισόδου, είναι πως αν μικρά κόμματα στα άκρα του πολιτικού φάσματος δεν εισέλθουν στο κοινοβούλιο, θα αποδυναμωθούν κάποιες λαϊκίστικες φωνές και κατά μία έννοια θα διευκολυνθούν οι προσπάθειες επίτευξης συμβιβασμών και συνεργασιών.
Τέλος, είναι προφανές ότι η στάση του Αλέξη Τσίπρα θα επηρεάσει καθοριστικά το πώς θα διαμορφωθεί το τοπίο. Αν το κυοφορούμενο νέο κόμμα του πρώην πρωθυπουργού συμμετάσχει στις εκλογές, το σκηνικό αλλάζει ριζικά και επιβάλλει επανασχεδιασμό κινήσεων από όλους.

