Ουκρανία – Γάζα, δύο διαφορετικές εικόνες

4' 10" χρόνος ανάγνωσης

Αν έχεις ακούσει αθλητικό ραδιόφωνο με τηλεφωνικές γραμμές ακροατών, ξέρεις πώς πάει το πράγμα. Ο πρώτος λέει ότι στο σημερινό ματς η διαιτησία ευνόησε την αντίπαλη ομάδα. Σε λίγα λεπτά, κάποιος θα του ανταπαντήσει «ναι, αλλά για το πέτσινο πέναλτι που πήρε η δικιά του πριν πέντε αγωνιστικές, ο φίλος που μίλησε προηγουμένως δεν λέει τίποτα». Και μετά αρχίζει η γνωστή αλυσίδα με διαδοχικές παραπομπές στα βάθη της ποδοσφαιρικής ιστορίας σε τέτοιο βαθμό, που έπειτα από ένα σημείο κανείς πια δεν θυμάται πώς ακριβώς ξεκίνησε η κουβέντα. Καλώς ήρθατε στην επικράτεια του «whataboutism». Εκεί όπου ό,τι και να πεις, πρέπει να είσαι έτοιμος να αναμετρηθείς με το «για το Χ όμως γιατί δεν λες τίποτα;».

Η απολύτως προβλέψιμη αυτή χορογραφία κυριαρχεί στη δημόσια σφαίρα –και δη στην ψηφιακή– κάθε φορά που εμφανίζεται ένα θέμα που διαιρεί και πολώνει. Σήμερα, αυτό είναι η Γάζα. Η πύκνωση των κινητοποιήσεων συνοδεύεται από την άρθρωση του αντανακλαστικού αντιλόγου: «Ναι, αλλά για την Ουκρανία δεν λέτε τίποτα». Η φράση αυτή υπονοεί κάτι απλό. Oτι η ευαισθησία είναι υποκριτική. Oσοι μιλούν για τη Γάζα εντέλει υποκινούνται από άλλα κίνητρα: τη λαγνεία της «τρομοκρατίας», το μίσος για τη Δύση, το δηλητήριο του αντισημιτισμού. Αν όμως ξεφύγουμε από τη μέγγενη του whataboutism και την ατζέντα της ισλαμοφοβίας που έντεχνα υποκρύπτεται, υπάρχει ένας πραγματικό ζήτημα που μας καλεί να σκεφτούμε: Γιατί δεν υπήρξε ανάλογη κινητοποίηση για την υπόθεση της Ουκρανίας;

Μια προφανής –ίσως– απάντηση έχει να κάνει με την ιστορία και τις νοοτροπίες, τις παραδόσεις που αυτή διαμορφώνει. Η ταύτιση της ελληνικής κοινωνίας με την παλαιστινιακή υπόθεση υπήρξε συγκροτητικό στοιχείο της Μεταπολίτευσης για λόγους που σχετίζονται με τη δυναμική του αντι-ιμπεριαλισμού, τις παραλληλίες με την Κύπρο, την ύπαρξη μιας εξωτερικής πολιτικής που αναζητούσε γέφυρες στον αραβικό κόσμο. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι ανάλογο για την Ουκρανία ή, γενικότερα, για τις δημοκρατίες και κρατικές οντότητες που προέκυψαν μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Eνωσης. Για πολλούς η Ουκρανία μπήκε στον χάρτη την ημέρα της ρωσικής εισβολής. Αν σε αυτό προσθέσουμε την ανθεκτική ρωσοφιλία που διατρέχει το πολιτικό φάσμα, αλλά και θρησκευτικούς μηχανισμούς, η εικόνα συμπληρώνεται.

Ωστόσο, μια τέτοια ανάγνωση έχει όρια. Η ιστορία δεν εξηγεί τα πάντα. Το παρόν είναι πάντα αυτό που βαραίνει καθοριστικά. Και εδώ υπάρχει μια κρίσιμη διαφορά. Στην αλληλουχία «Ουκρανία – Γάζα» –το λέω σχηματικά– η διεθνής κοινότητα και φυσικά και η ελληνική κυβέρνηση κινήθηκαν με τελείως διαφορετικό τρόπο. Από την πρώτη ημέρα της ρωσικής εισβολής, οι κυβερνήσεις της Ευρώπης διάλεξαν πλευρά και προχώρησαν σε χειροπιαστές πράξεις: καταδίκασαν την επίθεση σε ένα ανεξάρτητο κράτος, επέβαλαν κυρώσεις στο αυταρχικό καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν, απέστειλαν στρατιωτικό υλικό και επιμένουν ακόμη και σήμερα –σε βαθμό που υπονομεύεται η βαρύτητα της Ευρωπαϊκής Eνωσης– σε αυτήν την επιλογή. Τι παραπάνω θα μπορούσε να ζητήσει από την κυβέρνησή του ένας διαδηλωτής στην πλατεία Συντάγματος;

