Μιμούμενος την οπαδική συγκρουσιακότητα και τη σκηνοθετημένη αυθεντικότητα, ο δημόσιος λόγος του είχε, ανέκαθεν, ροπή στον κυνισμό και στην πρόκληση. Οι απόψεις του υπουργού Αδώνιδος Γεωργιάδη μπορεί να μην είναι οι πλέον βαθυστόχαστες, είναι, όμως, ιδιαιτέρως αποκαλυπτικές – αναδεικνύουν αυτό που οι ομότεχνοί του αποκρύπτουν. Ενώ άλλοι πολιτικοί προσπαθούν να κρύψουν τις κομματικές και/ή κυβερνητικές αμαρτίες χρησιμοποιώντας παραπλανητική γλώσσα, ο κ. Γεωργιάδης είναι ασυνήθιστα ευθύς – εκφράζεται με ωμότητα και κυνικότητα. Από αυτό το ύφος απορρέει μεγάλο μέρος της παραταξιακής δημοφιλίας του.
Αναφερόμενος στην έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Γεωργιάδης είπε σε πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξή του (15/7/25): «Δεν έχει δικαίωμα η Ευρωπαία εισαγγελέας να μας πει αν θεωρεί ένοχο τον Βορίδη ή τον Αυγενάκη. Ξέρετε τι δικαίωμα έχει μόνο; Λέει: Δείτε, αν θέλετε, να το ελέγξετε. Ποιος έχει στο Σύνταγμα την αρμοδιότητα να δει αν πρέπει να ελεγχθούν; Η Βουλή. Τι λέει η Βουλή, δηλαδή η πλειοψηφία της; Ποιος είναι η πλειοψηφία της; Η Ν.Δ. Τι αποφάσισε η Νέα Δημοκρατία; Οτι δεν θέλει να ελεγχθούν. Τέλος».
Η δήλωση είναι αποκαλυπτική. Ο κ. Γεωργιάδης άρθρωσε σε δημόσιο λόγο το έλλειμμα δημοκρατικής νοοτροπίας που χαρακτηρίζει την άσκηση εξουσίας του κόμματός του και, ευρύτερα, των κυβερνητικών κομμάτων στην Ελλάδα. Οταν οι κυβερνητικές πράξεις ελέγχονται, τα αντίστοιχα κόμματα αμύνονται, ενεργοποιώντας ανακλαστικά τον αυταρχικό φορμαλισμό.
Η δημοκρατία, για τον κ. Γεωργιάδη, είναι θέμα θεσμικών τύπων –κυρίως, συσχετισμών– όχι θέμα ουσίας, δηλαδή διαλόγου στον «ναό της Δημοκρατίας», όπως αυτάρεσκα αποκαλούν τη Βουλή τα μέλη της. Οι εκπρόσωποί μας, πιστεύει, δεν είναι στη Βουλή για να (δια)βουλεύονται, αλλά για να ψηφίζουν ακολουθώντας την κομματική εντολή – είτε με χρωματιστά ψηφοδέλτια τη δεκαετία του 1980 είτε με μαζική αποστολή επιστολικών ψήφων τώρα.
Η αντίληψη Γεωργιάδη αφαιρεί από τη δημοκρατική πολιτική το οξυγόνο της: τη στοχαστική επιχειρηματολογία, την έλλογη αντιπαράθεση και την όποια ανα-θεώρηση επιφέρει κάθε ζωντανή διαδικασία διαβούλευσης. Αν στη Βουλή το μόνο που χρειάζεται είναι να προεξοφλείται το αποτέλεσμα της λήψης αποφάσεων με βάση τους αριθμητικούς συσχετισμούς των τελευταίων εκλογών, δεν χρειάζεται καν η Βουλή – αρκούν οι αλγόριθμοι.
Για τον κ. Γεωργιάδη η πλειοψηφία είναι δεδομένη, δεν κερδίζεται με επιχειρήματα. Αν έχεις την πλειοψηφία, την επιβάλλεις. Τελεία. Προσέξτε τον συλλογισμό. Το συμπέρασμα («δεν θα ελεγχθούν οι κ. Βορίδης και Αυγενάκης») προκύπτει κατά λογική αναγκαιότητα από τις προκείμενες, η αλήθεια των οποίων θεωρείται αυταπόδεικτη («η Ν.Δ. αποφάσισε να μην ελεγχθούν». «Η Ν.Δ. έχει την πλειοψηφία»). Πρόκειται για ψευδο-ορθολογικό συλλογισμό. Πώς γνωρίζουμε ότι, στο συγκεκριμένο θέμα, η Ν.Δ. έχει όντως την πλειοψηφία; Μέσα από ποια διαδικασία διαβούλευσης κατέληξε η Ν.Δ. στην απόφασή της;
Οταν η λήψη αποφάσεων γίνεται χωρίς ουσιαστική διαβούλευση, οι αποφάσεις απλώς απηχούν συσχετισμούς ισχύος. Η δημοκρατία, τότε, ανάγεται σε ωμή κατίσχυση.
Η δημοκρατική λήψη αποφάσεων, στις φιλελεύθερες δημοκρατίες, έχει να κάνει με τη στοχαστική διαβούλευση που προηγείται της ψηφοφορίας – η Βουλή οφείλει να βουλεύεται. Το αποτέλεσμα, κατ’ αρχήν, δεν είναι προδιαγεγραμμένο. Για μείζονα θέματα, ο Βρετανός πρωθυπουργός λ.χ. πρωτίστως πασχίζει να πείσει (συχνά ανεπιτυχώς) τους δικούς του βουλευτές. Η πλειοψηφία διαμορφώνεται διά της πειθούς, δεν προεξοφλείται. Οι βουλευτές ψηφίζουν αφού ακούσουν απόψεις, τις οποίες υποβάλλουν σε έλεγχο για την εμπειρική εγκυρότητά τους, τη λογική συγκρότησή τους και την εννοιολογική στιβαρότητά τους. Η πειθώ ως διαδικασία δεν ταυτίζεται με συσχετισμούς. Οι έχοντες δημοκρατικό ήθος κατανοούν αυτή τη λεπτή διάκριση. Ο κ. Γεωργιάδης όχι.
Για τους τεχνικούς της εξουσίας, οι θεσμοί είναι εργαλεία άσκησης εξουσίας (εξ ου η φορμαλιστική προσκόλληση σε συσχετισμούς), όχι πεδία στοχαστικής διαμόρφωσης της συλλογικής κρίσης. Ο κ. Ερντογάν επέκρινε τους διαδηλωτές στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης, δηλώνοντας ότι μόνο η κυβέρνησή του εκφράζει τον λαό. «Οταν ανοίξουν οι κάλπες, όλα τα άλλα είναι υποσημειώσεις της Ιστορίας», είπε (30/3/2014). Στην ερευνητική επιτροπή της Βουλής για τα Τέμπη, οι συμμετέχοντες προσήλθαν με προ-διαμορφωμένη γνώμη. Τα αίτια και η διαχείριση του δυστυχήματος ήταν αυτά που αυτοεξυπηρετικά καθόρισε η κυβερνητική πλειοψηφία. Ο θεσμικός φορμαλισμός (ψηφίζουμε για να αποφασίσουμε) υποκατέστησε τη θεσμική ουσία (διαβουλευόμαστε για να ψηφίσουμε).
Οταν η λήψη αποφάσεων γίνεται χωρίς ουσιαστική διαβούλευση, οι αποφάσεις απλώς απηχούν συσχετισμούς ισχύος. Η δημοκρατία, τότε, ανάγεται σε ωμή κατίσχυση – οι αποφάσεις μετατρέπονται σε εργαλεία της πλειοψηφίας, δηλαδή του αρχηγού της. Το πρόβλημα είναι ότι τέτοιες αποφάσεις είναι πολύ πιθανό να είναι κακές (αυθαίρετες, μονόπλευρες και μεροληπτικές), καθότι δεν θα έχουν υποστεί τη βάσανο του κριτικού ελέγχου. Τι ουσιαστικά επιχειρήματα προβάλλει η Ν.Δ. υπέρ του μη ελέγχου των κ. Βορίδη και Αυγενάκη; Πόσο συγκροτημένα είναι; Ποιος είναι ο αντίλογος; Πόσο στιβαρός είναι; Μόνο όταν υπάρχει ουσιαστική και ελεύθερη διαβούλευση μπορούν να υπάρξουν έλλογες απαντήσεις.
Η αντίληψη Γεωργιάδη για τους θεσμούς παιδαγωγεί την κοινωνία στη νοοτροπία της ωμής κατίσχυσης: Μην εκτίθεσαι στον αντίλογο· αν έχεις την πλειοψηφία κάνε ό,τι σε βολεύει. Η δημοκρατία δεν συνιστά τρόπο ζωής: είναι εργαλείο πλειοψηφικής κυριαρχίας. Αυτή τη δημοκρατία υπηρετεί το Σύνταγμά μας; Οχι, βέβαια.
*Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick και διεθνές μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας.

