Είναι απίστευτο το πόσο πάσχει ο χώρος της ανώτατης εκπαίδευσης από αυτό που ονομάζεται από τους ψυχολόγους «προκατάληψη υπέρ του status quo», δηλαδή, η ανορθολογική προτίμηση για διατήρηση μιας υπάρχουσας ζημιογόνας κατάστασης αντί για την αλλαγή της. Πράγματα αδιανόητα για τα περισσότερα πανεπιστήμια του εξωτερικού και οπωσδήποτε για τα καλύτερα διεθνώς, εδώ θεωρούνται απολύτως φυσιολογικά. Ο μιθριδατισμός είναι απίστευτος. Χρόνιες παθογένειες θεωρούνται κεκτημένα δικαιώματα. Αλίμονο σε όποιον επιχειρήσει να τα αγγίξει.
Μία από αυτές τις παθογένειες είναι και το φαινόμενο των «αιωνίων φοιτητών». Η δυνατότητα, δηλαδή, να μπορείς να τελειώσεις το πανεπιστήμιο σε δέκα, είκοσι, τριάντα, σαράντα, γιατί όχι και πενήντα χρόνια μετά την εγγραφή σου. Η δυνατότητα να εξετάζεσαι σε ένα μάθημα ακόμη και 150 φορές αν το επιθυμείς, μέχρι να το περάσεις. Και φασούλι το φασούλι, κάποια στιγμή θα το γεμίσεις το σακούλι και θα πάρεις το πτυχίο – ή μάλλον, θα στο γεμίσουν οι καθηγητές σου, που θα υποκύψουν στις ικεσίες σου ή απλώς θα φοβηθούν πως θα συνταξιοδοτηθούν μαζί σου.
Και τι είναι αυτό που θα πάρεις με τέτοιου είδους σπουδές; Θα ονομάζεται «πτυχίο», αλλά θα είναι ένα κουρελόχαρτο. Γιατί η αξία του πανεπιστημιακού πτυχίου συνδέεται άμεσα με την έννοια, την ιδέα, την ιστορία του πανεπιστημίου ως θεσμού. Εμείς όλα αυτά επιτρέψαμε να εξευτελιστούν: μπορεί κάποιος να πάρει πτυχίο χωρίς να έχει πατήσει ούτε μια φορά σε αίθουσα διδασκαλίας χωρίς να έχει μιλήσει ποτέ με τον καθηγητή του να εξετάζεται επ’ άπειρον σε ύλη που δεν διδάχθηκε ποτέ να έχει αριθμό μητρώου παλαιότερο από εκείνο που είχε ο διδάσκων ως φοιτητής κυρίως όμως να μην έχει ιδέα τι είναι αυτό που σπουδάζει γιατί δεν βλέπει αυτό που κάνει ως φοίτηση σε ένα συνεκτικό πρόγραμμα σπουδών, αλλά ως έναν αγώνα εμποδίων που πρέπει να τα ξεπεράσει (ακόμη και κλωτσώντας τα) για να φτάσει στο τέρμα.
Το πανεπιστήμιο όμως, δεν είναι απλώς ένας χώρος όπου εγγράφεσαι και κάποτε αποφοιτάς. Διαθέτει μια εσωτερική λογική: ένα πρόγραμμα σπουδών με αλληλουχία μαθημάτων, προαπαιτούμενα, επιστημονική συνοχή και έναν απολύτως απαραίτητο ρυθμό στις σπουδές για να μπορέσουν αυτές να αποκτήσουν νόημα. Η διάσπαση αυτής της συνέχειας με πολυετείς καθυστερήσεις και κατακερματισμένη φοιτητική πορεία τινάζει στον αέρα αυτή τη διαδικασία μάθησης. Ακόμη κι ένας ανίδεος στα παιδαγωγικά το αντιλαμβάνεται αυτό.
Συχνά ακούγεται ο ανόητος ισχυρισμός ότι οι «αιώνιοι φοιτητές» δεν κοστίζουν τίποτα – εφόσον δεν παρακολουθούν, δεν επιβαρύνουν οικονομικά το πανεπιστήμιο. Προφανώς υπάρχει διοικητικό κόστος αλλά, το πραγματικό κόστος δεν μετριέται λογιστικά. Η ζημία εντοπίζεται στο κύρος των ιδρυμάτων. Οι διεθνείς δείκτες ποιότητας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης λαμβάνουν υπόψη ποσοστά αποφοίτησης, χρόνο ολοκλήρωσης σπουδών, αναλογία ενεργών φοιτητών προς διδακτικό προσωπικό. Οταν οι μισοί εγγεγραμμένοι φοιτητές ενός πανεπιστημίου είναι ανενεργοί, όπως στα ελληνικά ΑΕΙ, όλοι αυτοί οι δείκτες παραμορφώνονται. Δίνεται η εντύπωση χαλαρότητας και ανοργανωσιάς και πληγώνεται η εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας στο πανεπιστήμιο.
Με την εφαρμογή του νέου νόμου κλείνει ένα κεφάλαιο παθογένειας δεκαετιών. Τα πανεπιστήμια θα μπορέσουν, επιτέλους, να εστιάσουν στους φοιτητές που βρίσκονται πράγματι εκεί.
Σύμφωνα με ένα άλλο κακόπιστο επιχείρημα: «Μα αυτό είναι το πρόβλημα των πανεπιστημίων;». Προφανώς δεν είναι μόνο αυτό, όπως κανένα πρόβλημα, ποτέ στην Ιστορία, δεν ήταν μοναδικό. Αλλά η επίλυση αυτού του συγκεκριμένου προβλήματος δεν μας εμποδίζει να αντιμετωπίσουμε και τα σοβαρότερα.
Η νέα νομοθετική ρύθμιση είναι εύλογη, ιδιαίτερα επιεικής και γενναιόδωρη, αλλά και αποτέλεσμα συναίνεσης, καθώς η υπουργός έλαβε υπόψη της τις περισσότερες από τις παρατηρήσεις των πρυτάνεων.
Αλλωστε οι «αιώνιοι φοιτητές» γνωρίζουν εδώ και τρία χρόνια πως θα έφτανε η ώρα. Μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό (11%) αποφάσισε να κινητοποιηθεί – καλώς, λοιπόν, του δίνεται μια τελευταία ευκαιρία ένας ακόμη χρόνος. Ο νόμος προβλέπει αρκετές, δίκαιες εξαιρέσεις για τα άτομα με αναπηρία ή με σοβαρά προβλήματα υγείας. Επιτρέπει την επιλογή μερικής φοίτησης για εργαζομένους, γονείς, ακόμη και αθλητές. Δίνει τη δυνατότητα προσωρινής διακοπής σπουδών για όποιον αντιμετωπίζει προβλήματα.
Είναι μια αναγκαία τομή, που ευθυγραμμίζει τα ελληνικά ΑΕΙ με ό,τι θεωρείται αυτονόητο διεθνώς. Το πανεπιστήμιο οφείλει να είναι χώρος ζωντανός, με φοιτητές που συμμετέχουν ενεργά στη μαθησιακή διαδικασία και αποφοιτούν σε εύλογο χρόνο. Οσοι, για διαφόρους λόγους, δεν μπορούν να ακολουθήσουν αυτόν τον ρυθμό, πλέον έχουν στη διάθεσή τους μηχανισμούς υποστήριξης και εύλογες παρατάσεις – αλλά όχι τη δυνατότητα ατέρμονης παραμονής εις βάρος όλων. Με την εφαρμογή του νέου νόμου κλείνει ένα κεφάλαιο παθογένειας δεκαετιών. Τα πανεπιστήμια θα μπορέσουν, επιτέλους, να εστιάσουν στους φοιτητές που βρίσκονται πράγματι εκεί.
*Ο κ. Αριστείδης Ν. Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών και διευθυντής του Εργαστηρίου Πολιτικής και Θεσμικής Θεωρίας και Ιστορίας των Ιδεών στο ΕΚΠΑ.

