Είναι σημαντικό να δείχνεις ενδιαφέροντα στοιχεία για τον τόπο σου. Ως προς αυτό η Ελλάδα δεν είναι φτωχή. Ωστόσο, μεγάλο ρόλο θα παίξουν το τι λες γι’ αυτά και το πώς τα παρουσιάζεις. Είναι αναπόφευκτο, ίσως και επιθυμητό, ότι όσο κι αν εστιάζεις είτε στην ιστορία είτε στις ομορφιές του τοπίου –αρχαιολογικοί χώροι, ήλιος και θάλασσα, πολύμορφες ακτές, ποικιλία του ανάγλυφου και πράσινο, αν και το τελευταίο όλο και λιγοστεύει– ο επισκέπτης θα στρέφει το βλέμμα και προς τον σημερινό κάτοικο και στο πώς εγγράφονται αυτός και το τεχνητό περιβάλλον στα ίχνη τού χθες. Πώς συνδέονται οι νέες με τις παλιές κλίμακες; Τι γίνεται με τα καυσαέρια, τον θόρυβο και τις ταχύτητες; Αφήνουν βαθιά τη σφραγίδα τους πάνω στις εικόνες; Υπάρχουν ελεύθεροι δημόσιοι χώροι; Βιώνονται ανθρώπινα, όμορφα και σεμνά;
Εμείς και η στάση μας απέναντι στο χθες αποτελούμε, λοιπόν, αντικείμενα παρατήρησης από τους επισκέπτες. Ποια είναι τα κριτήρια για την ανάγνωση της σύγχρονης Ελλάδας; Διαπιστώνονται εύκολα, γιατί τα αντανακλούν η καθημερινότητα, τα έργα και οι συμπεριφορές απέναντι στην ιστορία των δικών τους τόπων. Οι επισκέπτες συγκρίνουν την Ελλάδα με τις χώρες τους. Αυτό δεν μπορούμε να το αποφύγουμε και δεν είναι υπέρ μας.
Από τα ιστορικά τους κέντρα απομακρύνουν τα αυτοκίνητα, συναντάς σε αυτά κυρίως πεζούς, ποδήλατα και πατίνια. Η πέτρα είναι το κυρίαρχο υλικό στους δημόσιους χώρους και όχι η άσφαλτος. Ανάλογη προσοχή δίνεται και στους εκτός πόλεων τουριστικούς προορισμούς. Για την προσπέλασή τους προβλέπονται μικρά λεωφορεία, ανοιχτά αυτοκίνητα με περίπου διπλάσιες θέσεις από των επιβατικών, ποδήλατα, διάδρομοι περπατήματος. Οχι «γουρούνες», που για δύο επιβάτες καλύπτουν χώρο σχεδόν όσο ένα αυτοκίνητο, ρυπαίνουν και προκαλούν θόρυβο, που αντιστοιχεί σε περισσότερα από ένα.
Ποιος εμπιστεύεται τη γεωμετρία δρόμων και διασταυρώσεων στους οικισμούς και τα χωριά, ιδίως όταν διαμορφώνονται όχι από κράσπεδα, που συχνά δεν υπάρχουν, αλλά από άτακτα σταθμευμένα επάνω τους επιβατικά και αγροτικά, καθώς και από την παρουσία όσων περπατούν, στέκονται ή παίζουν στη μέση του δρόμου; Εχει η «γουρούνα» ευελιξία και επιδόσεις για την αποφυγή τέτοιων αιφνιδιασμών;
Ποιος εμπιστεύεται την κατάσταση των οδοστρωμάτων και τις χαράξεις στην ύπαιθρο; Μπορεί η «γουρούνα» να ελίσσεται ανάμεσα στις λακκούβες και να μην ανατρέπεται από τις γνωστές ανωμαλίες των χωματόδρομων;
Ο αριθμός των ατυχημάτων, που είναι πολύ μεγαλύτερος αυτών που καταγράφονται, δίνει αρνητική απάντηση. Νέοι σε «γουρούνες», με σαγιονάρες, μαγιό, με κράνη που συχνά δεν τηρούν προδιαγραφές ασφαλείας και με μηδενική εμπειρία στην οδήγηση τέτοιων οχημάτων, πώς αφήνονται στα απολύτως ανασφαλή ελληνικά δίκτυα, όταν ελάχιστα αστυνομεύονται; Τι συμπεράσματα, άραγε, βγαίνουν για την οδική ασφάλεια στην Ελλάδα, για την προσοχή στους αρχαιολογικούς τόπους και για τον σεβασμό σε χωριά και τοπία δίπλα σε «γουρούνες»;
*Ο κ. Θάνος Βλαστός είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, συγκοινωνιολόγος – πολεοδόμος.

