Οσο δύσκολη και αν ήταν η ζωή για πάρα πολλούς Ελληνες, υπήρχε πάντοτε η προσδοκία και η διέξοδος των διακοπών. Ανθρωποι που ανήκαν σε χαμηλά στρώματα, και σίγουρα η μεσαία τάξη, κληρονομούσαν ή είχαν τη δυνατότητα να χτίσουν κάπου ένα εξοχικό σπίτι.
Οι διακοπές διαρκούσαν δύο και τρεις εβδομάδες και πολλές φορές ένα μέρος της οικογένειας μετακόμιζε για όλο σχεδόν το καλοκαίρι σε κάποιο παραθεριστικό κέντρο. Ακόμη και οι πιο ακριβοί και δημοφιλείς προορισμοί ήταν προσιτοί σε μία ελληνική οικογένεια που ήθελε να περάσει μερικές μέρες εκεί. Οι Κυκλάδες και τα άλλα νησιά δεν εθεωρούντο ποτέ απαγορευμένη περιοχή για το μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.
Η εικόνα έχει αλλάξει πολύ. Οι διακοπές συρρικνώνονται γιατί πολύς κόσμος απλώς δεν βγαίνει οικονομικά. Δημόσιοι υπάλληλοι ή μισθωτοί που παίρνουν τον βασικό μισθό καταφέρνουν να φύγουν μία εβδομάδα και αν τα παιδιά είναι τυχερά να έχουν παππούδες, τα φυγαδεύουν στο χωριό μαζί τους.
Τα νησιά είναι πανάκριβα. Τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια για μια οικογένεια στοιχίζουν, τα διαθέσιμα δωμάτια –που κάποτε έκαναν 70-80 ευρώ– έχουν εξαφανιστεί από την αγορά, ενώ η εστίαση έχει ακριβύνει τόσο, που αφήνει το γρήγορο φαγητό ως μοναδική λύση.
Διέξοδοι δεν υπάρχουν γι’ αυτούς τους ανθρώπους ακόμη κι αν μείνουν στην Αττική τα Σαββατοκύριακα, γιατί ούτε τα 35 ευρώ της ομπρέλας της Λούτσας είναι θελκτική λύση, για κάποια βαλάντια είναι απαγορευτικό. Οσο για τα εξοχικά, είναι άπιαστο όνειρο για μια νέα οικογένεια να τα αγοράσει, να τα κτίσει, ακόμη και να τα συντηρήσει.
Κάποιοι βρίσκουν διέξοδο στη βραχυχρόνια μίσθωση, ενώ πολλά ακίνητα αλλάζουν χέρια. Περνούν στους ξένους – ακόμη και βόρειοι γείτονές μας τα βρίσκουν φθηνά για τα δικά τους εισοδήματα.
Ο αντίλογος σε όλα αυτά είναι ότι πρέπει να σταματήσει η γκρίνια. Να δεχθούμε ότι η τουριστική ανάπτυξη εκτοπίζει ένα κομμάτι του τοπικού πληθυσμού και πως μερικοί προορισμοί πρέπει να θεωρούνται «χαμένοι» για τον μέσο Ελληνα.
Λογικό να δεχθεί κάποιος ότι η Μύκονος ή η Σαντορίνη ανήκουν πια σε ένα άλλο στερέωμα στο οποίο δεν μπορεί να πλησιάσει ο Ελληνας τουρίστας. Οταν όμως η λίστα μακραίνει και ο χρόνος των διακοπών μικραίνει εξ ανάγκης, η μεσαία τάξη δεν νιώθει πια και τόσο μεσαία… Τα βάουτσερς κοινωνικού τουρισμού μετράνε, αλλά ούτε το πρόβλημα λύνουν ούτε και «καταπίνονται» εύκολα. Το ίδιο και η απάντηση «η Ελλάδα έχει χιλιόμετρα ακτογραμμής, δεν είναι ανάγκη να πηγαίνουν όλοι στα νησιά ή σε προορισμούς αιχμής».
Μπορεί να γίνει κάτι για όλα αυτά; Λίγα πράγματα, θα βοηθούσε αν μεγάλες μονάδες έκτιζαν υποχρεωτικά καταλύματα για τους εργαζομένους, αποδεσμεύοντας τα φθηνά δωμάτια της αγοράς.
Η σκληρή αλήθεια είναι ότι η χώρα χρεοκόπησε, οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι, ο τουρισμός έφερε ανάπτυξη, οι αξίες της γης ανέβηκαν και το κόστος ζωής εκτοξεύθηκε. Αν δεν αυξηθούν οι μισθοί και δεν μειωθούν εισφορές και φόροι για όσους τους πληρώνουν, τίποτα δεν θα αλλάξει. Καλό είναι να ξέρουμε την αληθινή εικόνα και να μη θεωρούμε ότι η ευδαιμονία της γυάλας μας αντικατοπτρίζει το πώς ζει η μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας.

