Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Πυροσβεστικού Σώματος, καταγράφονται κάθε χρόνο κατά μέσον όρο σχεδόν 10.000 δασικές πυρκαγιές υπαίθρου. Mέχρι στιγμής, η στρατηγική μείωσης των περιστατικών αυτών εξαντλείται σε ορισμένες δράσεις ενημέρωσης, καθώς και στην αυστηροποίηση των ποινών για εμπρησμό από αμέλεια ή πρόθεση. Ποιες είναι όμως τελικά οι αιτίες των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας; Με βάση δεδομένα της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού, μόνο το 16,8% των πυρκαγιών της τελευταίας εικοσαετίας έχει ερευνηθεί επαρκώς και μόλις το 12,1% έχει τεκμηριωμένη αιτία. Το έλλειμμα αυτό δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο επαναλαμβανόμενων λαθών, αδυναμίας στοχευμένης πολιτικής και ενίσχυσης της συνωμοσιολογίας. Πώς να προλάβεις και να αντιμετωπίσεις αυτό που δεν γνωρίζεις;
Χωρίς συστηματική ανάλυση, χωρίς δημόσια και εύκολα προσβάσιμα στοιχεία, και χωρίς διάθεση ανάληψης ευθύνης, η χώρα οδηγείται κάθε καλοκαίρι στην πολύ δύσκολη διαχείριση της καταστροφής, αντί στη μελετημένη αποτροπή της. Και οι εικόνες της καταστροφής επαναλαμβάνονται: από τα Γεράνεια (2021) και τη Βόρεια Εύβοια, στον Εβρο (2022, 2023), στη Ρόδο (2023), στην Ανατολική Αττική (2024), αλλά και φέτος, σε περιοχές όπως η Χίος, ο Φενεός, τα Κύθηρα, το Κρυονέρι, και πάλι η Εύβοια. Η λίστα των πυρκαγιών μεγαλώνει, ενώ η γνώση μας για το γιατί και το πώς συμβαίνουν παραμένει θολή.
Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα της Χίου, όπου –χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ακόμα η επίσημη έρευνα– ακούστηκαν σενάρια για τη διευκόλυνση της υπόγειας εξόρυξης αντιμονίου ως αιτίας πυρκαγιάς. Στην πραγματικότητα, οι πιο συχνές αιτίες των δασικών πυρκαγιών στη Χίο είναι πολύ πιο «πεζές» και –το πιο σημαντικό– διαχειρίσιμες: η ανθρώπινη αμέλεια και το ηλεκτρικό δίκτυο.
Παρότι δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για το ποσοστό των πυρκαγιών που σχετίζονται με το δίκτυο ηλεκτροδότησης, είναι σαφές ότι πρόκειται για σημαντική και επαναλαμβανόμενη αιτία. Αρκετές είναι οι περιπτώσεις όπου προκύπτουν ενδείξεις ή πορίσματα που συνδέουν τις πυρκαγιές με το δίκτυο ηλεκτροδότησης. Ορισμένα μόνο παραδείγματα: Πάρνηθα (2007) – 49.000 στρ., Φαρακλό Λακωνίας (2015) – 50.000 στρ., Χίος (2016) – 44.000 στρ., Γεράνεια Ορη (2018) – 60.000 στρ., Τατόι (2021) – 73.000 στρ., Ανατολική Αττική (2024) – 104.000 στρέμματα. Την ευθύνη του δικτύου για τις πυρκαγιές θεώρησε σκόπιμο να σχολιάσει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Αγιον Ορος, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «πολλές από τις δασικές πυρκαγιές, τις οποίες αναγκαζόμαστε να αντιμετωπίσουμε τελευταία, ξεκινούν, δυστυχώς, από τα υπέργεια δίκτυα μετάδοσης του ηλεκτρισμού».
Και ενώ το φαινόμενο είναι γνωστό και διεθνώς –στην Καλιφόρνια, για παράδειγμα, η εταιρεία PG&E αναγκάστηκε να πληρώσει πάνω από 13 δισ. δολάρια για πυρκαγιές που προκάλεσε το δίκτυό της– στην Ελλάδα, τα σχετικά πορίσματα αργούν να δημοσιοποιηθούν ή δεν δημοσιοποιούνται καθόλου. Το Πυροσβεστικό Σώμα επικαλείται εκκρεμείς δικαστικές διαδικασίες που διαρκούν χρόνια, ενώ ο ΔΕΔΔΗΕ υποστηρίζει σταθερά ότι το δίκτυο δεν ευθύνεται για πυρκαγιές, και αρνείται συστηματικά να διαθέσει σχετικά δεδομένα σε ερευνητές και επιστήμονες.
Το δίκτυο ηλεκτροδότησης εκτείνεται σε πάνω από 250.000 χιλιόμετρα, περνώντας συχνά μέσα από δασικές και απομακρυσμένες περιοχές. Οι βασικοί κίνδυνοι για πυρκαγιές είναι γνωστοί: παλαιωμένοι ή φθαρμένοι μονωτήρες που προκαλούν σπινθήρες, ανεπαρκής διαχείριση βλάστησης γύρω από τις γραμμές ειδικά σε ζώνες υψηλού κινδύνου και περιορισμένη εφαρμογή τεχνικών λύσεων που θα μπορούσαν να είναι σωτήριες, όπως η μόνωση, η χρήση συνεστραμμένων γραμμών ή η υπογειοποίηση. Το 2023 υπήρξε κάποια σχετική πρόοδος: απλοποιήθηκαν οι διαδικασίες για τη δημιουργία ζωνών πυροπροστασίας, ενώ υπογράφηκε και μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης, του Πυροσβεστικού Σώματος και των διαχειριστών του δικτύου. Ομως, οι παρεμβάσεις παραμένουν αποσπασματικές, χωρίς εθνικό σχέδιο, χωρίς προτεραιότητες, χωρίς διαφάνεια και χωρίς στοχοθεσία. Και οι πυρκαγιές συνεχίζονται.
Η προστασία των δασών μας από τις πυρκαγιές δεν μπορεί να βασίζεται σε εικασίες ή καλές προθέσεις. Χρειάζονται στοιχεία, δημόσια λογοδοσία, πολιτική βούληση. Η ακριβής χαρτογράφηση των περιοχών υψηλού κινδύνου, η σωστή διαχείριση της βλάστησης, η τακτική συντήρηση και ο εκσυγχρονισμός του δικτύου ηλεκτροδότησης, καθώς και η δημοσίευση αξιόπιστων δεδομένων για τις σχετιζόμενες με αυτό πυρκαγιές, είναι τα ελάχιστα που οφείλει να πράξει η πολιτεία.
Η διαφάνεια σε αυτά τα ζητήματα δεν είναι επιλογή. Είναι προϋπόθεση αποτελεσματικής πρόληψης και χρηστής διοίκησης. Για να πάψουμε να μετράμε μόνο στρέμματα καμένων δασών και να αρχίσουμε να μετράμε βήματα προόδου.
*Ο κ. Δημήτρης Καραβέλλας είναι γενικός διευθυντής του WWF Ελλάς.