Oλα αυτά που δεν είδαμε στην περίπτωση της Γάζας. Χρειάστηκαν δύο χρόνια και πάνω από όλα η –φοβάμαι ανεπίστρεπτη– αποχαλιναγώγηση της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Ισραήλ για να έχουμε, πολύ αργά, μια σταδιακή μετατόπιση προς το στοιχειώδες: την καταδίκη της γενοκτονίας. Αυτή η μετατόπιση οφείλεται και στην κοινωνική κινητοποίηση. Ο Μακρόν, τουλάχιστον σύμφωνα με τους New York Times, διεμήνυσε στον Μερτς ότι η πρόθεσή του να αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος οφείλεται και στην πίεση της κοινής γνώμης. Μια πίεση που εντείνεται μέσα στον χρόνο.

Στην Ουκρανία διεξάγεται πόλεμος μεταξύ τακτικών στρατών με τη χρήση των πιο σύγχρονων οπλικών συστημάτων. Στη Γάζα συντελείται ανθρωπιστική καταστροφή ευρείας κλίμακας που τροφοδοτείται από την ασυμμετρία της ισχύος.

Αυτό ισχύει και στην Ελλάδα. Οι έρευνες κοινής γνώμης το 2023 –μετά την 7η Οκτωβρίου– κατέγραφαν υψηλά ποσοστά αδιαφορίας και μια ισορροπία στην ερώτηση για το ποιος «έχει δίκιο». Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν, η εικόνα έχει μεταβληθεί. Συγκροτείται μια νέα πολιτική συνείδηση –στις διαδηλώσεις κυριαρχεί η πιτσιρικαρία– γύρω από το δράμα της Γάζας που δεν πηγάζει από κάποιο εξαρτημένο αντανακλαστικό του παρελθόντος, αλλά από τις εικόνες της καταστροφής και από τη δυσφορία για την αδιαφορία της Δύσης –και των κυβερνήσεών της– απέναντι σε ένα έγκλημα.

Προφανώς και όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία συνιστούν έγκλημα, που έχει θύματα αμάχους και διαφαινόμενο τερματικό σταθμό –με την κυνική αλλαγή στάσης των Ηνωμένων Πολιτειών– τον διαμελισμό ενός ανεξάρτητου κράτους. Oμως η μεγάλη εικόνα παραπέμπει σε πόλεμο μεταξύ τακτικών στρατών, με τη χρήση των πιο σύγχρονων οπλικών συστημάτων και την καθημερινή θυσία νέων ανθρώπων υπό τις διαταγές των ανωτέρων τους. Οι εικόνες από τη Γάζα εδώ και καιρό δεν παραπέμπουν σε πόλεμο. Παραπέμπουν σε μια ανθρωπιστική καταστροφή ευρείας κλίμακας που τροφοδοτείται από την ασυμμετρία της ισχύος. Eνα πανίσχυρο στρατιωτικά κράτος ισοπεδώνει κατοικίες και δημόσια κτίρια, εξωθεί εκατομμύρια ανθρώπους στην εξαθλίωση και στην πείνα, μετράει καθημερινά τις απώλειες του «εχθρού» ανάμεσα σε αμάχους, δημοσιογράφους, ανθρώπους χωρίς όπλο.

Αυτή η ασυμμετρία –και η σιωπηρή ανοχή ή και ηχηρή ενθάρρυνση ενός ακροδεξιού καθεστώτος που δεν κρύβει τις προθέσεις του για ολική επικράτηση– είναι λογικό να γεννά συναισθήματα ταύτισης και αλληλεγγύης με τα θύματα της ιστορίας. Και ειλικρινά, δεν βλέπω κανέναν λόγο που κάποιος θα πρέπει να δίνει τις όποιες εξηγήσεις, να απολογείται δηλαδή, για αυτό.

*Ο κ. Κωστής Καρπόζηλος είναι ιστορικός.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT