«Να περάσει το δικό μας»

3' 57" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Η συνεδρίαση της Βουλής της περασμένης Τετάρτης θα καταγραφεί στις πιο μαύρες σελίδες της κοινοβουλευτικής μας ιστορίας. Για να εμποδίσει τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, η κυβέρνηση παραβίασε προκλητικά το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων της έννοιες όπως η μυστική ψήφος και η απαρτία. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος το έδειξε πειστικά από την πρώτη στιγμή και δεν χρειάζεται να επαναληφθούν εδώ τα επιχειρήματά του. Οσο για την απάντηση του Μεγάρου Μαξίμου, το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς είναι ότι θυμίζει περισσότερο φτηνό δικόγραφο παρά επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση. «Μηδέν στο Συνταγματικό Δίκαιο!» όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος Ηλίας Ηλιού. Το ερώτημα, συνεπώς, για μένα δεν είναι αν η κυβέρνηση παραβίασε τους ισχύοντες συνταγματικούς κανόνες, αλλά το γιατί τους παραβίασε.

Τελευταία φορά που κυβερνητική πλειοψηφία καταξευτέλισε τόσο ανερυθρίαστα τη Βουλή ήταν τον Μάρτιο του 1985 με αφορμή τη λεγόμενη «ψήφο Αλευρά». Ομως, τα ομοιόμορφα ψηφοδέλτια που δεν ήταν τότε απαραιτήτως και ομοιόχρωμα χρησιμοποιήθηκαν για ένα διακύβευμα ασύγκριτα σημαντικότερο από το σημερινό: να μη διαλυθεί πρόωρα η Βουλή, όπως επεδίωκε η τότε αντιπολίτευση, εξαιτίας της μη εκλογής στην Προεδρία της Δημοκρατίας του Χρήστου Σαρτζετάκη. Ούτε η αποτροπή της διαρροής μερικών κουκιών της κυβερνητικής πλειοψηφίας λόγω μυστικότητας της ψήφου, ούτε η μη παραπομπή των κ. Βορίδη και Αυγενάκη δικαιολογούσαν μια τόσο κραυγαλέα περιφρόνηση των κανόνων που ισχύουν.

Πιστεύω, συνεπώς, ότι κάτι άλλο συνέβη εν προκειμένω. Δεν θα ενδώσω στον πειρασμό να επικαλεσθώ συνωμοτικές ερμηνείες. Θα σταθώ μόνο στα γεγονότα, που μιλούν από μόνα τους: τις ανακολουθίες της κυβερνητικής πολιτικής, σε συνδυασμό με την απύθμενη αλαζονεία που επιδεικνύει τους τελευταίους μήνες.

Για τις ανακολουθίες που θυμίζουν παραζάλη πρωτόπειρου πολιτευτή, θυμίζω τις αντιφατικές θέσεις που η κυβέρνηση υποστήριξε τους τελευταίους μήνες για το άρθρο 86 του Συντάγματος και την ποινική ευθύνη των υπουργών. Παραπομπή το ταχύτερο των εγκαλουμένων στο δικαστικό συμβούλιο, δηλαδή τον «φυσικό δικαστή» των υπουργών (Τριαντόπουλος, Καραμανλής), πάση θυσία παρακώλυση της παραπομπής κάποιων άλλων υπουργών (Βορίδης, Αυγενάκης). Αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, αναβολή sine die της αναθεώρησης κ.λπ. Λες και ο όγκος των συγκεντρωμένων στα συλλαλητήρια των τελευταίων μηνών είναι το κριτήριο που καθορίζει την κυβερνητική agenda. Εκτός αν οι κ. Βορίδης και Αυγενάκης ήταν άλλης πάστας υπουργοί από τους κ. Καραμανλή και Τριαντόπουλο.

Οσο για την αλαζονεία, δεν μπορώ να μη σταθώ στην εχθροπάθεια που αναδίδουν τον τελευταίο καιρό οι αγορεύσεις στη Βουλή τού κατ’ εξοχήν αρμόδιου υπουργού, του κ. Γιώργου Φλωρίδη, έναντι των παλαιών συντρόφων του και της Αριστεράς γενικότερα. Λες και αγωνίζεται να φανεί βασιλικότερος του βασιλέως. Ομως ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν αρκείται μόνο στα λόγια. Το ότι άφησε έως την τελευταία στιγμή να πλανάται η εντύπωση ότι αδελφός του μπορεί να επιλεγεί για εισαγγελέας του Αρείου Πάγου (αντί να διαψεύδει ως κακόβουλες τις σχετικές φήμες) είναι κατά τη γνώμη μου ένα χαρακτηριστικό δείγμα. (Δεν έχει καμία σημασία το ότι ο αδελφός τελικά δεν επελέγη.) Κάποια νομοσχέδια, εξάλλου, που κυκλοφορούν τελευταία, όπως αυτό που ζητεί από τους θρησκευόμενους χρήστες του Διαδικτύου να αναρτούν το θρήσκευμά τους, ή το άλλο που απειλεί με κλείσιμο εφημερίδες, ύστερα από καταδίκες, είναι σοβαρότερες ενδείξεις για το πού οδηγεί τα πράγματα. Ακραίο παράδειγμα: η απαξίωση αμετάκλητων αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως αυτές για τον ΝΟΚ και τα αντισυνταγματικά bonus.

Για τις ανακολουθίες που θυμίζουν παραζάλη πρωτόπειρου πολιτευτή, θυμίζω τις αντιφατικές θέσεις που η κυβέρνηση υποστήριξε τους τελευταίους μήνες για το άρθρο 86 του Συντάγματος και την ποινική ευθύνη των υπουργών.

Δεν θα περίμενε κανείς ούτε από τον κ. Γεωργαντά, που ανέχθηκε ως προεδρεύων όλα τα αίσχη στη Βουλή κατά την κρίσιμη συνεδρίαση, ούτε από τον κ. Αυγενάκη να επιδείξουν συνταγματική ευαισθησία. (Ο τελευταίος, θυμίζω, είχε προκαλέσει προ ετών τη δίκη Ρίχτερ, εκθέτοντας διεθνώς τη χώρα.) Από τον κ. Μητσοτάκη, εντούτοις, θα είχα την αξίωση να μην αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν έτσι. Κάπου να βάλει φρένο.

Γιατί πολύ φοβούμαι ότι, τους τελευταίους μήνες, τον τόνο δεν τον δίνει ο κ. Σκέρτσος, αλλά οι κ. Φλωρίδης και Αυγενάκης (με τη συνεπικουρία των εκ ΛΑΟΣ προερχομένων Βορίδη και Πλεύρη). Τούτο όμως αδικεί τον σημερινό πρωθυπουργό και την έως τώρα πορεία του. Κάτι μου λέει ότι η εξέλιξη αυτή οφείλεται λιγότερο σε μια συνειδητή αλλαγή πλεύσης (πράγμα που δεν αποκλείεται) ή σε λόγους εσωκομματικής ανασφάλειας, όπως υποστηρίζεται από πολλούς (λόγω Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή) και περισσότερο στην επικράτηση, μετά έξι χρόνια εξουσίας, ενός πνεύματος αυτάρκειας και περιφρόνησης προς τον διάλογο και τις δημοκρατικές διαδικασίες. «Να περάσει το δικό μας, με κάθε κόστος, γιατί διαφορετικά θα μας πάρουν φαλάγγι οι άλλοι».

Αν αυτό συμβαίνει, τότε πιστεύω ακράδαντα ότι το μέρος εκείνο της αντιπολίτευσης που επιδιώκει πάση θυσία την τοξικότητα θα δικαιωθεί. Κάτι που θα υπονομεύσει ακόμη περισσότερο τις πιθανότητες των συγκλίσεων που έχει ανάγκη ο τόπος ειδικά σήμερα.

*Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT